Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

Αρχή της Ινδίκτου


Καλή Εκκλησιαστική Χρονιά!

Ὁ τῶν αἰώνων Ποιητὴς καὶ Δεσπότης, Θεὲ τῶν ὅλων Ὑπερούσιε ὄντως, την ενιαύσιον ευλόγησον περίοδον, σώζων τω ελέει σου τω απείρω, Οικτίρμον, πάντας τους λατρεύοντας σοι τω μόνω Δεσπότη, και εκβοώντας φόβω Λυτρωτά· εὔφορον πάσι τό ἔτος χορήγησον.

Τι είναι η αρχή της Ινδίκτου; Γιατί "ξεκινάει" το εκκλησιαστικό έτος την 1η Σεπτεμβρίου;


Ο Σ. Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του, γράφει τα έξης: Ινδικτιώνα: "Λέξις λατινική (indictio) ορισμόν σημαίνουσα καθ' όν κατά δεκαπενταετή περίοδον επληρώνοντο εις τους αυτοκράτορας των Ρωμαίων οι φόροι. Κατά την εκκλησιαστικήν παράδοσιν, την αρχήν της ινδικτιώνος εισήγαγεν ο Αύγουστος Καίσαρ (1 - 14), ότε διέταξε την γενικήν των κατοίκων του Ρωμαϊκού κράτους απογραφήν και την είσπραξιν των φόρων, κατά την πρώτην του Σεπτεμβρίου μηνός. 

Από του Μεγάλου Κωνσταντίνου (313) εγένετο επισήμως χρήσις της Ινδικτιώνος ως χρονολογίας, έκτοτε δε ή εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως μέχρι του νυν εορτάζει την α' Σεπτεμβρίου ως αρχήν του εκκλησιαστικού έτους. "Ίνδικτον ημίν ευλόγει νέου χρόνου, ώ και παλαιέ και δι' ανθρώπους νέε".

Η Ινδικτιώνα είναι ένας γενικότερος τρόπος μέτρησης του χρόνου ανά 15ετίες με αφετηρία τη γέννηση του Χριστού ή για την ακρίβεια από το 3 π.Χ.

Η 1η Σεπτεμβρίου, η αρχή του εκκλησιαστικού έτους, αποτελεί την αρχή της Ινδίκτου. Τότε τελείται η ακολουθία της Ινδίκτου σε συνδυασμό με τη θεία λειτουργία για την ευλογία του εκκλησιαστικού έτους.

Αρχικά υπήρχε η Αυτοκρατορική Ίνδικτος ή Καισαρική Ινδικτιώνα που μάλλον εισήχθη από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Εκαλείτο επιπλέον Κωνσταντινική ή της Κωνσταντινουπόλεως ή Ελληνική. Παράλληλα υπήρχε και η Παπική Ινδικτιώνα.

Η 1η Σεπτεμβρίου καθορίστηκε ως αρχή της εκκλησιαστικής χρονιάς ως εξής:

Στην περιοχή της Ανατολής τα περισσότερα ημερολόγια είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας. Επειδή όμως η 23η ήταν η γενέθλια ημέρα του αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου, η οποία και καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή της περιόδου του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για 15 έτη.

Έτσι Ίνδικτος κατάντησε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου την Πρωτοχρονιά. Αυτή την Πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της έδωσε χριστιανικό περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σ' αυτήν την εορτή της συλλήψεως του Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής Ιστορίας.

Αργότερα, το 462 μ. Χ., για πρακτικούς λόγους και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μηνός, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου. Διευκρινίζεται ότι η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου έχει Ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην Ορθόδοξη Ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια.

Η εκκλησιαστική ακολουθία για το νέο έτος τελείται την 1η Σεπτεμβρίου, μια ακολουθία απαράμιλλου κάλλους ως προς το υμνογραφικό υλικό.

Σημειωτέον ότι πριν από λίγα χρόνια η Εκκλησία μας όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον.

Ἀπολυτίκιον - Ἦχος β'
Ὁ πάσης δημιουργὸς τῆς κτίσεως, ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ θέμενος, εὐλόγησον τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου Κύριε, φυλάττων ἐν εἰρήνῃ τοὺς Βασιλεῖς καὶ τὴν πόλιν σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.

Ἀπόδοση νοήματος
Παντοκράτορ Κύριε, δημιουργὲ τῆς κτίσεως ὅλης. Σύ, εἰς τὴν ἰδικήν σου ἐξουσίαν κρατεῖς τοὺς καιροὺς καὶ τοὺς χρόνους. Ἑπομένως καὶ τὸν νέον χρόνον ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ ἀγαθότης Σου. Σὺ κυβερνᾷς τὸν κόσμον ὅλον καὶ χορηγεῖς καὶ εὐκράτους καιροὺς καὶ βροχὰς καταλλήλους καὶ ἀνέμους δροσεροὺς καὶ τὸν ἥλιον τῆς ἡμέρας πρὸς ὑγείαν καὶ ζωήν, πρὸς καρποφορίαν τῆς γῆς. Δι᾿ αὐτὸ σὲ παρακαλοῦμεν ἰδιαιτέρως σήμερα ποὺ ἀρχίζει τὸ νέον ἔτος. Εὐλόγησε, Κύριε, ὅλον τὸν κύκλον τοῦ ἔτους τούτου. Ἡ χρηστότης σου μᾶς τὸ χαρίζει καὶ τοῦτο τὸ ἔτος. Ἡ ἀγαθότης Σου ἂς μᾶς τὸ εὐλογήσει, ὥστε νὰ εἶναι εἰρηνικόν, σωτήριον, χαρούμενον τὸ ἔτος. Ἰδιαιτέρως σὲ παρακαλοῦμεν, ὅπως κατὰ τὸ ἔτος τοῦτο φυλάττῃς ἐν εἰρήνῃ - ἔξω ἀπὸ πολέμους καὶ μάχας - τοὺς ἄρχοντές μας καὶ τὴν πόλιν μας. Μὲ τὰς πρεσβείας τῆς ἁγίας Θεοτόκου χάρισέ μας τὰς δωρεάς σου ταύτας καὶ σῶσε ἡμᾶς.      (Απόδοση: users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/prayers/proseyxai)

Αναδημοσίευση κειμένου από: orthodox-answers.blogspot.com
Περισσότερα...

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Αποτομή Κεφαλής Προδρόμου


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στην αποτομή της Αγίας Κεφαλής του Ιωάννου του Προδρόμου, μέσα από το κείμενο του Ιωάννου Δήμου, Θεολόγου - Φιλολόγου.

Η 29η Αυγούστου είναι αφιερωμένη στη φυσιογνωμία του Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος αποκεφαλίστηκε από τον Ηρώδη. Ο Ιωάννης είναι εκείνος για τον οποίο ο Κύριος είπε ότι άλλος σαν αυτόν δε γεννήθηκε από γυναίκα επάνω στη γη.


Και πράγματι η ζωή του Ιωάννη υπήρξε κάτι το μοναδικό στην ιστορία. Κατά πρώτον η γέννηση του υπήρξε τόσο απίθανη ώστε και αυτός ο πατέρας του Ζαχαρίας δεν πίστεψε. Αποτέλεσμα ήταν να μείνει βουβός μέχρι τη στιγμή που κλήθηκε να αναγράψει το όνομα του παιδιού σε πινακίδιο.

Το όνομα Ιωάννης σημαίνει δώρο του Θεού, και πράγματι ο Ιωάννης ήταν θεοδώρητος. Η ενδυμασία του όσο και η τροφή του ήταν απλή και λιτή. Φορούσε χιτώνα από τρίχες καμήλας και ζώνη στη μέση του. Τρεφόταν δε με ακρίδες, δηλαδή με βλαστάρια από διάφορα αγριόχορτα και μέλι άγριο που εύρισκε μέσα στα σπλάχνα των κορμών των δένδρων. Ο Ιωάννης όλως ιδιαιτέρως ήταν πολύ ταπεινός ώστε, ενώ ζούσε σαν επίγειος άγγελος, εν τούτοις είπε για το Χριστό ότι δεν είμαι άξιος να λύσω τον ιμάντα των υποδημάτων Του. Έτυχε δε της μεγάλης τιμής να βαπτίσει το Λόγο του Θεού, τον Οποίον όλοι οι άλλοι προφήτες τον αντίκρισαν μόνο μέσω των συμβόλων και οραμάτων. Ο Ιωάννης αντίθετα, αξιώθηκε να θέσει το χέρι του στην κεφαλή του Δεσπότου, και να ζήσει τη Θεοφάνεια του Τριαδικού Θεού στον Ιορδάνη ποταμό, στη βάπτιση του Κυρίου. Ο Ιωάννης είναι ο συνδετικός κρίκος της προ Χριστού και μετά Χριστό εποχής, και ο τελευταίος προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης.

Όμως αυτός ο Ιωάννης ο Πρόδρομος είχε μαρτυρικό τέλος εξ αιτίας του μίσους μιας γυναίκας εναντίον του, επειδή έκανε έλεγχο στα ηθικά της παραπτώματα. Αυτή ήταν η Ηρωδιάδα που ζούσε παράνομα με τον Ηρώδη, η οποία συμβούλεψε την κόρη της να ζητήσει την κεφαλή του Προδρόμου σε πινάκιο. Αυτό έγινε όταν ο Ηρώδης υποσχέθηκε να της χαρίσει ό, τι του ζητήσει μέχρι το μισό βασίλειο του. Έτσι ο Ηρώδης, αν και λυπήθηκε πάρα πολύ, όμως για τους όρκους που είχε δώσει και για να μη εκτεθεί στους συνδαιτυμόνας του ως επίορκος, δεν θέλησε να αθετήσει την υπόσχεση του. Αμέσως έστειλε δήμιο και διέταξε να φέρει την κεφαλή του Ιωάννη. Εκείνος πήγε, τον αποκεφάλισε στη φυλακή, έφερε την κεφαλή του σε πινάκιο και την έδωσε στην κόρη και η κόρη στη μητέρα της. Όταν άκουσαν οι μαθητές του Ιωάννη το θλιβερό γεγονός, ήλθαν και πήραν το νεκρό σώμα του και το έβαλαν στο μνημείο.

Επειδή το απαίσιο αυτό έγκλημα ήταν καρπός μέθης, η Εκκλησία όρισε νηστεία κατά την ημέρα αυτή, την οποία σέβονται όλοι οι Χριστιανοί. Αλλά δεν είναι μόνο η νηστεία, γιατί η Εκκλησία τίμησε τον Πρόδρομο και με πολλούς άλλους τρόπους. Χαρακτηριστικό είναι το ότι στο τέμπλο των ναών ευρίσκεται πάντοτε ο Πρόδρομος Ιωάννης παραπλεύρως του Κυρίου τον Οποίον υποδεικνύει στους ανθρώπους να πιστέψουν για να σωθούν. Και κάτι που, αν δεν το έλεγε ο Ίδιος ο Κύριος, δεν θα το πίστευε κανείς. Όλοι εκείνοι που θα αξιωθούν να κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού στον ουρανό, θα αποδειχθούν μεγαλύτεροι από τον Ιωάννη το βαπτιστή. Αυτοί θα βλέπουν το Πρόσωπο του Σωτήρα πολύ πιο ένδοξο από ότι το αντίκρισε ο Ιωάννης στον Ιορδάνη ποταμό. Αυτό είθε να αξιωθούμε όλοι μας με τις προσευχές του Τιμίου Προδρόμου. Αμήν.

Αναδημοσίευση κειμένου από: zoiforos.gr
Περισσότερα...

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

Άγιος Κοσμάς Αιτωλός


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στο βίο, τη δράση και το έργο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, όπως περιγράφονται από τον π. Γεώργιο Δ. Μεταλληνό, κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπι-στημίου Αθηνών.

Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, μοναχός, υπήρξε διδάσκαλος και φωτιστής του Γένους, εθνομάρτυρας και άγιος της Εκκλησίας.



Καμιά προσωπικότητα των χρόνων της δουλείας δεν έχει απασχολήσει τόσο πολύ την επιστήμη, τη λογοτεχνία και τη θεολογία, όσο ο Πατροκοσμάς, όπως επικράτησε να ονομάζεται από τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Ανήκει στις φωτισμένες μορφές, που προετοίμασαν το Γένος για την παλιγγενεσία του. Η εμφάνιση του συνέπεσε με μια κρισιμότατη περίοδο της ιστορίας του δούλου Γένους. Τον 18ο αιώνα συντελείται η ανασυγκρότηση του ελληνισμού σε όλους τους τομείς. Μέσα στο προστατευτικό πλαίσιο της εθναρχούσας Εκκλησίας διατήρησε την ακεραιότητα του και μπόρεσε να επιβιώσει στους ιδιαίτερα δύσκολους 16ο και 17ο αιώνες.


Βιογραφικά


Γεννήθηκε το 1714 στο Μέγα Δένδρο (κατ' άλλους στον Ταξιάρχη), της επαρχίας Αποκούρου της Αιτωλίας. Το Μέγα Δένδρο δέχεται ως τόπο καταγωγής του ο πρώτος βιογράφος και σύγχρονος του Νικόδημος ο Αγιορείτης. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο ιεροδιδασκαλείο του Λύτσικα στη Σιγδίτσα της Παρνασσίδος και στη μονή Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά των Αγράφων. Δίδαξε ως «υποδιδάσκαλος» στη Λομποτινά Ναυπακτίας και σε άλλα χωριά. Επιθυμώντας να λάβει μιαν ανώτερη παιδεία πήγε στην Αθωνιάδα Σχολή (μονή Βατοπεδίου) γύρω στο 1750, όπου είχε δασκάλους τον Παν. Παλαμά, τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικ. Τζαρτζούλη.

Στο Άγιο Όρος επιδόθηκε στην άσκηση και τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των εκκλησιαστικών Πατέρων. «Μελετώντας το άγιον και ιερόν Εύαγγέλιον - έλεγε στο κήρυγμα του - εύρον μέσα πολλά και διάφορα νοήματα, τα οποία είναι όλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλούτος, χαρά, ευφροσύνη, ζωή αιώνιος». Μολονότι το περιεχόμενο της παιδείας του δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια, από το κήρυγμα του συνάγεται ότι είχε μια βαθιά εκκλησιαστική γνώση και μια επαρκή γενικότερη «θύραθεν» παιδεία. Γνώριζε καλά Ελληνικά, έμαθε ξένες γλώσσες («Εβραϊκά, Τουρκικά, Φράγκικα») και δείχνει κάποια άνεση στη χρήση και της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Άλλωστε, και μετά τη φοίτηση του στην Αθωνιάδα, ως μοναχός μπορούσε να συνεχίσει την κατάρτιση του «κατ' ιδίαν» («... έφθειρα την ζωήν μου εις την σπουδήν σαράντα πενήντα χρόνους... τα βάθη της σοφίας ήρεύνησα» - θα ομολογήσει). Το 1759 έγινε μοναχός στη μονή Φιλόθεου. Τότε άλλαξε το κοσμικό του όνομα Κώνστας με το μοναχικό Κοσμάς.

Στον χώρο της μετανοίας του φλεγόταν από τον πόθο να βοηθήσει το υπόδουλο Γένος, συμβάλλοντας στον κατά Θεόν φωτισμό του. «Ακούοντας και εγώ, αδελφοί μου - θα πει αργότερα - τούτον τον γλυκύτατον λόγον, όπου λέγει ο Χριστός μας, να φροντίζωμεν και δια τους αδελφούς μας, μ' έτρωγεν εκείνος ο λόγος μέσα είς την καρδίαν τόσους χρόνους, ωσάν το σκουλήκι, όπου τρώγει το ξύλον... Όθεν άφησα την Ιδικήν μου προκοπήν, το ιδικόν μου καλόν, και εβγήκα να περιπατώ από τόπον εις τόπον και διδάσκω τους αδελφούς μου». Και αλλού θα συμπληρώσει: «Επειδή το Γένος μας έπεσεν εις αμάθειαν, είπα: Ας χάση ο Χριστός εμένα, ένα πρόβατον, και ας κερδίση τα άλλα. Ίσως η ευσπλαγχνία του Θεού και η ευχή σας σώση και εμένα».

Στα τέλη του 1760, πιθανότατα, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε άδεια και ευλογία του οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β', για να αρχίσει το ιεραποστολικό του έργο, το οποίο συνέχισε για μια περίπου εικοσαετία και το επισφράγισε με το μαρτύριο του.

Ο Κοσμάς πραγματοποίησε τέσσερεις ή κατ' άλλους τρεις περιοδείες, σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Οι πορείες του δεν μπορούν να οριστούν με ακρίβεια. Διάφορες «ενθυμήσεις» εκκλησιαστικών βιβλίων, τοπικές παραδόσεις και οι επιστολές του βεβαιώνουν ότι περιόδευσε τα μέρη της Κωνσταντινούπολης, τη Θράκη, το Άγιο Όρος, τη Στερεά Ελλάδα, την Αχαΐα, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου, τμήμα της Σερβίας και τη Βόρειο Ήπειρο, όπου υπήρχε ελληνικό στοιχείο. Κήρυττε σε πόλεις και χωριά, σε ορεινές και απομονωμένες περιοχές, αψηφώντας μόχθο και κινδύνους. Παρά την ηπιότητα και πατρικότητα του κηρύγματος του, που έβρισκε μεγάλη λαϊκή ανταπόκριση, δεν έλειψαν οι αντιδράσεις. Τους πλουσίους και κάθε είδους δυνατούς προκαλούσε ο λόγος του να δώσουν «το άδικον οπίσω»• πολλούς από τους κοτζαμπάσηδες ο λόγος του για δικαιοσύνη- τους Ενετούς και το επτανησιακό αρχοντολόι η ρωμαίικη παράδοση, που αυτός εκπροσωπούσε• και τέλος τους Εβραίους η μεταφορά, με ενέργειες του, του παζαριού από την Κυριακή στο Σάββατο και οι λαϊκές αντιεβραϊκές παραδόσεις, που χρησιμοποιούσε. Η επιβουλή των Εβραίων εναντίον του έγινε ο μεγαλύτερος κίνδυνος του: «Να τον παρακαλέσετε (τον Χριστό) - έλεγε - να με φυλάγη από τις παγίδες του Διαβόλου και μάλιστα των Εβραίων, όπου εξοδιάζουν χιλιάδες πουγγιά δια να με θανατώσουν». Στις 2 Μαρτίου 1779 έγραφε στον λόγιο αδελφό του Χρύσανθο: «Δέκα χιλιάδες Χριστιανοί με αγαπώσι και ένας με μισεί. Χίλιοι Τούρκοι με αγαπώσι και ένας όχι τόσον. Χιλιάδες Εβραίοι θέλουν τον θάνατον μου και ένας όχι». Οι Εβραίοι τον συκοφάντησαν ότι δήθεν ήταν όργανο της Ρωσίας και υποκινούσε επανάσταση. Ενώ κήρυσσε στο χωριό Κολικόντασι του Βερατίου, συνελήφθη με εντολή του Κουρτ πασά, στις 23 Αυγούστου 1779, και την επομένη κρεμάστηκε από δέντρο στις όχθες του ποταμού Άψος, χωρίς καμιά δίκη και καταδικαστική απόφαση. Το σώμα του γυμνώθηκε και ρίχτηκε στον ποταμό, απ' όπου το ανέσυρε ύστερα από τρεις μέρες ο εφημέριος του χωριού και το έθαψε στον ναό του.


Η δράση

Ο Κοσμάς επέλεξε τον αποστολικό τρόπο δράσης, υπακούοντας σε εντολές και ευρύτερο σχέδιο του οικουμενικού πατριαρχείου. Η έναρξη ιεραποστολικής δράσης σχεδόν ταυτόχρονα με τον Κοσμά και από τον λόγιο ιεροκήρυκα του πατριαρχείου Δωρόθεο Βουλησμά ενισχύει αυτή την εκδοχή. Οι περιοδείες του Πατροκοσμά αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της λαϊκής ενότητας μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση, που ήταν και εθνική. Πρωταρχικός στόχος του ήταν η ανάσχεση των εξισλαμισμών, που είχαν πυκνωθεί τον 18ο αιώνα. Το κήρυγμα του Πατροκοσμά μπόρεσε να βρει απήχηση και συνεπώς να έχει και διάρκεια, γιατί ο Κοσμάς μπορούσε να μιλεί με τρόπο κατανοητό στον λαό, αντίθετα με άλλους λογίους ιεροκήρυκες της εποχής του. Ο λόγος του φανερώνει το λαϊκό φρόνημα του. Χρησιμοποίησε τον γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας των λαϊκών στρωμάτων, για να μπορεί να βρει απήχηση ο λόγος του. Διάνθιζε το κήρυγμα του με ελεύθερη απόδοση αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, με τα οποία ο λαός ήταν εξοικειωμένος στη λειτουργική ζωή του. Ο «δημοτικισμός» όμως του Πατροκοσμά δεν ήταν τεχνητός, αλλά φυσικός και αβίαστος. Δεν επεδίωκε, άλλωστε, τον εντυπωσιασμό του λαού, αλλά την πνευματική προκοπή του. Στην απλουστευμένη μορφή του λόγου του σώζεται ατόφιος ο ελληνικός γλωσσικός πλούτος, μέσα σε μια φυσική και ανεπιτήδευτη ρητορικότητα, που παρουσιάζει σε πολλά σημεία σπάνια λογοτεχνική δύναμη. Ο Πατροκοσμάς δεν κατέχεται από κάποιο γλωσσικό μονισμό. Γνωρίζει την ελληνική γλώσσα σ' όλη τη διαχρονία της. Γι' αυτό χρησιμοποιεί με άνεση διάφορες γλωσσικές μορφές, ανάλογα με τις περιστάσεις. Αρκεί να παραβάλει κανείς τη γλώσσα του κηρύγματος του με εκείνη της αλληλογραφίας του.

Η αγάπη του Κοσμά για τον λαό φανερώνεται συχνά στο κήρυγμα του. «Χρέος έχουν εκείνοι, όπου σπουδάζουν - σημειώνει - να μη τρέχουν εις αρχοντικά και αυλάς μεγάλων και να ματαιώνωσι (να χαραμίζουν) τη σπουδή τους, δια να αποκτήσουν πλούτον και αξίωμα, αλλά να διδάσκωσι μάλιστα τον κοινόν λαόν, όπου ζώσι με πολλήν απαιδευσίαν και βαρβαρότητα». Πρότυπα του σε αυτό το πλησίασμα του λαού, που επιχείρησε, είχε ασφαλώς τον Φραγκίσκο Σκούφο (1644-1697), τον Ηλία Μηνιάτη (1669-1714) και τον Βικέντιο Δαμοδό (1700-1752). Την ίδια δε παράδοση θα ακολουθήσει και ο νεώτερος του Κοσμά Νικηφόρος Θεοτόκης (1730-1800).

Το κήρυγμα του Πατροκοσμά και η διδασκαλία του αποτυπώθηκαν στις περίφημες Διδαχές του, ο οποίες δείχνουν την πατερικότητα και παραδοσιακότητά τους. Στον λιτό και ανεπιτήδευτο λόγο του ανακεφαλαιώνεται όλη η πατερική παράδοση. Το φιλολογικό πρόβλημα των Διδαχών εξέτασε εκτεταμένα ο Ι. Μενούνος στη διατριβή του. Ο λόγος του Πατροκοσμά δεν έχει μεγάλη ποικιλία. Είναι μια βασική διδασκαλία, που ο «σκελετός» της παρέμενε βασικά ο ίδιος, με ανάλογες προσαρμογές κατά τις περιστάσεις. Το θεολογικό του σχήμα είναι: δημιουργία από τον Θεό - πτώση - σωτηρία εν Χριστώ - μέθοδος οικειώσεως της εν Χριστώ σωτηρίας (λυτρωτικά μέσα της Εκκλησίας: άσκηση - μυστήρια). Ο Ι. Μενούνος διακρίνει πέντε τύπους Διδαχών (συνολικά 26 κείμενα) του Κοσμά, των τελευταίων ετών της δράσης του. Κανένα αυτόγραφο του δεν σώζεται. Τα κηρύγματα του καταγράφονταν από ακροατές του.

Ο Κοσμάς ακολουθούσε συγκεκριμένη πορεία στο κήρυγμα του. Σε κάθε τόπο έκανε μια πρώτη ομιλία το βράδυ, γιατί η μετακίνηση του γινόταν στη διάρκεια της ημέρας. Το πρωί έκανε μια δεύτερη ομιλία. Στην πρώτη μιλούσε για τη δημιουργία και την πτώση, στη δεύτερη για τη σωτηρία. Το δεύτερο βράδυ έκανε τρίτη ομιλία με θέμα την ανάσταση και την εξάπλωση της πίστης, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.

Η ευρύτερη θεματική των ομιλιών του είχε στόχο την ανταπόκριση στις άμεσες ανάγκες και στους προβληματισμούς του Γένους. Θα μπορούσαν να διακριθούν εδώ τρεις άξονες:

α) Η ορθόδοξη πίστη και παράδοση

Απέβλεπε στην αναζωπύρηση του πατερικού φρονήματος, για την επανεύρεση των υπαρκτικών θεμελίων του Γένους. Γι’ αυτό έκανε συνεχώς έκκληση στην ορθόδοξη συνείδηση του λαού: «Έμαθα - έλεγε - πως με την χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου και Θεού δεν είσθενε Έλληνες (δηλ. ειδωλολάτρες), δεν είσθενε ασεβείς αιρετικοί άθεοι, αλλ' είσθενε ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί, πιστεύετε και είσθενε βαπτισμένοι εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και είσθενε τέκνα και θυγατέρες του Χριστού μας...». Η δική του (δια)φωτιστική προσπάθεια διαφοροποιούνταν ριζικά από εκείνη των δυτικόφρονων Διαφωτιστών της εποχής και επεδίωκε να προφυλάξει τον λαό από τη σύγχυση των διαφόρων προπαγανδών, που άρδευαν κατακλυσμικά τη συνείδηση του: «Όλες οι πίστες - ήταν το κήρυγμα του Πατροκοσμά - είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του Διαβόλου. Τούτο εκατάλαβα αληθινόν, θείον, ουράνιον, σωστόν, τέλειον και δια λόγου μου και δια λόγου σας, πως μόνη η πίστις των ευσεβών και ορθοδόξων Χριστιανών είναι καλή και αγία...». Το κήρυγμα του, τριαδοκεντρικό οπωσδήποτε, εστιάζεται συχνά στο πρόσωπο του Χριστού, αφού το «κινδυνευόμενον και προκείμενον» ήταν η χριστιανική (ορθόδοξη) υπόσταση του Έθνους. Ο Χριστός είναι για τον Κοσμά «ό γλυκύτατος αύθέντης και δεσπότης». Χρυσοστομικές εξάρσεις στον λόγο του είναι συχνές: «Ανίσως, αδελφοί μου, και ήταν δυνατόν να ανεβώ εις τον ούρανόν, να φωνάξω μίαν φωνήν μεγάλην, να κηρύξω εις όλον τον κόσμον πως μόνος ό Χριστός μου είναι Υιός και Λόγος του Θεού και Θεός αληθινός και ζωή των απάντων, ήθελα να το κάμω».

Το κήρυγμα του δεν ήταν άχρωμη ηθικολογία, αλλά θεολογία, πατερικό στην ουσία του και δογματικό παρά την απλότητα του. Προέβαλλε το ορθοδοξοπατερικό ήθος μέσα από τον ρεαλισμό της εν Χριστώ σωτηρίας. Ζητούσε καθαρότητα της καρδιάς, για να μπορεί να βλαστήσει ο Θείος σπόρος (πρβλ. Λουκ, η' 5 κ.εξ.) και μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας. Γι' αυτό έστηνε έναν ξύλινο σταυρό (πολλοί από αυτούς έχουν σωθεί) και δίδασκε στη σκιά του, καλώντας τον λαό στα μυστήρια (ευχέλαιο, εξομολόγηση, Θεία Ευχαριστία). Από την ορθόδοξη παράδοση προχωρούσε στο ορθόδοξο ήθος, προβάλλοντας την τριάδα των αρετών: ταπείνωση, συγχωρητικότητα, αγάπη, ως θεμέλιο της εκκλησιαστικής κοινωνικότητας. Ζητούσε από τον Θεό να «φύτευση και να ρίζωση εις την καρδίαν (των ακροατών του) την ειρήνην, την αγάπην, την ομόνοιαν, την πραότητα, την θερμήν πίστιν, την ορθήν εξομολόγησιν». Οικοδομούσε, έτσι, τον σύνδεσμο ατομικότητας και κοινωνικότητας μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα.

β) Η γνήσια παιδεία

Ο Πατροκοσμάς υπήρξε απόστολος όχι μόνο της Ορθόδοξης πίστης, αλλά και της ελληνικής παιδείας. Σ' αυτό το σημείο δεν έλειψαν οι αντιφατικές κρίσεις και ιδεολογικές ακόμη χρήσεις των λόγων του. Την παιδεία συνδύαζε με τον φωτισμό του ανθρώπου και γι' αυτό θεωρούσε αμάρτημα την αδιαφορία απέναντι της: «Αμαρτάνετε πολύ να τα αφήνετε (=τα παιδιά) αγράμματα και τυφλά, και μη μόνον φροντίζετε να τους αφήσετε πλούτη και υποστατικά, και μετά τον θάνατο σας να τα τρων και να τα πίνουν και να σας οπισολογούν (κατηγορούν; δυσφημούν;). Καλύτερα να τα αφήσετε φτωχά και γραμματισμένα, παρά πλούσια και αγράμματα». Η παιδεία όμως, που αυτός συνιστά, είναι η παιδεία του Γένους, ελληνική. Δεν τον κινεί κάποιος εθνικιστικός σωβινισμός στο αίτημα αυτό, αλλά η ιστορία του Γένους. Μιλεί για την παιδεία των Πατέρων, η οποία ως γνήσια ζήτηση της αλήθειας (φιλοσοφία) ανοίγει τον δρόμο προς το Ευαγγέλιο, τον λόγο της σωτηρίας. «Η Εκκλησία μας - λέγει - είναι εις την ελληνικήν. Και αν δεν σπουδάσης τα Ελληνικά, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα πού ομολογεί η Εκκλησία μας». Για να περιορίσει και να εξαφανίσει από τους Έλληνες τη χρήση του βλάχικου ή αρβανίτικου γλωσσικού ιδιώματος, θα φθάσει σε σημείο να δηλώσει: «Όποιος χριστιανός, άνδρας ή γυναίκα, υπόσχεται μέσα εις το σπίτι του να μη κουβεντιάζη Αρβανίτικα, ας σηκωθή επάνω να μου είπη και να πάρω όλα του τα αμαρτήματα εις τον λαιμόν μου από τον καιρόν όπου εγεννήθηκε, έως τώρα, και να βάλω όλους τους χριστιανούς να τον συγχωρέσουν...».

Η παιδεία που διέδιδε ο Πατροκοσμάς απέβλεπε στην αναγέννηση του Έθνους. Όπως έγραφε στους Παργίους, το ελληνικό σχολείο που θα ίδρυαν, έπρεπε να συντελέσει «εις την διαφύλαξιν της πίστεως και ελευθερίαν της πατρίδος». Ήταν μια παιδεία που ανταποκρινόταν στις άμεσες ανάγκες του δούλου Γένους και διαφοροποιούνταν ριζικά από εκείνη των δυτικοπλήκτων και τα «άθεα γράμματα» μερικών Διαφωτιστών. Το αυθεντικό πατερικό φρόνημα του αποτυπώνουν τα λόγια του: «Αι πολλαί Εκκλησίαι ούτε διατηρούν, ούτε ενισχύουν την πίστιν μας, όσον και όπως πρέπει, εάν οι εις Θεόν πιστεύοντες δεν είναι φωτισμένοι υπό των παλαιών και νέων Γραφών. Η πίστις μας δεν εστερεώθη από αμαθείς Αγίους, αλλά από σοφούς και πεπαιδευμένους, οίτινες και τας αγίας Γραφάς ακριβώς μας εξήγησαν και δια θεοπνεύστων λόγων αρκούντως μας εφώτισαν...». Πάνω σε παρόμοιες θέσεις του Πατροκοσμά, φαίνεται, στηρίχθηκε η άποψη ότι γκρέμισε στη Χειμάρρα εκκλησίες, για να γίνουν σχολεία. Δεν είναι όμως απίθανο, ερειπωμένες και εγκαταλελειμμένες εκκλησίες να όριζε να τις μετατρέψουν σε σχολεία. Το σχολείο όμως του Κοσμά ήταν προέκταση της Εκκλησίας: «Από το σχολείο μανθάνομεν, το κατά δύναμιν, τί είναι Θεός, τι είναι η Αγία Τριάς, τι είναι άγγελοι, τι είναι αρχάγγελοι, τι είναι δαίμονες, τι είναι παράδεισος, τι είναι κόλασις, τι είναι αμαρτία, αρετή. Από το σχολείον μανθάνομεν τι είναι Αγία Κοινωνία, τι είναι Βάπτισμα, τι είναι το άγιον Εύχέλαιον, ο τίμιος γάμος, τι είναι ψυχή, τι είναι κορμί, τα πάντα από το σχολείον τα μανθάνομεν». Έβλεπε, συνεπώς, το σχολείο ως ναό της αληθινής γνώσης και θεοκεντρικής παιδείας. Ο διαφωτισμός του Πατροκοσμά ήταν ορθοδοξοκεντρικός. Το παιδευτικό του πρότυπο ήταν ο Θεάνθρωπος, όχι ο κατά κόσμον σοφός, αλλ' ο θεούμενος. Πλήρης η ταύτιση του με τους συγχρόνους του Κολυβάδες. Ως φωτιστής του Γένους δεν μπορεί να τοποθετηθεί δίπλα στους δυτικόφρονες, αλλά δίπλα στον Βούλγαρι και τον Νικόδημο τον Αγιορείτη. Ο ζήλος του για την παιδεία των ομοεθνών του φαίνεται από τα ίδια τα έργα του. Στον αδελφό του Χρύσανθο έγραφε (1779) ότι ίδρυσε 10 ελληνικά σχολεία και 200 για τα κοινά γράμματα (δημοτικά), στις 30 επαρχίες που είχε επισκεφθεί.

γ) Ορθόδοξη κοινωνικότητα

Ο Πατροκοσμάς απέβλεπε με το κήρυγμα του να σώσει και τα υπαρκτικά θεμέλια του Γένους στις διαστάσεις της ρωμαίικης κοινωνικότητας. Αποσκοπούσε όχι μόνο στην αναγέννηση του ανθρώπινου προσώπου, αλλά και σύνολης της κοινωνίας. Την κοινωνικότητα έβλεπε ως οριζόντια θρησκευτικότητα. Κήρυττε ισότητα και αδελφότητα όλων των ανθρώπων («από ένα άνδρα και μίαν γυναίκα εγεννήθημεν και όλοι είμεθα αδελφοί»). Δεν παρέλειπε όμως να συμπληρώνει: «Όλοι είμεθα αδελφοί, μόνον η πίστις μας χωρίζει», δείχνοντας την πατερική και εδώ θεμελίωση του. Η υπερφυλετική παναδελφοσύνη των ανθρώπων απέρρεε από τη ρωμαίικη οικουμενικότητα του φρονήματος του, που θεμελιωνόταν όχι στο όμαιμο, αλλά στο ομόπιστο, στο ομόδοξο. Παράλληλα όμως κήρυττε την ισότητα ανδρών και γυναικών και την ιερότητα του γάμου, μέσα όμως στη λειτουργική ιδιαιτερότητα των φύλων και της αποστολής τους στο κοινωνικό σώμα (ήθελε τον άνδρα «ωσάν βασιλέα» στην οικογένεια και την γυναίκα «ωσάν βεζίρη»). Συνιστούσε την πρακτική δικαιοσύνη, την αποφυγή «της αρπαγής και αδικίας» και να δίνεται «το άδικον οπίσω», σ' όποιον και αν είχε γίνει η αδικία («... όσοι αδικήσατε Χριστιανούς, ή Εβραίους, ή Τούρκους»).

Ιδιαίτερα εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ο Πατροκοσμάς έδειχνε σημαντικό ενδιαφέρον για τη συλλογική - κοινωνική συμπεριφορά και οργάνωση, για κοινή - κοινοτική ύπαρξη και σύμπραξη: «Αμή τι είναι η πλερωμή μου; Να καθίστετε από πέντε - δέκα να συνομιλήσετε αυτά τα θεία νοήματα, να τα βάλετε μέσα εις την καρδίαν σας, δια να σας προξενήσουν την ζωήν την αιώνιον». Σε κάθε τόπο, που επισκεπτόταν, συνιστούσε στη συσσωμάτωση σε αδελφότητα, για τη συλλογική δραστηριοποίηση της κοινωνικής ομάδας, στα όρια όμως μιας κοινής και εθνωφελούς στοχοθεσίας. Όριζε εκλογή των υπευθύνων με βάση δημοκρατική («με τη γνώμη όλων των χριστιανών»). Σύμφωνα με μαρτυρία του προβλεπτή της Λευκάδας, που είχε πάρει από τον κατάσκοπο του αγίου, άρχοντα Μαμωνά, ο Πατροκοσμάς απέτρεπε τους κατοίκους της Πρέβεζας να εκκλησιάζονται στις ενορίες εκείνες που δεν είχαν συσσωματωθεί σε αδελφότητα. Είναι φανερό ότι το κοινοβιακό πρότυπο του Αγιορείτη μοναχού Πατροκοσμά μεταφυτευόταν στις κοσμικές ενορίες και κοινότητες.

Την κοινωνική ενότητα στήριζε στον αλληλοσεβασμό «αρχόντων και αρχομένων». Προέτρεπε τους πιστούς να τιμούν τους ιερείς παραπάνω από τους βασιλείς και τους αγγέλους, αλλά και τους προεστούς και τους γεροντότερους, χωρίς «να καταφρονούν κανένα... ότι ο Θεός όμοια μας έχει όλους». Τις ρωμαίικες-ορθόδοξες ρίζες της κοινωνικής του θεωρίας αποκαλύπτει η θέση του για τους προεστούς: «Ό,τι χρεία τύχη της χώρας, τους προεστούς γυρεύουν και σεις κοιμάσθε ξέγνοιαστοι...». Στη συνάφεια αυτή έχει σημασία η τοποθέτηση του Πατροκοσμά απέναντι στον κατακτητή. Συνιστά στον λαό νομιμοφροσύνη, αλλ' όχι δουλικότητα: «Περιπατώ -γράφει σε κάποιον κατή-και διδάσκω τους Χριστιανούς να φυλάγουσι τας εντολάς του Θεού και να πείθωνται (υπακούουν) εις τας κατά Θεόν βασιλικάς προσταγάς» (Πράξ. ε' 29). Συνιστούσε υπακοή σε όσα «δεν αντιστέκονται στο Ευαγγέλιο».

Στη θέση του απέναντι στους Τούρκους μένει πιστός στη χαραγμένη ήδη από τον πατριάρχη Γεννάδιο Β' τον Σχολάριο τακτική. Βραχυπρόθεσμη συνεργασία και κατευνασμός του «θηρίου» και πρόκριση του Τούρκου, ως λιγότερο επικίνδυνου για την «ψυχή», από τον Φράγκο: «Και διατί δεν έφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, που ήταν τόσα ρηγάτα εδώ κοντά να τους το δώση, μόνον ήφερε τον Τούρκον μέσαθε από την Κόκκινην Μηλιά και του το εχάρισεν; Ήξερεν ο Θεός, πως τα άλλα ρηγάτα μας βλάπτουν εις την πίστιν, και ο Τούρκος δεν μας βλάπτει. Άσπρα (χρήματα) δώσ' του και καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι...». Έδινε έτσι μιαν απάντηση στους δυτικόφρονες ενωτικούς. Δεν δίσταζε όμως, όταν έπρεπε, να αποκαλύπτει τους εχθρούς της πίστεως και του Γένους: «Ό αντίχριστος ο ένας είναι ο Πάπας και ο έτερος είναι αυτός, που είναι εις το κεφάλι μας. Χωρίς να είπω το όνομα του, το καταλαβαίνετε...».


Ο οραματισμός

Η μεγαλόπνοη δράση του Πατροκοσμά δέχθηκε πολλές ερμηνείες, αναζητήθηκαν διάφορες σκοπιμότητες και επισημάνθηκαν ανάλογοι στόχοι. Θεωρήθηκε «εθνικιστής», «κοινωνικός επαναστάτης», «δημοτικιστής» κ.α. Οι τοποθετήσεις όμως αυτές μάλλον τον αδικούν, διότι είναι ευδιάκριτη η πατερικότητά του. Ο άγιος Κοσμάς ανήκε ολόκληρος στην ορθόδοξη πατερική παράδοση, είχε ευρύ πατερικό πνεύμα και οι στόχοι και τα μέσα του καθορίζονταν από τη ζωή και πράξη της Εκκλησίας. Απέβλεπε στον αναβαπτισμό του Έθνους στην πατερική παράδοση, όπως αυτή σώζεται στην πραγματικότητα της Εκκλησίας. Οραματιζόταν μια ελληνική κοινωνία «κατοικία του Θεού, κατοικία των αγγέλων». Τίποτε λιγότερο, δηλαδή, ή περισσότερο από ό,τι ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έλεγε: «γήν ούρανόν ποιήσωμεν». Το κήρυγμα του, προϋποθέτοντας την ακαταστασία των καιρών, οδηγούσε σε μια χριστοκεντρική κοινωνία, σε μια αταξική αδελφοποιία, μέσα στην ελευθερία και τη δικαιοσύνη: «Να ζήσουν (οι άνθρωποι) - έλεγε - και εδώ καλά, ειρηνικά και αγαπημένα, και μετά να πηγαίνουν εις τον παράδεισον να χαίρωνται πάντοτε». Έξω από κάθε ουτοπία, κινούνταν στον πνευματοκρατικό ρεαλισμό της Ορθοδοξίας, στα όρια του - υπαρκτού Χριστιανισμού», όπως σώζεται στη μοναστική αδελφότητα - ενορία. Αδιανόητη ήταν γι' αυτόν μια Ελλάδα χωρίς Χριστό, χωρίς Ορθοδοξία. Η φιλοπατρία του διεπόταν από τη διπολικότητα πρόσκαιρου - αιωνίου, με έμφαση βέβαια στο δεύτερο:

α) «Η πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήινη και ματαία, είναι από του Αγίου Άρτης και από την επαρχίαν Άπόκουρον». Αλλά συμπλήρωνε:

β) «Ημείς, Χριστιανοί μου, δεν έχομεν εδώ πατρίδα (Εβρ. ιγ' 14). Δια τούτο και ό Θεός μας έβαλε τον νουν εις το επάνω μέρος, δια να στοχαζώμασθε πάντοτε την ουράνιον βασιλείαν, την αληθινήν πατρίδα μας».

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο πρέπει να ιδωθεί και η εθνική του προσδοκία, η οποία δεν πρέπει να χωριστεί από τη ρωμαίικη οικουμενικότητα, που, όπως στους Κολυβάδες, σωζόταν και στον Πατροκοσμά. Μιλούσε για το ρωμαίικο («αυτό μια μέρα θα γίνη ρωμαίικο»). Η ανάσταση του Γένους προσανατολιζόταν στην Πόλη και την Ελληνορθόδοξη αυτοκρατορία της Ρωμανίας. Αυτή την αποκατάσταση του Γένους υπαινίσσονταν και οι σπουδαίες προφητείες του. Με υπονοούμενα και συμβολικές φράσεις, εξάλλου, προσπαθούσε να εμπνεύσει στις ψυχές των υποδούλων τον πόθο της παλιγγενεσίας και να συντηρήσει την ελπίδα για την έλευση του «ποθούμενου». Και ως μόνο μέσο γι' αυτή την ενδυνάμωση της συλλογικής συνείδησης θεωρούσε την εμμονή στην πίστη: «Το κορμί σας ας το καύσουν, ας το τηγανίσουν• τα πράγματα σας ας τα πάρουν, μη σας μέλλει. Δώσατε τα. Δεν είναι δικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ο κόσμος να πέση δεν ημπορεί να σας τα πάρη, εκτός και τα δώσετε με το θέλημα σας. Αυτά τα δύο να τα φυλάττετε, να μη τα χάσετε». Μετά τις αποτυχίες των ρωσοτουρκικών συγκρούσεων (1774 κ.ε.) πρέπει να συνειδητοποίησε ο Κοσμάς την ανάγκη της εσωτερικής σποράς μέσα στη λαϊκή ψυχή, ώστε να βρει μόνη της τον δρόμο της ελευθερίας, με την αναζωπύρωση της αυτοσυνειδησίας της.


Η απήχηση

Το κήρυγμα του Πατροκοσμά είχε τεράστια απήχηση στον λαό. Σε κάθε τόπο, που επισκεπτόταν, προκαλούσε σεισμό στις συνειδήσεις, συνοδευόμενο από μετάνοια. Εχθροί συμφιλιώνονταν, κλέπτες επέστρεφαν τα κλοπιμαία, ληστές μεταβάλλονταν, πλούσιες γυναίκες πρόσφεραν τα χρυσάφια τους για έργα φιλανθρωπίας κ.λπ. Κατά τον βιογράφο του Νικόδημο μοίρασε συνολικά «υπέρ τα πεντακόσιας χιλιάδας σταυρούδια». Τις ομιλίες του παρακολουθούσαν χιλιάδες (τουλάχιστον 6.000 ήταν οι ακροατές του στο χωριό Μαύρο Μανδήλι κοντά στην Πρέβεζα κατά τον κατάσκοπο του Μαμωνά). Ακόμη και σήμερα όλη η βορειοδυτική Ελλάδα διατηρεί τη μνήμη της παρουσίας του. Σε πολλά μέρη της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, των Αγράφων και της Στερεάς άρχιζε η επανάσταση με το δίστιχο: «Βοήθα μας, άγιε Γιώργη, και συ άγιε Κοσμά να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά - Σοφιά». Ιδιαίτερη εκτίμηση έτρεφε για τον άγιο ο διαβόητος Αλή πασάς των Ιωαννίνων, του οποίου το μέλλον είχε προφητεύσει ο Κοσμάς. Γι' αυτό και ανήγειρε μεγαλοπρεπή ναό στον τόπο της ταφής του αγίου. Διέταξε ακόμη να κατασκευάσουν αργυρά θήκη για την κάρα του, την οποία πολλές φορές έφερε στα Γιάννινα, για να την προσκυνήσει. Όταν κάποιοι τον χλεύασαν για την πράξη του αυτή, απάντησε με οργή: «Φέρετε μου ένα μουσουλμάνο σαν κι αυτόν τον Χριστιανό και να του φιλήσω και τα πόδια».

Ο Πατροκοσμάς είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας, ευρύτατα γνωστό στον λαό, που είχε, έτσι, τη βεβαίωση του αγιοπνευματικού φωτισμού του. Δείγματα της αγιότητας του ήταν και οι προφητείες του, πολλές από τις οποίες βρήκαν την πραγμάτωση τους. Έλεγε λ.χ. «το ποθούμενο θα γίνη στην τρίτη γενεά. Θα το δουν τα εγγόνια σας». Πράγματι, η γενεά του 1821 ήταν η τρίτη από την εποχή του Κοσμά. «Πότε θαρθή το ποθούμενο;» - τον ρώτησαν στα Τσαραπλανά της Ηπείρου. «Όταν ενωθούν αυτά», απάντησε, δείχνοντας δύο μικρά δένδρα, τα οποία πράγματι μεγάλωσαν και ενώθηκαν το 1912. Ο λαός τον τιμούσε γι' αυτό ως άγιο ήδη πριν από το μαρτύριο του, μετά το οποίο του αποδίδονταν τιμές μάρτυρα της πίστεως. Αυτή την πράξη έλαβε υπ' όψιν το οικουμενικό πατριαρχείο, το οποίο με πράξη του τον κατέταξε μεταξύ των αγίων της Εκκλησίας, στις 20 Απριλίου 1961, υπογραμμίζοντας, ότι «άπασαν την πατρώαν γήν διέδραμε, κηρύττων ιεραποστολικώς τον λόγον του θεού, σχολεία πολλαχού ιδρύων, ασθενούντας θεραπεύων, την αγίαν αυτού εκκλησίαν κρατύνων, τύπον δ' εαυτόν ταπεινώσεως, αυταπαρνήσεως, αρετής και εγκράτειας αναδείξας, έως ου και τον μαρτυρικόν υπέμεινε θάνατον». Η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου, μέρα του μαρτυρίου του.

Ο άγιος Κοσμάς ονομάστηκε «ο μεγαλύτερος μετά την άλωση Έλληνας» και πατέρας του νεοελληνικού Έθνους. Ίσως θα πρέπει να προστεθεί ότι υπήρξε πρότυπο νεοελληνικού ήθους και αναστηλωτής του αυθεντικού ελληνορθόδοξου ιδεώδους.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 24 Αυγούστου.
Περισσότερα...

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2011

Αγάπη και χαρά

Η αγάπη που μπορεί να προσφέρει στο συνάνθρωπο τη χαρά, μέσα από μια όμορφη διήγηση αισιοδοξίας και παραδείγματος προς μίμηση, από τον Πάολο Κοέλιο.

Κάποια μέρα ένας χωρικός χτύπησε δυνατά την πόρτα ενός μοναστηριού. Όταν ο αδελφός θυρωρός άνοιξε, εκείνος του έδωσε ένα θαυμάσιο τσαμπί σταφύλια.

- Αγαπητέ αδελφέ, αυτά είναι τα πιο ωραία σταφύλια του αμπελιού μου. Ήρθα εδώ να σου τα χαρίσω.

- Ευχαριστώ! Θα τα πάω αυτά στον αββά, θα χαρεί πολύ με τέτοιο δώρο.

- Όχι! Για σένα τα έφερα.

- Για μένα; Ο αδελφός κοκκίνισε, επειδή αισθάνθηκε ότι δεν άξιζε ένα τέτοιο δώρο της φύσης.

- Ναί! επέμενε ο χωρικός. Γιατί πάντα μου άνοιγες την πόρτα, όταν εγώ χτυπούσα.

Όταν χρειαζόμουν βοήθεια, επειδή η σοδειά μου είχε καταστραφεί από την ξηρασία, εσύ μου έδινες κάθε μέρα ένα κομμάτι ψωμί κι ένα ποτήρι κρασί, θέλω αυτό το τσαμπί σταφύλια να σου φέρει λίγο από την αγάπη του ήλιου, την ομορφιά της βροχής και το θεϊκό θαύμα που το γέννησε τόσο όμορφο.

Ο αδελφός θυρωρός τοποθέτησε το τσαμπί μπροστά του κι όλο το πρωί το θαύμαζε: Ήταν πραγματικά όμορφο. Γι' αυτό αποφάσισε να παραδώσει το δώρο στον αββά, που πάντα τον ενθάρρυνε με σοφά λόγια.

Ο αββάς χάρηκε πολύ με τα σταφύλια, θυμήθηκε όμως ότι κάποιος αδελφός στο μοναστήρι είχε αρρωστήσει και σκέφτηκε: "Θα του δώσω το τσαμπί. Ποιος ξέρει, μπορεί να φέρει κάποια χαρά στη ζωή του".

Έτσι κι έγινε. Τα σταφύλια δεν έμειναν, όμως, πολλή ώρα στο δωμάτιο του άρρωστου αδελφού, γιατί κι εκείνος συλλογίστηκε: "Ο αδελφός μάγειρας μ' έχει φροντίσει τόσο καιρό, ταΐζοντας με με ό,τι καλύτερο. Σίγουρα θα χαρεί". Όταν το μεσημέρι εμφανίστηκε ο αδελφός μάγειρας με το γεύμα, αυτός του έδωσε τα σταφύλια.

"Είναι για σένα", είπε ο άρρωστος αδελφός. "Επειδή πάντα βρίσκεσαι σ' επαφή με τα προϊόντα που μας προσφέρει η φύση, θα ξέρεις τι να κάνεις μ' αυτό το δημιούργημα του θεού".

Ο αδελφός μάγειρας έμεινε κατάπληκτος από την ομορφιά του τσαμπιού και σχολίασε με τον βοηθό του πόσο τέλεια ήταν τα σταφύλια. Τόσο τέλεια, που κανείς άλλος δεν θα εκτιμούσε τέτοιο θαύμα της φύσης όσο ο αδελφός σκευοφύλακας, καθώς εκείνος ήταν ο υπεύθυνος για τη φύλαξη της Αγίας Μετάληψης και πολλοί στο μοναστήρι τον θεωρούσαν σαν άγιο άνθρωπο.

Ο σκευοφύλακας με τη σειρά του χάρισε τα σταφύλια στον πιο νεαρό δόκιμο, ώστε να καταλάβει εκείνος, ότι το έργο του θεού φανερώνεται στις πιο μικρές λεπτομέρειες της δημιουργίας. Όταν ο δόκιμος τα πήρε, η καρδιά του δόξαζε τον Κύριο, επειδή δεν είχε ξαναδεί τόσο όμορφο τσαμπί. Την ίδια στιγμή θυμήθηκε την πρώτη φορά που είχε φτάσει στο μοναστήρι και τον άνθρωπο που του είχε ανοίξει την πόρτα - αυτή η χειρονομία του είχε επιτρέψει να βρεθεί σήμερα σ' εκείνη την κοινότητα ανθρώπων που ήξεραν να εκτιμούν τα θαύματα. Κι έτσι, λίγο πριν νυχτώσει, έφερε το τσαμπί στον αδελφό θυρωρό.

"Να το απολαύσεις", είπε. "Γιατί εσύ περνάς τον περισσότερο χρόνο εδώ ολομόναχος. Αυτά τα σταφύλια θα σε κάνουν να χαρείς".

Ο αδελφός θυρωρός θεώρησε ότι εκείνο το δώρο προοριζόταν πραγματικά για τον ίδιο, απόλαυσε την κάθε ρόγα του τσαμπιού και κοιμήθηκε ευτυχισμένος.
Περισσότερα...

Τρίτη 16 Αυγούστου 2011

Ονόματα της Παναγίας μας


Ξεπερνούν στην Ορθοδοξία τα 500, τα επίθετα που έχουν αποδοθεί στην Παναγία. Ο κάθε ερευνητής όλο και νομίζει ότι ολοκλήρωσε τον κατάλογο και όλο κάποιο νέο και άγνωστο ως τα τώρα προκύπτει. Τόση είναι η αγάπη, η γόνιμη σκέψη και η εφευρετικότητα, όχι μόνο των καλλι-τεχνών και των λογίων, αλλά και του απλού πιστού λαού, που γεννά συνεχώς και νέα επίθετα στην Παναγία, που μπορούν να χωριστούν σε οκτώ κατηγορίες.




1) Από την παράσταση της Παναγίας στην εικόνα: Τέτοια επίθετα είναι η Βρεφοκρατούσα, η Γλυκοφιλούσα, η Γαλακτοτροφούσα, η Πλατυτέρα των Ουρανών, η Οδηγήτρια και άλλα. Είναι ακόμη το επίθετο Δεξιοκρατούσα ή Δεξιά, όταν κρατάει τον Χριστό στο δεξί της χέρι και όχι προς το μέρος της καρδιάς της. Ακόμη, Μεγαλομάτα, όταν έχει μεγάλα μάτια. Υπάρχουν και ονόματα που συνδυάζονται με μιαν ιερή ιστορία. Λ.χ. το όνομα της Εικόνας «Άξιον Εστίν», που είναι θησαυρισμένη στο Ναό του Πρωτάτου, στις Καρυές του Αγίου Όρους, πήρε το όνομα από το θαύμα που επιτελέσθηκε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, μπροστά της, όταν βρισκόταν σε κελί του Αγίου Όρους. Κατά την παράδοση, ο Αρχάγγελος έψαλε το γνωστό ύμνο «Άξιον εστίν…» σε πλάκα και έγινε άφαντος. Επίσης, το επίθετο Τριχερούσα το πήρε η εικόνα της Παναγίας από το ότι υπάρχει σε αυτήν ένα τρίτο χέρι, που συμβολίζει το θαύμα που συνέβη στον υμνητή και δογματίσαντα για την Παναγία, Αγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Το δεξί χέρι τού το έκοψαν Μουσουλμάνοι και θαυματουργικά αποκαταστάθηκε. Η Παναγία η Εσφαγμένη ονομάστηκε έτσι γιατί κατά την παράδοση μοναχός θύμωσε μαζί της και με μαχαίρι χτύπησε την εικόνα της Παναγίας στο πρόσωπο. Τότε από την εικόνα άρχισε να τρέχει αίμα, ενώ ο μοναχός τυφλώθηκε και έκανε ως τρελός. Ο μοναχός ζήτησε συγγνώμη και συγχωρήθηκε, αλλά το χέρι που χτύπησε την Παναγία τιμωρήθηκε, αφού έμεινε άλιωτο μετά το θάνατο του μοναχού. Υπάρχει ακόμη η Παναγία η Πυροβοληθείσα, στη Μονή Βατοπεδίου, αφού την εικόνα της τη χτύπησαν με όπλο Τούρκοι. «Σφαγμένη» είναι και η εικόνα της Παναγίας της Πορταΐτισσας, της Μονής Ιβήρων, που ονομάστηκε έτσι με το θαύμα που έκανε η Παναγία να φανερώσει τη θέλησή της να παραμείνει στην είσοδο της Μονής ως θυρωρός, για να την προστατεύει.

2) Από τον τόπο Της: Ετσι υπάρχει η Παναγία η Αθηνιώτισσα, η Καστριώτισσα, η Κάμπου, η Πυργιανή, η Εγκλειστριανή (από τη μονή του Οσίου Νεοφύτου του Εγκλείστου), η Σπηλιανή, η Μεγαλοσπηλαιώτισσα (του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων), η Τουρλιανή, η Θαλασσινή, η Καλαμού, η Καμινιώτισσα, η Βλαχερνίτισσα, η Ολυμπιώτισσα, η Σουμελιώτισσα, η Πλατανιώτισσα, η Καταπολιανή, η Χοζοβιώτισσα (από τη μονή Χοζεβά των Αγίων Τόπων), η Παμμακάριστος (από μονή της Κωνσταντινούπολης), η Αγία Σιών, η Εικοσιφοίνισσα, η Έλωνα, η Τροοδίτισσα, η Κυκκώτισσα, η Μαλεβή (από το όρος Πάρνων, που λέγεται και Μαλεβός), η Προυσιώτισσα, η Βλοχαιτισσα, η Λιγοβιτσιάνα, η Αμπελακιώτισσα, η Μεγαλοχωρίτισσα, η Μυρτιώτισσα (Μυρτιά Ακαρνανίας), η Μυρτιδιώτισσα (Κυθήρων).

3) Από την τεχνοτροπία του ναού Της: Τέτοια επίθετα είναι η Θολοσκέπαστη, η Μολυβδοσκέπαστη, η Πελεκητή, η Κρεμαστή, η Μαρμαριώτισσα, η Εκατονταπυλλιανη.

4) Από το όνομα του κτήτορα του ναού ή της μονής Της: Τέτοια επίθετα είναι Παναγία η Παχειά, η Γλυκειά (από το επίθετο γλυκύς), η Περλιγκού, η Λυκοδήμου, η Κοροβιλιά.

5) Από το μήνα που εορτάζεται η Παναγία: Σοτομπριανή, Βρεχούσα, Αυγουστιανή και Δεκαπεντούσα, Τριτιανή, Μεσοσπορίτισσα, Βροντού, Ακαθή (από τον Ακάθιστο Υμνο).

6) Από τα θαύματα της Παναγίας: Γοργοϋπήκοος, Ελεούσα, Ελεήστρα, Γιάτρισσα, Θεραπεία, Γαιματούσα (σταματά την αιμορραγία), Υγεία, Υπακοή, Ψυχοσώστρα, Παραμυθία, Παρηγορήτρα, Παυσολύπη, Φανερωμένη, Μυροβλύτισσα.

7) Εγκωμιαστικά από την έξαρση της αγάπης των πιστών: Συνήθως χρησιμοποιείται επίθετο με πρώτο συνθετικό το χρυσό: Χρυσοκελλαριά, Χρυσοσπηλιώτισσα, Χρυσοπηγή, Χρυσογαλούσα, Χρυσοποδαρίτισσα, Χρυσοχεριά… Υπάρχουν όμως και άλλα, όπως Αγγελόκτιστη, Αερινή, Αναφωνήτρα, Επίσκεψις, Παντάνασσα, Τρανή, Χιλιαρμενίτισσα, Αγία Κόρη.

8) Αυτά που Της έδωσαν οι υμνογράφοι της Εκκλησίας: Κυρίως προέρχονται από τον Ακάθιστο Υμνο: Αμόλυντος, Υψηλοτέρα, Καθέδρα, Κλίμαξ, Σκέπη, Πόλη, Παράκλησις, Επίσκεψις, Καταφυγή, Κεχαριτωμένη, Χώρα του Αχώρητου, Όρος Αλατόμητον, Νεφέλη ολόφωτε, Κυρία των Αγγέλων.

Αλφαβητικός κατάλογος των ονομάτων της Παναγίας μας

Αγγελόκτιστος, Αγία Σκέπη, Αγιάσσου, Αγιοδεκτινή, Αγιοηλιώτισσα, Αγιολούσαινα, Αγίου όρους, Αγνή, Αγριδιώτισσα, Αγριλιώτισσα, Αειμακάριστος, Αειμεσιτεύουσα, Αθηνιώτισσα, Αιγύπτια, Αιματούσα, Αιμίαλου, Αιρκώτισσα, Ακαθή, Ακατάβλητος, Ακατάφλεκτη, Ακήραση, Ακρωτηριανή, Αλανιώτισσα, Αλεξανδριανή, Αλεξίου Κομνηνού, Αλεπινή, Αληθινή, Αλλοιώτισσα, Αλόχη, Αματίτση, Άμεμπτος, Αμετάθετος, Αμολιανή, Αμόλυντος, Αμπελακίων, Αμπελοκήπισσα, Άμωμη, Άνασσα, Αναφωνήτρια, Αντινίτισσα, Αντιφωνήτρια, Ανωμερίτισσα, Άξιον Εστί, Απείρανδρος, Απειρόγαμος, Απρόσιτος, Αρακιώτισσα, Αράπισσα, Αρβανίτισσα, Αρειάς, Αρμενοκρατούσα, Αρσανά, Αρτάκης, Αρχαγγελιώτισσα, Αρχισπορίτισσα, Ασπραγγέλου, Ασπροβουνιώτισσα, Ασπροπαναγιά, Ασύγκριτη, Αυγουστιανή, Αφέντρικα, Άφθορος, Αφροδίτισσα, Αχειροποίητος, Άχραντος, Αψιδιώτισσα,

Βαλουκλιώτισσα, Βανιώτισσα, Βαραγγιώτισσα, Βαρδιανιώτισσα, Βαρκού, Βασίλισσα, Βασιληγενέτειρα, Βατοπεδινή, Βατούσαινα, Βελανιδιά, Βελεστίνου, Βελλά, Βεργου-πουλιανή, Βηματάρισσα, Βιγλιώτισσα, Βιδιανή, Βιργιωμένη, Βλασαρού, Βλαχέρνα, Βλέπουσα, Βλυχιόρικα, Βοήθεια, Βορεινή, Βούλιστα, Βουναρκώτισσα, Βουνογιάτρισσα, Βουνού, Βουρνιώτισσα, Βράχου, Βρεσθενίτισσα, Βρεφοκομούσα, Βρεφοκρατούσα, Βρε-φουργήσασα, Βρεχούσα, Βροντιανή, Βρόντου, Βροχής, Βρυσιανή,

Γαλακτίνης, Γαλακτοτροφούσα, Γαλανή, Γαλανούσα, Γαλατιανή, Γαλατούσα, Γαλαχτο-τροφία, Γαλαχτοφορούσα, Γαλουχιότισσα, Γενεσίου Θεοτόκου Σαβαθιανών, Γέννας, Γερόντισσα, Γεσθημανίτισσα, Γηνατού, Γηρομεριού, Γιαλούσα, Γιάτρισσα, Γκαβή, Γκιζιλκιζιώτισσα, Γκουβερνιώτισσα, Γλυκιώτισσα, Γλυκοκυματούσα, Γλυκοφιλούσα, Γλωσσά, Γοιρδελάκη, Γοργόνα, Γοργοεπήκοος, Γουμένισσα, Γουμερά, Γουνιώτισσα, Γούντα, Γουρλομάτα, Γραφιώτισσα, Γρηγορίτσα, Γρηγορούσα, Γύψενη, Γωνιά.

Δαδιού, Δαδιώτισσα, Δακρυρροούσα, Δαμάστα, Δέηση, Δεκαπεντούσα, Δένδρου, Δε-ξιοκρατούσα, Δεόμενη, Δερμάτα, Δέσποινα, Δημοκράνια, Διακονούσα, Διασώζουσα, Δικαιόκριτος, Δικαιότατη, Διότισσα, Δόβρα, Δομνιανίτισσας, Δοξάρισσα, Δουβέργαινα, Δακρύβρεχτος,

Εγγυήτρια, Εκατονταπυλιανή, Εκκλησιάρχουσα, Εικονίστρια, Ελεημονήτρια, Ελαία, Ελαιοβρύτισσα, Ελειμονήτρια, Ελεοβρύτης, Ελέους, Ελεούσα, Ελευθερώτρια, Ελπιδοφόρα, Ελπίς Πιστών, Έλωνα, Ένθρονη, Εξακουστή, Εξοχική, Επακούουσα, Επανωχωριανή, Επισκοπιανή, Επουράνιος, Επουράνιος Πύλη, Επταβηματούσα, Ερυπιανή, Εσφαγμένη, Ευαγγελίστρα, Ευρετή, Εύσπλαχνος,

Ζαλακιώτισσα, Ζεραχιώτισσα, Ζεριχιώτισσα, Ζερμπίτσης, Ζυλή, Ζωάρκεια, Ζωήρρυτος, Ζωηφόρος, Ζωοδότειρα, Ζωοδότρα, Ζωοδόχος, Ζωοπηγή, Ζωοπόρος, Ζωοτόκος,

Ηγήτρια, Ηγουμένη, Ηδύπνους, Ηλιόκαλη, Ηλιοτόκος,

Θαλασσινή, Θαλασσίτρα, Θαλασσομάχισσα, Θαλασσομαχούσα, Θαρεινή, Θεάλεχτη, Θεοδίδαχτη, Θεοδόξαστη, Θεόκλητη, Θεοκνήτωρ, Θεοκόσμητη, Θεόληπτος, Θεομάνα, Θεομητροπρεπεστέρα, Θεοσκέπαστη, Θεοτίμητη, Θεοτόκος, Θεουργία, Θεόφραστος, Θεόφρων, Θερμιανή, Θευαγέστατη, Θρηνούσα, Θρηνωδούσα, Θωμιανή,

Ίαμα, Ίαση, Ιερόβλαστος, Ιερομύτης, Ιεροσολυμιτική, Ιεροσολυμίτισσα, Ιλαρώτατη, Ιμερόεσσα, Ισηγορία,

Καγιά, Καθαριώτισσα, Καθαρών, Καθρέπτης, Κακαβιώτισσα, Καλαθή, Καλαμιώτισσα, Καλάμου, Καλιγού, Καλλίτοκος, Καλού Νερού, Καλυβιανή, Καμακάρι, Καματερός, Καμένη, Καμπιώτισσα, Κάμπου, Κανάλα, Κανδήξη, Κανταριώτισσα, Καπνικαραία, Καρδιοβαστάζουσα, Καρδιώτισσα, Καρποφορούσα, Καρύπη, Καστριανή, Κάστρου, Καστρουλέρου, Κατάκαρπος, Καταλωνική, Κατάπαυση, Καταπολιανή, Καταφυγή, Καψοδερματούσα, Κερά, Κέρνιτσα, Κεχαριτωμένη, Κεχρινιώτισσα, Κηπουραίων, Κισσιώτισσα, Κιτιού, Κλειδί του Παραδείσου, Κλεισούρας, Κλεφτοπαναγιά, Κοιμητηρίων, Κόκκινη, Κολοκυθιώτισσα, Κολυβιανή, Κορκοδειλιά, Κορυφή, Κορφιάτισσα, Κοσμο-πόθητος, Κοσμοσωτείρα, Κοσυφοίνισσα, Κότσικα, Κουκουζέλισσα, Κουμπελίδικη, Κουνοπιώτισσα, Κουρίου, Κουροτρόφος, Κουτσουρώ, Κουφή, Κουφή Πέτρας, Κοφινή, Κρεμαστή, Κρομμυδιώτισσα, Κτιστή, Κτιτόρισσα, Κυκκώτισσα, Κυπαιότισσα, Κυρά Ξένη και Κυρία των Αγγέλων, Κώμη,

Λαγουδιανή, Λαμπρότατη, Λαμπροφορία, Λαοδηγήτρια, Λαού, Λαρνιώτισσα, Λαυ-ριώτισσα, Λάχνη, Λεσινιώτισσα, Λεφένα, Λεχούσα, Λιβαδιώτισσα, Λιόσα, Λιόσα, Λογκοβάρδα, Λοιμιώτισσα, Λουβαρά, Λυκοδήμου, Λυκούρεσι,

Μαγαζιώτισσα, Μαγδαληνή, Μαδύτου, Μακελάρια, Μαλεβή, Μανδαλάκη, Μανεδή, Μαντιλούσα, Μαραθούντα, Μαρία, Μαστών, Μαύρη, Μαυριώτισσα, Μαυρομμάτα, Μα-χαιρωμένη, Με τους κρίνους, Μεγαλομάρτυρος, Μεγαλόχαρη, Μεσοσπορίτισσα, Μητέ-ρα, Μητέρα Θεού επί τον θρόνο, Μικρά, Μογρονήσι, Μολυβδοσκέβαστη, Μοναρκά, Μυροβλύτισσα, Μυρτενή, Μυρτιδιώτισσα, Μυφελαιώτισσα,

Νάπα, Νάσσα, Νέα, Νέγρων, Νεοφάνεισσα, Νεροφορούσα, Νικητάτου, Νικοποιός, Νταλλιανή, Νυμφοτόκος,

Ξενοβλήτης, Ξένων, Ξεσκλαβώτρα, Ξεσπορίτισσα, Ξηροκαμπίτισσα, Ξηρορείτισσα, Ξυνή-γορος,

Οδηγήτρια, Οικειώτατη, Οικονόμισσα, Ολβιόδωρος, Ολυμπιώτισσα, Ομόθεος, Ομονο-ούσα, Ορθοκωστά, Οσιώτατη, Ουρανού και Γης,

Παγγαιότισσα, Πάθους, Παιδεύσασα, Παλαιοκαστρίτισσα, Παλαιολογίνα, Παλατιανή, Παλίνου, Παμμακάριστος, Παναγιόχορτο, Πανάχραντος, Πανάχραντος, Παντάνασσα, Παντευλόγητη, Πάντιμος, Παντόχαρα, Πάντων χαρά, Παραμυθία, Παρηγορήτρα, Παρθένα, Παμμακάριστος, Παυσολύπη, Πειραιώτισσα, Πελαγονίτισσα, Πεπελινίτσης, Περίβλεπττος, Περλιγού, Πετραϊδα, Πλαγιά, Πλατανιώτισσα, Πλατυτέρα, Πολίτισσα, Πολυσπορίτισσα, Πονολύτρια, Πόνου, Πορταΐτισσα, Πορτιανή, Πουλάτη, Πρέσβειρα, Προαναγγελλομένη, Προπύλη, Προσηγορία, Προσίστισσα, Προστάτρια, Προσφυγιά, Προυσιώτισσα, Πυριότισσα, Πυροβολήθεισα,

Ραγίου, Ραχοπήδη, Ρόδο το Αμάραντο, Ρόμβη, Ρουμελιώτισσα,

Σαμακιώτισσα, Σεπτεμβριανή, Σημάου, Σκάλα του Ουρανού, Σκαλωτή, Σκιαδενή, Σκο-πιότισσα, Σοίριζα, Σοτομβριανή, Σουμελά, Σπηλιώτισσα, Στεφάνα, Σώματα, Σωτήρα,

Ταξιδιάρα, Ταταρνώτισσα, Τήνου, Tης Βάτου, Τίμια Σκέπη, Τιμιωτέρα, Τοπλoύ, Του Χάρου, Τουρλιανή, Τριχερούσα, Τροβάτου, Τρουλή, Τρυπητή, Τρυφερούσα, Τσαμπίκα, Τσυκκώτισσα,

Υπέρμαχος, Υψηλή,

Φανερουλιώτισσα, Φανερωμένη, Φαρμακολύτρα, Φιδιότισσα, Φιδοττοταμιανή, Φιδούσα, Φίδωσα, Φλεβαριανή, Φοβερά Προστασία,

Χαιρετισμών, Χαλκοπρατειών, Χελιδονού, Χιλιονοματούσα, Χοζοβιώτισσα, Χρυσαφίτισσα, Χρυσοβαλάντη, Χρυσογαλούσα, Χρυσοδαφνιώτισσα, Χρυσοκαστριώτισσα, Χρυσοκελ-λαριά, Χρυσοπηγή, Χρυσοσκαλίτισσα, Χρυσοσπιλιώτισσα,

Ψυχοσώστα, Ψυχοσώτρια.

Αναδημοσίευση κειμένου από: pentapostagma.gr
Περισσότερα...

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

Η Κοίμησις της Θεοτόκου


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στη μεγάλη Θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κάνοντας μια προσέγγιση της υπέρτατης συμβολής της Θεομήτορος στη σωτηρία του κόσμου, μέσα από το κείμενο του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού.


Μέσα στην σωματική και πνευματική νωχέλεια του καλοκαιριού η Εκκλησία μας προβάλει, ως μια δροσερή νοητή όαση και πνευματική ανάταση, τη μεγάλη εορτή της Παναγίας μας. Το δεκαπενταύγουστο, ή όπως το ονομάζουν πολλοί «το Πάσχα του καλοκαιριού», αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού ενιαυτού. Η κορυφαία αυτή εορτή είναι για ολόκληρη την Ορθοδοξία και ιδιαίτερα για μας του Έλληνες, που ευλαβούμαστε τη Θεοτόκο κατά τρόπο ξεχωριστό, μια ευκαιρία να εκφράσουμε ολόθυμα την τιμή μας προς το ιερό Της πρόσωπο, κι αυτό διότι η προσωπική και εθνική μας ζωή είναι συνυφασμένη με την υψηλή σκέπη και προστασία της Μεγάλης Μάνας, του κόσμου. Μεγάλα προσκυνηματικά κέντρα της χάρης Της (Τήνος, Πάρος, Βέρμιο, κ.α.) θα γίνουν και φέτος πόλοι έλξης χιλιάδων πιστών. Ακόμα πλήθος άλλων ναών αφιερωμένοι στην σεπτή Της Κοίμηση θα πανηγυρίσουν λαμπρά και θα τιμήσουν όπως πρέπει την έξοδό Της από τον κόσμο και την είσοδό Της στην ατέρμονη αιωνιότητα και την περίλαμπρη δόξα.

Τα ιερά βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν αναφέρουν δυστυχώς τίποτε για την ζωή της Παναγίας μας μετά την Ανάσταση του Κυρίου και την Πεντηκοστή. Την σιωπή αυτή έρχεται να αναπληρώσει η ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία, όπως είναι γνωστό, μαζί με την Αγία Γραφή, αποτελεί την πηγή της πίστεώς μας. Η ευσέβεια, ο σεβασμός και αγάπη των πιστών της ιεροσολυμίτικης εκκλησίας προς την Θεοτόκο διέσωσαν ορισμένα στοιχεία της ζωής Της, τα οποία καταγράφηκαν αργότερα στα έργα των Πατέρων και στην υμνολογία της Εκκλησίας μας.

Σύμφωνα με αυτά η Μητέρα του Κυρίου μας μετά την Ανάσταση του Κυρίου παρέμεινε ένα απλό, αλλά επίλεκτο μέλος της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ. Οι απόστολοι, οι ποιμένες και οι πιστοί της Εκκλησίας έτρεφαν απεριόριστη αγάπη και σεβασμό προς Αυτήν. Στους δύσκολους καιρούς του διωγμού των χριστιανών στην Παλαιστίνη (Πράξ.8,1) η Παναγία μας έγινε προφανώς ο μεγάλος παρήγορος αυτών. Πόσα χρόνια έζησε δεν γνωρίζουμε. Πάντως δεν πρέπει να γεύθηκε το επώδυνο γήρας. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός την πήρε γρήγορα κοντά Του πιθανότατα γύρω στα πενήντα Της χρόνια.

Όταν ήρθε η ώρα λοιπόν της εξόδου Της στάλθηκε και πάλι ο αρχάγγελος Γαβριήλ να της αναγγείλει την θέληση του Θεού και Υιού Της. Ενώ προσευχόταν στον οίκο Της στην Ιερουσαλήμ παρουσιάστηκε ο άγγελος και της προσέφερε ένα μικρό κλαδί φοίνικα και της είπε: «Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία. Σου φέρνω μήνυμα από τον Υιό Σου. Ήρθε η ευλογημένη ώρα να πας κοντά Του και να δοξαστείς όπως σου ταιριάζει. Ετοιμάσου λοιπόν και σε τρεις ημέρες θα έρθει Εκείνος να πάρει την τίμια και αμόλυντη ψυχή Σου». Μετά από αυτό και αφού συνήλθε από την οπτασία, χάρηκε πολύ και κίνησε βιαστικά να ανέβει στο αγαπημένο Της Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, εκεί που προσευχήθηκε για τελευταία φορά ο Υιός Της πριν από το πάθος Του. Συνήθιζε να ανεβαίνει συχνά και να προσεύχεται εκεί.

Ανηφορίζοντας το μονοπάτι συνέβη το απροσδόκητο: Τα δένδρα και οι θάμνοι του δρόμου έγερναν και την προσκυνούσαν! Η άψυχη και άλογη κτίση, όπως είχε εναντιωθεί την ώρα του σταυρικού πάθους του Κυρίου και Υιού Της, τώρα αποκτά ξανά κρίση και συναίσθημα και προσκυνά την Βασίλισσα του κόσμου! Κατευθύνθηκε στο σημείο εκείνο του κήπου που είχε προσευχηθεί και ο Κύριος.

Γονάτισε ταπεινά, ύψωσε τα σεπτά της χέρια και ατένισε τον ουρανό και αφού ευχαρίστησε το Θεό τον παρακάλεσε για την σωτηρία του κόσμου. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προσευχής Της ένα ουράνιο φως Την έλουζε. Το τίμιο και άγιο πρόσωπό Της έλαμπε από θεία ενέργεια.

Μετά γοργά γύρισε στον οίκο Της και άρχισε να ετοιμάζει τα απαραίτητα της κηδείας Της. Μάζεψε επίσης τους συγγενείς και πιστούς φίλους και φίλες Της και τους ανακοίνωσε την θέληση του Κυρίου να την καλέσει κοντά Του. Εκείνοι όταν το άκουσαν ξαφνιάστηκαν και άρχισαν να θρηνούν το χωρισμό της Μητέρας του Κυρίου. Εκείνη τους παρηγόρησε λέγοντάς τους πως αυτή είναι η θέληση του Θεού και πως από την θέση Της στον ουρανό θα πρεσβεύει πάντοτε για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Για παρηγοριά τους δώρισε δύο από τα φορέματά Της, την σκέπη (το μαντίλι της κεφαλής) και την εσθήτα Της, τα οποία αποτέλεσαν κατόπιν από τους πολυτιμότερους θησαυρούς της Εκκλησίας μας!

Την τρίτη ημέρα μετά την επίσκεψη του αρχαγγέλου, η Κυρία Θεοτόκος αφού ντύθηκε μόνη Της τα νεκρικά Της ενδύματα, κάλεσε και πάλι τους φίλους Της και ξάπλωσε ήρεμα στην κλίνη Της. Τότε συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός: Μια δυνατή βοή ακούστηκε στον σπίτι Της, μια φωτεινή νεφέλη το κάλυψε. Πάραυτα μεταφέρθηκαν σε νεφέλες από τα πέρατα της οικουμένης οι άγιοι Απόστολοι προκειμένου να παραβρεθούν στην έξοδό Της. Κατά τον ίδιο τρόπο μεταφέρθηκε επίσης ο απόστολος Παύλος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ο άγιος Ιερόθεος, πρώτος επίσκοπος των Αθηνών, ο άγιος Τιμόθεος και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της Εκκλησίας. Η Κυρία Θεοτόκος, αφού χαιρέτισε και ευλόγησε όλους, παρέδωσε την αγία ψυχή Της στα χέρια του Υιού Της ο Οποίος κατέβηκε από τον ουρανό για να την παραλάβει ο Ίδιος.

Οι συγκεντρωμένοι απόστολοι, οι προεστοί της εκκλησίας των Ιεροσολύμων και ο πιστός λαός άρχισαν να ψάλλουν εξόδιους ύμνους στην Θεομήτορα. Ταυτόχρονα ακούστηκε να συμψάλλει στρατιά αγγέλων από τον ουρανό! Η ουράνια μελωδία ακούστηκε σε ολόκληρη την πόλη. Φόβος και έκσταση κατέλαβε τους κατοίκους της αγίας πόλεως. Μόνο οι σκληρόκαρδοι και φθονεροί Ιουδαίοι δεν συγκινήθηκαν από αυτό το θαυμαστό γεγονός.

Μετά σχηματίσθηκε νεκρική πομπή η οποία κατευθυνόταν στο χωριό Γεθσημανή, όπου θα θάπτονταν το τίμιο σκήνωμά Της. Οι θρήνοι του πιστού λαού, που είχε χάσει την Μάνα του, έσμιγαν με τις ψαλμωδίες των αποστόλων. Στα ιλαρά πρόσωπά τους κυλούσαν δάκρυα λύπης και χαράς.

Πριν φτάσουν στον τόπο της ταφής έφτασαν φανατικοί Ιουδαίοι και θέλησαν να βεβηλώσουν την έξοδο της Μητέρας του Ιησού, τον Οποίο μισούσαν θανάσιμα. Με ύβρεις, απειλές και λοιδορίες προκαλούσαν την σεμνή ομήγυρη. Κάποιος από αυτούς είχε την αναίδεια να πλησιάσει το σεπτό φέρετρο της Θεοτόκου, με σκοπό να ρίξει στο έδαφος το άγιο σκήνωμα. Μόλις τόλμησε να αγγίξει το στολισμένο με μυρωδάτα άνθη νεκροκρέβατο, πάραυτα κόπηκαν και τα δυο του χέρια και έμειναν κολλημένα σε αυτό. Ταυτόχρονα έχασε και το φως του! Τότε κατάλαβε την αισχρότατη πράξη του και με φωνές γοερές δήλωνε την μετάνοιά του και παρακαλούσε την Παναγία να τον λυπηθεί και να τον θεραπεύσει. Και ω του θαύματος, ο άνθρωπος εκείνος θεραπεύτηκε αμέσως! Κατόπιν ομολόγησε την ανομία και την απιστία του και έγινε χριστιανός. Με δάκρυα στα μάτια ακολουθούσε και αυτός την ιερή πομπή. Αντίθετα οι άλλοι σύντροφοί του παρέμειναν ψυχροί και αμετανόητοι μπροστά στο μεγάλο θαύμα της Θεομήτορος!

Εκεί στο ήσυχο χωρίο της Γεθσημανή έγινε η κήδευση του άχραντου λειψάνου της Παναγίας μας. Το θεοδόχο σώμα Της, τέθηκε σε περιποιημένο μνημείο, που ετοίμασαν οι Χριστιανοί της αγίας πόλεως. Με λυγμούς και δάκρυα οι άγιοι απόστολοι και οι άλλοι Χριστιανοί σφράγισαν το μνημείο και αποχώρησαν.

Η ευσεβής παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει πως μετά την ταφή και αφού πέρασαν τρεις ημέρες, έφτασε στην Γεθσημανή αργοπορημένος ο απόστολος Θωμάς από τις μακρινές Ινδίες, όπου έκανε ιεραποστολή. Ζήτησε επίμονα, με δάκρυα στα μάτια και λύπη πολύ, να του ανοίξουν τον τάφο για να δει και να προσκυνήσει για τελευταία φορά το τίμιο σκήνωμα της αγαπημένης Μητέρας του Δασκάλου του. Μπροστά στην επιμονή του οι άλλοι απόστολοι άνοιξαν τον τάφο και, ω του θαύματος, ο τάφος ήταν κενός, ο Κύριος μετέστησε το πάνσεπτο σώμα Της στον ουρανό, ώστε να μην γευτεί την φυσική φθορά. Η αργοπορία το Θωμά χαρακτηρίστηκε από την Εκκλησία ως οικονομία του Θεού, για να γίνει γνωστή η μετάσταση της Κυρίας Θεοτόκου! Ο κενός τάφος Της στην Γεθσημανή αποτελεί μέχρι σήμερα πηγή αγιασμού των μυριάδων πιστών που τον επισκέπτονται κάθε χρόνο και τεκμήριο της μετάστασής Της στον ουρανό.


Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Η ιερή μνήμη της Κοιμήσεώς της Παναγίας μας είναι, όπως είπαμε, μια καλή ευκαιρία να εκδηλώσει ο ευσεβής λαός των πιστών την αγάπη, τον σεβασμό, και την ευγνωμοσύνη του προς Αυτήν, η Οποία όντας άνθρωπος, αξιώθηκε να γίνει το τιμιότατο θείο δοχείο, το ιερότατο σκεύος, ώστε να δεχτεί τον άπειρο Θεό στο καθαρότατο σαρκίο Της, να κυοφορήσει τον άναρχο και αναλλοίωτο Θεό στην τίμια γαστέρα Της, να θρέψει τον απόλυτα αυτάρκη Θεό από τα παρθενικά Της αίματα, να κρατήσει στα σεπτά Της χέρια τον «αχώρητον παντί».

Το ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου αποτελεί, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία μας, μέρος του απερινοήτου μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Μετά τον Τριαδικό Θεό Αυτή κατέστη το κύριο πρόσωπο, το οποίο συνέβαλε ουσιαστικά στην υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Εκλέχτηκε από το Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, αμέτρητων γενεών, ως η καθαρότερη και αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, προκειμένου να γίνει Θεοτόκος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως για την υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, ο Θεός έδωσε τον Υιό του τον μονογενή και η ανθρωπότητα έδωσε την Παναγία. Στο ιερό πρόσωπο Εκείνης έγινε η μεγάλη συνάντηση Θεού και ανθρώπου. Μέσα στο πάναγνο σώμα Εκείνης έγινε η μεγάλη καταλλαγή (Εφεσ.2,16) και από αυτό ξεκίνησε η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, η αναδημιουργία και η θέωση του πεπτωκότος ανθρώπου.

Ο μεγάλος Πατέρας της αρχαίας Εκκλησίας άγιος Ειρηναίος (+199) παραλλήλισε και σύγκρινε την Θεοτόκο με την προμήτορα του ανθρωπίνου γένους, την Εύα, ώστε να δείξει τη διαφορά μεταξύ τους. Η παρθένος Εύα δεν έκαμε καλή χρήση των θείων δωρεών και δυνατοτήτων, που είχε λάβει από το Θεό, αλλά τα χρησιμοποίησε για το κακό και την καταστρατήγηση του θείου θελήματος. Η αιτία και η ρίζα της ανταρσίας αυτής υπήρξε ο εγωισμός και η έπαρση. Αν εκείνη υπήρξε φορέας της αλαζονείας, η Παναγία υπήρξε το πρότυπο της υπακοής και της ταπείνωσης. Ο ιερός πατήρ τονίζει πως «... η Εύα (έπρεπε) να αποκατασταθή εν τη Μαρία, ίνα μια παρθένος να γίνη συνηγόρος άλλης παρθένου και να εξαλήψη την ανυπακοήν της πρώτης δια της παρθενικής υπακοής» (Ειρ. Επιδ. Αποστ. Κηρύγματος 32,33). Επίσης ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων (+386) έγραψε πως «Δια παρθένου της Εύας ήλθεν ο θάνατος, έδει δια παρθένου, μάλλον δε εκ παρθένου φανήναι την ζωήν» (Κυρίλ. Ιερ. Κατηχ. 12,ιε΄ ). Η ευλογημένη ρήση Της προς τον άγγελο του ευαγγελισμού «ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ.1: 38) αποτελεί σαφώς την πεμπτουσία της συμβολής Της στο έργο της εν Χριστώ σωτηρίας του κόσμου.

Το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα, στο οποίο αποκαταστάθηκε η ανθρώπινη φύση στην αρχαία προπτωτική της μορφή και ωραιότητα, υπήρξε η Θεοτόκος. Με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος κατά τον Ευαγγελισμό (Λουκ.1, 35) καθαρίστηκε από τον ρύπο του προπατορικού αμαρτήματος, τον οποίο έφερε και Αυτή εκούσα, ως μέτοχος της ανθρώπινης φύσεως, καθιστώντας Την πλέον άμωμη κηλίδος ώστε, να δεχτεί στα αγνά σπλάχνα Της το «πυρ της θεότητος» και να μην καεί. Από τότε έγινε η «Κεχαριτωμένη», η αγιοτέρα ύπαρξη μετά τον Τριαδικό Θεό. Στο πρόσωπό Της έγινε η απαρχή της λυτρώσεως του κόσμου και της θεώσεως του ανθρώπου.

Η συμβολή της Παναγίας μας κατά τη διάρκεια του επί γης απολυτρωτικού έργου του Χριστού υπήρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχώς πλάι στον Λυτρωτή μας, από τη Γέννηση ως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Δοκίμασε, ως μητέρα, τις πίκρες των παθημάτων του Θείου Γιου της, με αποκορύφωμα εκείνη του σταυρικού θανάτου Του. Ένοιωσε κοντά Του την αγωνία Εκείνου για την υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου. Σύμφωνα επίσης με την αρχέγονη παράδοση της Εκκλησία μας Αυτή ήταν που εμψύχωνε τους διωκόμενους πρώτους χριστιανούς της νεαρής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.

Κοντολογίς, η επί γης ζωή της Παναγίας μας υπήρξε ένας συνεχής αγώνας και προσφορά για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο πιστός λαός του Θεού, γι’ αυτό αποδίδει στη Θεοτόκο, από την αρχαιότητα ως σήμερα, ύψιστη τιμή, τη μεγαλύτερη, μετά τον Τριαδικό Θεό. Πρέπει να σημειωθεί εδώ, πως μόνο η Ορθοδοξία μας αποδίδει την δέουσα τιμή στην Μητέρα του Κυρίου μας.

Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου είναι αφιερωμένο στην Παναγία μας. Οι Ορθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινά στις ακολουθίες των υπέροχων Παρακλητικών Κανόνων, νηστεύουμε, εξομολογούμαστε, κοινωνούμε. Τρέχουμε με δάκρυα στα μάτια να εναποθέσουμε σε Αυτή τις δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής μας, Την παρακαλούμε με ζέση ψυχής να ελαφρώσει τον βαρύ ζυγό μας, διότι πιστεύουμε ακράδαντα πως η γλυκιά Θεομάνα και μετά την σεπτή Της Κοίμηση συνεχίζει να αγαπά και να νοιάζεται για μας τους ανθρώπους. Μέσα στη μεγάλη καρδιά Της υπάρχει χώρος για τον κάθε άνθρωπο, όχι μόνο για τους πιστούς, αλλά και για τους αμαρτωλούς και ασεβείς, ακόμα και για τους υβριστές Της! Η μακάρια θέση Της κοντά στον Υιό Της και Θεό μας Ιησού Χριστό, της δίνει την ευχέρεια να προσεύχεται για τον καθένα μας, για κάθε μας πρόβλημα. Τα αποτελέσματα των βοηθειών Της είναι απτά. Γι’ αυτό ψάλλουμε στον περίφημο Μικρό Παρακλητικό Κανόνα προς Αυτήν: «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμένος από σου εκπορεύεται, αγνή Παρθένε Θεοτόκε, αλλ’ αιτείται την χάριν και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως».
Περισσότερα...

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Εμφανίσεις και Θαύματα της Παναγίας μας


Σε αυτή την ανάρτηση θα ωφεληθούμε πνευματικά αφού θα αναφέρουμε Εμφανίσεις και Θαύματα της Παναγίας μας, όπως αυτά καταγράφονται στο ομότιτλο βιβλίο των εκδόσεων της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.

Είθε η Παναγία Μητέρα μας να σκέπει κάθε πιστό χριστιανό που προστρέχει στην αγκαλιά της και ζητά την προς Κύριον μεσιτεία της αλλά και την πολύτιμη βοήθειά της.



Ο βλάσφημος ψαράς


Πίσω Λιβάδι της Πάρου, προπαραμονή Δεκαπενταύγουστου 1931, βρίσκονταν τρεις ομάδες ψαράδων, που ψάρευαν τις νύχτες με τα γρι - γρι στο στενό μεταξύ Πάρου και Νάξου.

Εκείνη τη νύχτα η μία ομάδα έμεινε στο μικρό λιμάνι. Οι ψαράδες το έριξαν στο πιοτό, το πιοτό έφερε το κέφι, κι εκείνο παρεξηγήσεις και βαρείες κουβέντες. Ούτε την Παναγία δεν σεβάστηκαν οι βλάσφημοι. Του κάκου προσπαθούσαν ο λιμενοφύλακας και ο μαγαζάτορας του μικρού λιμανιού να τους συγκρατήσουν.

Απότομα ο ουρανός βάρυνε. Η θάλασσα άρχισε να μουγκρίζει. Σε μισή ώρα το κύμα σηκώθηκε βουνό, παρασύροντας το ψαροκάικο και τις βάρκες με τις λάμπες, μέχρι που τις πέταξε σπασμένες στη στεριά. Κατόπιν η θάλασσα γαλήνεψε, κι ένα καΐκι από τη Νάξο φάνηκε να μπαίνει στο λιμανάκι. Ο καπετάνιος του απόρησε βλέποντας τα συντρίμμια στη στεριά.

- Πώς έγινε αυτό; ρώτησε. Εγώ ταξίδευα με θάλασσα γυαλί!

- Ήταν θαύμα της Παναγίας, εξήγησε ένας από τους ψαράδες του γρί - γρί.
Οι περισσότεροι συμφώνησαν. Δυο - τρεις όμως μίλησαν ειρωνικά κι έδωσαν άλλη εξήγηση:

- Ήταν ανεμοστρόβιλος. Καλά που δεν μας σήκωσε στον ουρανό τις βάρκες.

Ένας μάλιστα, ο Γρηγόρης Λιάκουρας, πρόσθεσε:

- Άντε μωρέ, που ήταν θαύμα! Όρεξη δεν είχε η Παναγιά - να μην τη στολίσω και τώρα - να καταπιάνεται με μας τους ψαράδες.

Αυτά είπε και πήγε να δει τη ζημιά που είχε πάθει η δική του ψαρόβαρκα. Τη βρήκε σμπαραλιασμένη. Έφτυσε τότε έξαλλος πάνω στα συντρίμμια, βλαστήμησε πάλι την Παναγία και αποσύρθηκε να κοιμηθεί.

Μόλις ξάπλωσε, είδε ολοζώντανη την Παναγία, - σαν σε όνειρο, σαν σε ξύπνιο - να τον πλησιάζει και να τον ερωτά:

- Γιατί, παιδί μου, δεν με σέβεσαι;

- Τι είν' αυτά που μου λες, κυρά μου; θύμωσε εκείνος. Δεν σε ξέρω καθόλου. Πότε δεν σε σεβάστηκα;

- Δεν με ξέρεις; Τότε γιατί όλο με βλαστημάς;

Στα λόγια αυτά τινάχτηκε όρθιος. Έκανε να φωνάξει, να τρέξει, αλλά δεν μπορούσε. Τα πόδια του είχαν βυθιστεί ως τα γόνατα στην άμμο. Έκανε τον σταυρό του. Και τότε είδε πάλι, ξεκάθαρα πια, την Παναγία και την άκουσε να του λέει:

- Έλα στο σπίτι μου, στην Εκατονταπυλιανή, στην Παροικία της Πάρου. Έλα εκεί να με προσκυνήσεις.

Ο Λιάκουρας έφυγε την ίδια στιγμή σχεδόν τρέχοντας. Έφθασε στην Εκατονταπυλιανή λίγο μετά την ανατολή του ηλίου. Έτρεξε γρήγορα στο εικόνισμα της Θεοτόκου. Στη θεία της μορφή αναγνώρισε τη γυναίκα του οράματος του. Γονάτισε και προσευχήθηκε ώρες ολόκληρες. Ύστερα γύρισε στο Πίσω Λιβάδι. Εκεί διαπίστωσε ένα καινούργιο θαύμα: Οι βάρκες και το ψαροκάικο έστεκαν στη στεριά χωρίς καμιά ζημιά!


Τα φίδια της Κεφαλονιάς

Στη νότια Κεφαλονιά, κοντά στο χωριό Μαρκόπουλο, συναντάμε την εκκλησία της Κοιμήσεως. Εκεί κάθε Δεκαπενταύγουστο συμβαίνει κάτι περίεργο και θαυμαστό. Από την εορτή της Μεταμορφώσεως εμφανίζονται μέσα κι έξω από τον ναό φίδια. Είναι τα λεγόμενα «φίδια της Παναγίας».

Όσο περνούν οι μέρες πληθαίνουν κι αυτά, και την παραμονή της Κοιμήσεως αυξάνονται υπερβολικά. Βλέπεις Μαρκοπουλιώτες να γυρίζουν στη ρεματιά, στην όχθη της οποίας είναι χτισμένη η εκκλησία, για να μαζέψουν φίδια να τα φέρουν στην Παναγία. Από που βγαίνουν, αλλά και που κρύβονται μετά την εορτή, κανείς δεν γνωρίζει. Παραμένει ένα μυστήριο.

Την ώρα του εσπερινού κυκλοφορούν ελεύθερα ανάμεσα στους πιστούς, στα προσκυνητάρια και στα στασίδια, χωρίς να φοβούνται κανένα.

- Θ' ανεβαίνουν στον κόρφο σας, λένε οι χωρικοί για να προετοιμάσουν τους ξένους, και με τη χάρη τση Παναγίας δεν θα σας πειράζουνε. Θα τα βαστάτε στο χέρι σας και θα σας γλύφουνε σα γατσούλια. Το γεγονός αυτό τονίζει το ακόλουθο τοπικό δίστιχο: «Τα φίδια απ' το Μαρκόπουλο καλαίνω να με φάνε, μα κείνα είναι τση Παναγιάς και με χαϊδολογάνε».

Πραγματικά, βλέπει κανείς απίστευτα πράγματα: "Άλλα φίδια τυλιγμένα σαν βραχιόλια στα μπράτσα των πιστών. "Άλλα ανεβασμένα στην εικόνα της Παναγίας η στον Εσταυρωμένο, και άλλα στους άρτους της αρτοκλασίας. Μπορεί επίσης ένα φίδι ν' ανεβεί στο ευαγγέλιο, που διαβάζει ο παπάς την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Πανηγυρίζουν κι αυτά σαν εκπρόσωποι του ζωικού βασιλείου μαζί με τους χριστιανούς. Και δίνουν στην εορτή ένα τόνο εδεμικό, αφού στην Εδέμ οι πρωτόπλαστοι ζούσαν αδελφωμένοι με τα ζώα.

Φεύγοντας η 15η Αυγούστου, αναχωρούν και τα φίδια. Γερμανοί φυσιοδίφες τα εξέτασαν, αλλά δεν μπόρεσαν να τα κατατάξουν σε κανένα από τα γνωστά είδη. Είναι γκρίζα, λεπτά, και δεν περνούν το μέτρο. Όταν τα χαϊδεύεις, νοιώθεις το δέρμα τους βελούδινο και βλέπεις δυο ματάκια σπινθηροβόλα. Στο πλατύ τους κεφάλι σχηματίζεται ένας μικρός σταυρός, καθώς επίσης και στην άκρη της λεπτής γλώσσας τους.

Αν κάποια χρονιά τα φίδια δεν παρουσιασθούν, είναι κακό σημάδι. Αυτό συνέβη το 1940, καθώς και το 1953, οπότε δοκιμάσθηκε το νησί από τους σεισμούς.


Το απόστημα του σχολάρχη

O Ευγένιος Βούλγαρις διετέλεσε διευθυντής στην Αθωνιάδα Σχολή το δεύτερο ήμισυ του 18ου αι. Στην Ιερά Μονή Διονυσίου ο σοφός αυτός άνδρας δοκίμασε τη θαυματουργική δύναμη της Παναγίας του Ακάθιστου, η οποία τον θεράπευσε από ένα οδυνηρό απόστημα.

«Θα διηγηθώ, σημειώνει ο ίδιος, το θαύμα που έκανε σε μένα η Παναγία, για να της αποδώσω έτσι την ευγνωμοσύνη που της οφείλω. Δεν το γράφω για να υπερηφανευθώ ότι δέχτηκα τάχα θεία επίσκεψη, κι ούτε με πειράζει, αν θα με χαρακτηρίσουν ανόητο για τη διήγηση.

Το 1758, λοιπόν, ήμουν σχολάρχης στην Αθωνιάδα. "Όταν ήρθε η άνοιξη, παρουσιάστηκε στο βάθος της αριστερής μου μασχάλης ένα επικίνδυνο απόστημα. Με ταλαιπωρούσε ένας ελαφρός πυρετός κι ένοιωθα εξάντληση. Το απόστημα διαρκώς μεγάλωνε και σκλήραινε. Όλο το κοίλωμα της μασχάλης και ο αριστερός μαστός είχαν σκληρύνει σαν την πέτρα.

Πονούσα φοβερά. Δεν μπορούσα όχι μόνο να σταθώ, μα ούτε να καθίσω, να ξαπλώσω, να κοιμηθώ η να αναπνεύσω ελεύθερα. Ένοιωθα απογοήτευση και προτιμούσα τον θάνατο από τη φοβερή εκείνη ταλαιπωρία.

Μερικοί φίλοι με συμβούλευαν να νοσηλευθώ σε νοσοκομείο της Χίου, της Σμύρνης ή της Θεσσαλονίκης. Κάθε όμως μετακίνηση ήταν δύσκολη και επικίνδυνη.

Πάνω στην απελπισία μου μαθαίνω ότι κάποιος διονυσιάτης μοναχός Νικηφόρος είναι ειδικός στο να χειρουργεί αποστήματα. Παίρνω την απόφαση να τον επισκεφθώ. Με βάλανε με πολύ κόπο σε μία μικρή βάρκα, κι αφού κάναμε τον περίπλου του "Άθωνα φθάσαμε στη Μονή Διονυσίου.

Ο π. Νικηφόρος εξέτασε προσεκτικά το απόστημα και μου είπε:

- Έχε θάρρος. Τη θεραπεία όμως να την περιμένεις από τον Τίμιο Πρόδρομο, τον προστάτη της Μονής. Εγώ μόνο σαν βοηθός του θα σου χρησιμεύσω.
Συγχρόνως έβαλε στο πονεμένο μέρος μαλακτικά, για να μαλακώσουν τη σκληρότητά του. Μέσα μου φούντωσε η ελπίδα ότι με τη δύναμη του Τιμίου Προδρομου θα με θεράπευε.

Ο π. Νικηφόρος μου έβαζε χίλια δυο καταπλάσματα. Και τι δεν επινοούσε! Χόρτα, ρίζες, φύλλα, φρούτα, ξύγκια, σαλιάγκια, πυρακτωμένους πλίθους, λάδια διάφορα. Το απόστημα όμως ούτε υποχωρούσε ούτε μαλάκωνε. Αντίθετα, χειροτέρευε.
Τότε ο γέροντας αποφάσισε να με χειρουργήσει. "Ήθελε να χτυπήσει το κακό στη ρίζα, η οποία, καθώς έλεγε, ήταν μεγάλη σαν ρεβίθι. θα βύθιζε λοιπόν στο βάθος το μαχαίρι και, βγάζοντας τη ρίζα που ήταν η αρχή του κακού, σύντομα θα εξαφανιζόταν και όλο το απόστημα.

Εγώ όμως φοβήθηκα την τόλμη του χειρούργου. Απόστημα που δεν είχε ωριμάσει δεν έπρεπε και να χειρουργηθεί. Γι' αυτό αρνήθηκα την επέμβαση. Έτσι ο π. Νικηφόρος απελπίστηκε για τη θεραπεία μου, ενώ εγώ για τη ζωή μου.

Απογοητευμένος τελείως από την ανθρώπινη βοήθεια, στράφηκα προς τη Μητέρα της ευσπλαχνίας, και την ικέτευα επίμονα με δάκρυα να μου γίνει ιατρός και θεραπευτής.

- «Βλέψον ίλεω ομματι σου και επίσκεψαι την κάκωσιν ην έχω», θρηνούσα με χαμηλη φωνη.

Ύστερα γυρίζω στους παρόντες και τους λέω:

- Πηγαίνετε με στο παρεκκλήσι της Θεοτόκου του Ακάθιστου, και αφήστε με μπροστά στη θαυματουργή εικόνα της.

Πράγματι, με πήγαν εκεί σηκωτό. Κι ενώ ο παπάς έψαλλε για χάρη μου τη μεγάλη Παράκληση, εγώ διαρκώς έκλαιγα. Τέλος έπεσα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, κι αφού έβρεξα το έδαφος με τα δάκρυα μου, ικέτευσα θερμά και είπα:

- Μη μ' αφήσεις, Μητέρα, να χαθώ. Σταμάτησε τη συμφορά μου. «Πάντα γαρ δύνασαι ως μητηρ ούσα του τα πάντα ισχύοντος Θεού».

Αυτό ήταν! Αμέσως ένοιωσα μέσα μου δύναμη, σηκώθηκα και βγήκα χαρούμενος από το παρεκκλήσι. Με τη βοήθεια ενός αδελφού και του μπαστουνιού μου ανέβηκα στο κελί μου και κοιμήθηκα επί τέλους όλη τη νύχτα - εγώ, που πέρασα τόσες νύχτες άυπνος από τους πόνους.

Το πρωί ήμουν ήρεμος. Το απόστημα σε λίγο μαράθηκε και εξαφανίστηκε.
Από τότε αισθάνομαι οφειλέτης στη Θεομήτορα και κηρύττω παντού το θαύμα της».


Ένα θαύμα στο μικροσκόπιο

Ένα πρωτοφανές θαύμα της Θεοτόκου αναστάτωσε τον θρησκευτικό κόσμο στη Γαλλία: Ο Μπασάμ Ασσάφ είναι υπηρέτης ενός ορθόδοξου Σύρου στο Παρίσι, του Μιχαηλ Μερέζ.

Στις 12 Αυγούστου 1988 ο Μερέζ απουσίαζε και τηλεφώνησε στον Ασσάφ να κάνει τις απαραίτητες προετοιμασίες για την εορτή της Κοιμήσεως. Ο πλούσιος επιχειρηματίας έχει μέσα στο σπίτι του ένα μικρό εκκλησάκι. Μέσα σ' αυτό ο πιστός υπηρέτης έκαψε θυμίαμα, άναψε ακοίμητη κανδήλα και πρόσφερε άνθη στη Θεοτόκο, της οποίας υπάρχουν εκεί πολλές εικόνες.

Ύστερα προσευχήθηκε στην Παναγία για την οικογένεια του που μένει στη Συρία, και νια τον κύριο του που τον αγαπά σαν πατέρα.

Την ώρα εκείνη ακριβώς εμφανίζεται στον υπηρέτη η Θεοτόκος και του λέει:

- Σε προστατεύω. Είμαι μαζί σου. Πάρε αυτό το δώρο!

Την ίδια στιγμη ο Ασσάφ ένοιωσε να γεμίζουν τα χέρια του μ' ένα υγρό, που είχε τη σύσταση και την οσμή πολύ καθαρού ελαιολαδου.

Όταν επέστρεψε ο Μερέζ στο Παρίσι, πληροφορήθηκε το γεγονός, αλλά προτίμησε να το κρατήσει μυστικό. Το θαύμα όμως επαναλήφθηκε, και το θαυματουργό έλαιο έκανε διάφορες θεραπείες σε Σύρους και Λιβανέζους. Τότε ο Μερέζ έδωσε συνέντευξη τύπου, παρουσία του Μητροπολίτου Γαλλίας Ιερεμία και του εκπροσώπου του πατριαρχείου Αντιοχείας στη Γαλλία επισκόπου Γαβριήλ.

Το θαυμαστό σημείο δεν παύει να επαναλαμβάνεται. Κι όχι μόνο στο εκκλησάκι του Μερέζ, αλλά και αλλού, όταν ο Ασσάφ προσεύχεται η συμμετέχει στη Θεία Λειτουργία ή απλώς μνημονεύει το όνομα του Ιησού και της Παναγίας. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1988, την ώρα της θείας λειτουργίας στον ελληνικό ναό του Αγίου Στεφάνου της οδού Ζώρζ Μπιζέ, το έλαιο ανάβλυζε επί μία ώρα και το διαπίστωσαν ολοι οί πιστοί.

Ο Ασσάφ είναι τριάντα χρονών, πολύ απλός και με καθαρή καρδιά. Παραμένει σε μεγάλη ταπείνωση και απλότητα, και λέει πώς κάθε φορά που συμβαίνει το θαύμα γεμίζει από ανείπωτη χαρά. Πιστεύει μάλιστα ότι η ευλογία αυτή του Θεού ανήκει σε όλους. Στη συνέχεια ανέλαβε η επιστήμη να ερευνήσει την αλήθεια του θαύματος.

Ορίστηκε μία επιτροπή, της οποίας τα μέλη παρακολούθησαν το φαινόμενο τρεις φορές, κατά τις οποίες συγκέντρωναν το εκκρινόμενο έλαιο και το υπέβαλλαν σε βιοχημικές αναλύσεις.

Οι εξετάσεις αυτές έγιναν στο Εργαστήριο Βιοχημείας των Λιπιδίων του Νοσοκομείου Πιτιέ - Σαλπετριέρ στο Παρίσι, από τον καθηγητή Ζ. Λ. ντε Ζέν. Τα πορίσματα της επιτροπής παρουσίασε στη δημοσιότητα ο μητροπολίτης Ιερεμίας.

Σύμφωνα με αυτά, το υγρό παρουσιάζει τη χαρακτηριστική σύσταση ενός φυτικού ελαίου. Περιέχει στοιχεία λιπιδικά, ιδιαιτέρως φυτοστερόλες, οι οποίες δεν υπάρχουν στο αίμα. Επιπλέον είναι αδύνατον να συντεθούν από τον ανθρώπινο οργανισμό. Το υγρό επίσης περιέχει χοληστερίνη, ένα συστατικό ζωικής προελεύσεως, το οποίο ουδέποτε συναντάται σε οποιοδήποτε ελαιόλαδο. Υπογραμμίζοντας το τελευταίο αυτό σημείο, η επιτροπή συμπεραίνει ότι υπ' αυτές τις συνθήκες «το υγρό δεν μπορεί να προέρχεται από κάποια εξωτερική παροχή ελαιολάδου». Βεβαιώνει επίσης την αναμφισβήτητη βελτίωση της υγείας δύο ατόμων που χρίσθηκαν με το εκκρινόμενο έλαιο από τα χέρια του Μπασάμ Ασσάφ.

Και η αναφορά της επιτροπής καταλήγει ως εξής: «Το γεγονός αυτό δεν επιδέχεται καμιά φυσική ή λογική εξήγηση. Εντάσσεται μάλλον στο πλήθος των θαυμάτων της Παναγίας μας, που γνώρισε η ιστορία της Εκκλησίας».


Στον πόλεμο του '40

Στο μέτωπο, σ' όλη τη γραμμή, από τη γαλανή θάλασσα του Ιονίου μέχρι ψηλά τις παγωμένες Πρέσπες, ο ελληνικός στρατός άρχιζε να βλέπει παντού το ίδιο όραμα:

Έβλεπε τις νύχτες μια γυναικεία μορφή να βαδίζει ψηλόλιγνη, αλαφροπερπάτητη, με την καλύπτρα της αναριγμένη από το κεφάλι στους ώμους. Την αναγνώριζε, την ήξερε από παλιά, του την είχαν τραγουδήσει όταν ήταν μωρό κι ονειρευόταν στην κούνια. Ήταν η μάνα η μεγαλόψυχη στον πόνο και στην δόξα, η λαβωμένη της Τήνου, η υπέρμαχος Στρατηγός.


Γράμμα απο τη Μόροβα

Ο Τάσος Ρηγοπούλας, στρατευμένος στην Αλβανία το 1940, έστειλε από το μέτωπο το παρακάτω γράμμα στον αδελφό του.

«Αδελφέ μου Νίκο,

Σου γράφω από μια αετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη από την κορυφή της Πάρνηθας. Η φύση τριγύρω είναι πάλλευκη. Σκοπός μου όμως δεν είναι να σου περιγράψω τα θέλγητρα μιας χιονισμένης Μόροβας με όλο το άγριο μεγαλείο της. Σκοπός μου είναι να σου μεταδώσω αυτό που έζησα, που το είδα με τα μάτια μου και που φοβάμαι μήπως, ακούγοντας το από άλλους, δεν το πιστέψεις.

Λίγες στιγμές πριν ορμήσουμε για τα οχυρά της Μόροβας, είδαμε σε απόσταση καμιά δεκαριά μέτρων μια ψηλή μαυροφόρα να στέκει ακίνητη.

- Τις ει; Μιλιά...

Ο σκοπός θυμωμένος ξαναφώναξε:

- Τις ει;

Τότε, σαν να μας πέρασε όλους ηλεκτρικό ρεύμα, ψιθυρίσαμε: Η ΠΑΝΑΓΙΑ!

Εκείνη όρμησε εμπρός σαν να είχε φτερά αετού. Εμείς από πίσω της. Συνεχώς την αισθανόμασταν να μας μεταγγίζει αντρειοσύνη. Ολόκληρη εβδομάδα παλέψαμε σκληρά, για να καταλάβουμε τα οχυρά Ιβάν - Μόροβας.

Υπογραμμίζω πως η επίθεση μας πέτυχε τους Ιταλούς στην αλλαγή των μονάδων τους. Τα παλιά τμήματα είχαν τραβηχτεί πίσω και τα καινούργια... κοιμόνταν! Το τι έπαθαν δεν περιγράφεται. Εκείνη ορμούσε πάντα μπροστά. Κι όταν πια νικητές ροβολούσαμε προς την ανυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε η Υπέρμαχος έγινε ατμός, νέφος απαλό και χάθηκε».


Θαύμα στο Μπούμπεση

Ζωντανό θαύμα της Παναγίας έζησαν στον ελληνοϊταλικό πόλεμο οι στρατιώτες του 51ου ανεξάρτητου τάγματος, με διοικητή τον ταγματάρχη Πετράκη, στην κορυφογραμμή του Ροντένη, δεξιά της θρυλικής Κλεισούρας.

Κάθε βράδυ, από τις 22-1-41 και έπειτα, στις 9.20 ακριβώς, το βαρύ ιταλικό πυροβολικό άρχιζε βολή εναντίον του τάγματος Πετράκη και του δρόμου, απ' όπου περνούσαν τα μεταγωγικά. Πέρασαν ημέρες και το κακό συνεχιζόταν, δημιουργώντας εκνευρισμό και απώλειες. Τολμηροί ανιχνευτές των εμπροσθοφυλακών και αεροπόροι εξαπολύθηκαν μέχρι βαθιά στις ιταλικές γραμμές, αλλά επέστρεψαν άπρακτοι. Δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τα ιταλικά πυροβόλα, ίσως γιατί οι Ιταλοί κάθε βράδυ τα μετακινούσαν. Ήταν όμως απόλυτη ανάγκη να εντοπισθούν οι εχθρικές θέσεις. Ένα βράδυ του Φεβρουαρίου ακούστηκαν πάλι οι ομοβροντίες των ιταλικών κανονιών.

- Παναγία μου, φώναξε τότε ο ταγματάρχης εντελώς αυθόρμητα, βοήθησέ μας! Σώσε μας απ' αυτούς τους δαίμονες.

Αμέσως στο βάθος πρόβαλε ένα φωτεινό σύννεφο. Σιγά - σιγά σχημάτισε κάτι σαν φωτοστέφανο. Και κάτω απ' αυτό μερικά ασημένια συννεφάκια σχημάτισαν τη μορφή της Παναγίας, η οποία άρχισε να γέρνει προς τη γη και στάθηκε σ' ένα φαράγγι, ανάμεσα σε δύο υψώματα του Μπούμπεση. Το όραμα το είδαν όλοι στο τάγμα και ρίγησαν.

- Θαύμα! βροντοφώναξε ο ταγματάρχης.

- Θαύμα! Θαύμα! επανέλαβαν οι στρατιώτες και σταυροκοπήθηκαν.

Αμέσως έφυγε ένας σύνδεσμος με σημείωμα του Πετράκη για την πυροβολαρχία του Τζήμα. Σε δέκα λεπτά βρόντησαν τα ελληνικά κανόνια και σε είκοσι εσίγησαν τα ιταλικά. Οι οβίδες μας είχαν πετύχει απόλυτα τον στόχο.


Ο βλάσφημος ανθυπασπιστής

Ο Χρήστος Βέργος, επιστρατευμένος στον πόλεμο της Κορέας, διηγείται:

«Ήμουν ανθυπασπιστής στο τάγμα της Κορέας. Δεν πίστευα πουθενά, παρά μόνο στη δύναμη των Βαρέων όπλων που κατεύθυνα. Επί πλέον ήμουν αδιόρθωτα βλάσφημος. Όλες οι βλασφημίες μου συγκεντρώνονταν στην Παναγία. Όσοι με άκουγαν ανατρίχιαζαν. Οι φαντάροι μου έκαναν τον σταυρό τους, για να μην τους βρει κακό. Οι ανώτεροι μου διαρκώς με παρατηρούσαν και με τιμωρούσαν. "Ώσπου μια νύχτα έζησα ένα ολοφάνερο Θαύμα.

Ξημέρωνε η 7η "Απριλίου 1951. Με τη διμοιρία μου είχα καταλάβει μια πλαγιά σε ύψωμα κοντά στον 38ο παράλληλο. Μέχρι τα ξημερώματα έμεινα άγρυπνος στο όρυγμά μου μαζί με τον στρατιώτη Σταύρο Αδαμάκο. Όταν ρόδιζε η αυγή, οπότε δεν υπήρχε φόβος αιφνιδιασμού, αποκοιμήθηκα. Είδα τότε ένα όνειρο που με συνετάραξε:

Μία γυναίκα στα μαύρα ντυμένη, με αγνή ομορφιά και γλυκύτατη φωνή, με πλησιάζει και με ρωτά ακουμπώντας το χέρι στον ώμο μου:

- Θέλεις να βρίσκομαι κοντά σου Χρήστο; Ένοιωσα τότε μια βαθειά αγαλλίαση.

- Και ποια είσαι συ; τη ρώτησα.

Τότε εκείνη άλλαξε έκφραση και με παρατήρησε αυστηρά:

- Γιατί, Χρήστο, διαρκώς με βρίζεις;

- Πρώτη φορά σε βλέπω! διαμαρτυρήθηκα. Πώς είναι δυνατόν να βρίζω μια άγνωστη μου;
- Ναι, Χρήστο, επέμεινε εκείνη πιο αυστηρά. Με βρίζεις. Εγώ όμως είμαι πάντα κοντά σε σένα και σ' όλους τους στρατιώτες του τάγματος. Γιατί δεν πηγαίνετε στο Πουσάν, ν' ανάψετε κεριά στ' αδέλφια σας που έχουν ταφεί εκεί;

Μ' αυτή τη φράση ξύπνησα τρομαγμένος. Ο Σταύρος δίπλα μου με κοίταζε σαστισμένος.

- Κύριε ανθυπασπιστά, κάτι έχεις, μου είπε. Βογκούσες και παραμιλούσες στον ύπνο σου.

Του διηγήθηκα το όνειρό μου και καταλήξαμε πως ήταν αποτέλεσμα κοπώσεως και συζητήσεων γύρω από τους νεκρούς του Πουσάν.

Ενώ όμως λέγαμε αυτά, ξαναβλέπω τη γυναίκα του ονείρου μου μπροστά μου.

- Αδαμάκο! βάζω μια φωνή. Η γυναίκα... Αυτή... Να... τη βλέπεις;

Εκείνος προσπαθούσε να με καθησυχάσει, αλλά πού εγώ! Η μαυροφορεμένη γυναίκα με την αγνή ομορφιά και τη γλυκύτατη φωνή στάθηκε κοντά μου και μου είπε:

- Μη φοβάσαι... Μη φοβάσαι, παιδί μου. Είμαι η Παναγία. Σάς προστατεύω όλους παντού και πάντοτε. Αλλά θέλω από σένα να μη με βρίσεις ούτε στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής σου.

Πέφτω αμέσως ταραγμένος να φιλήσω τα πόδια της. Εκείνη όμως είχε γίνει άφαντη. Έκλαψα τότε απ' τα βάθη της καρδιάς μου, ένα κλάμα ανακουφίσεως και χαράς, εγώ που δεν είχα κλάψει ποτέ στη ζωή μου».


Το αδέσποτο μουλάρι

Ο Ν. Ντραμουντιανός διηγείται μία θαυμαστή εμπειρία του από τον πόλεμο του '40:
«Ο λόχος μας πήρε διαταγή να καταλάβει ένα προχωρημένο ύψωμα νια προγεφύρωμα. Στήσαμε ταμπούρι μέσα στα βράχια. Μόλις κακοποιηθήκαμε, άρχισε να πέφτει πυκνό χιόνι. Έπεφτε αδιάκοπα δύο μερόνυχτα κι έφτασε σε πολλά μέρη τα δύο μέτρα. Αποκλειστήκαμε από την επιμελητεία. Καθένας είχε τροφές στο σακίδιο του για μία ημέρα. Από την πείνα και το κρύο δεν λάβαμε πρόνοια «δια την αύριον» και τις καταβροχθίσαμε.

Από κει και πέρα άρχισε το μαρτύριο. Τη δίψα μας τη σβήναμε με το χιόνι, αλλά η πείνα μας θέριζε. Περάσαμε έτσι πέντε μερόνυχτα. Σκελετωθήκαμε. Το ηθικό μας το διατηρούσαμε ακμαίο, αλλά η φύση έχει και τα όριά της. Μερικοί υπέκυψαν. Το ίδιο τέλος περιμέναμε όλοι «υπέρ πίστεως και πατρίδος».

Τότε μία έμπνευση του λοχαγού μας έκανε το θαύμα! Έβγαλε απ' τον κόρφο του μία χάρτινη εικόνα της Παναγίας, την έστησε στο ψήλωμα και μας κάλεσε γύρω του:

- Παλικάρια μου! είπε. Στην κρίσιμη αυτή περίσταση ένα θαύμα μόνο μπορεί να μας σώσει. Γονατίστε, παρακαλέστε την Παναγία, τη μητέρα του Θεανθρώπου, να μας βοηθήσει!

Πέσαμε στα γόνατα, υψώσαμε τα χέρια, παρακαλέσαμε θερμά. Δεν προλάβαμε να σηκωθούμε κι ακούσαμε κουδούνια. Παραξενευτήκαμε και πιάσαμε τα όπλα. Πήραμε θέση «επί σκοπόν».

Δεν πέρασε ένα λεπτό και βλέπουμε ένα πελώριο μουλάρι να πλησιάζει κατάφορτο. Ανασκιρτήσαμε! Ζώο χωρίς οδηγό να περνά το βουνό, μ' ένα μέτρο χιόνι - το λιγότερο - ήταν εντελώς αφύσικο. Καταλάβαμε: Το οδηγούσε η Κυρία Θεοτόκος. Την ευχαριστήσαμε όλοι μαζί ψάλλοντας σιγανά, μα ολόκαρδα, το «Τη υπερμάχω» και άλλους ύμνους της. Το ζώο είχε πάνω του μία ολόκληρη επιμελητεία από τρόφιμα: κουραμάνες, τυριά, κονσέρβες, κονιάκ και άλλα.

Πολλές κι απίστευτες κακουχίες πέρασα στον πόλεμο. Aλλ' αυτή μου μένει αξέχαστη, γιατί δεν είχε διέξοδο. Την έδωσε όμως η Παναγία».
Περισσότερα...

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος

Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στην Μεταμόρφωση του Κυρίου μας, μέσα από μια σύντομη θεολογική προσέγγιση της ορθοδόξου διδασκαλίας περί των ακτίστων ενεργειών του Θεού και της δυνατότητος συμμετοχής των πιστών σε αυτές, όπως τις καταγράφει ο Λάμπρος κ. Σκόντζος, Θεολόγος – Καθηγητής.

Αν μελετήσουμε με προσοχή τα Ιερά Ευαγγέλια θα διαπιστώσουμε πως οι μαθητές του Κυρίου φωτίζονταν σταδιακά και κατανοούσαν το τι ήταν πραγματικά ο Διδάσκαλός τους.

Έπρεπε να απαλλαγούν από τις λαθεμένες περί Μεσσία ιουδαϊκές προσδοκίες και να οδηγηθούν στην επίγνωση του Υιού του Θεού. Σε αυτό συνέβαλλε ουσιαστικά ο Κύριος με τις κατ’ ιδίαν διδασκαλίες Του, τα θαύματά Του, τις συζητήσεις. Σε αυτή την προοπτική εντάσσεται και το γεγονός της Μεταμορφώσεως.

Λίγο πριν το πάθος Του ο Κύριος κάλεσε τους μαθητές Του και τους ρώτησε τι λέγει ο κόσμος γι’ Αυτόν, αλλά και τι πιστεύουν και αυτοί για Εκείνον. «Τίνα με λέγουσιν οι όχλοι είναι; Οι δε αποκριθέντες είπον· Ιωάννην τον Βαπτιστήν, άλλοι Ηλίαν, άλλοι δε ότι προφήτης τις των αρχαίων ανέστη. Είπε δε αυτοίς· υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» (Λουκ.9,18-19). Ο ενθουσιώδης Πέτρος εξ’ ονόματος των έντεκα ομολόγησε ευθέως στον Χριστό: «Συ ει ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ.16,16). Αυτή η σωτήρια ομολογία χαροποίησε ιδιαίτερα τον Κύριο, ο Οποίος τους διαβεβαίωσε πως πάνω σε αυτή την πίστη και την ομολογία για το πρόσωπό Του θα οικοδομηθεί η Εκκλησία Του.

Έξι ημέρες μετά από αυτό το γεγονός ο Χριστός θέλοντας να στηρίξει έτι περισσότερο την πίστη τους, εν όψει του πάθους Του και του σταυρικού Του θανάτου, πήρε του τρεις πρόκριτους μαθητές Του Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη και ανέβηκαν σε κάποιο υψηλό βουνό, το οποίο η χριστιανική παράδοση ταυτίζει με το όρος Θαβώρ, που υψώνεται περήφανο πάνω από την μαγευτική πεδιάδα Εσδρελών, σαν μια τεράστια πυραμίδα, στα όρια της χώρας Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. Η ώρα της αναβάσεως ήταν εσπέρα, πιθανότατα Σαββάτου, σύμφωνα με την περιγραφή του Ευαγγελιστή Λουκά (9,32). Όταν έφτασαν στην κορυφή ο Κύριος ενώ προσεύχονταν μεταμορφώθηκε ενώπιον των τριών μαθητών Του. Το πρόσωπό Του έλαμψε ως ο ήλιος και τα ενδύματά Του έγιναν στιλπνά και λευκά σαν το χιόνι (Μάρκ.9,3). Ταυτόχρονα περιβλήθηκε αίγλη ουράνιας υπερφυσικής λαμπρότητας, σαν το χιόνι, σαν το πιο λαμπρό φως που είχαν αντικρίσει ποτέ, σαν την πιο φωτεινή αστραπή.

Την ίδια στιγμή, άλλο παράδοξο και θαυμαστό θέαμα είδαν τα μάτια τους. Δύο μεγάλες σεπτές μορφές της Παλαιάς Διαθήκης φάνηκαν εκατέρωθεν του Ιησού, ο Μωϋσής και ο Ηλίας, «οφθέντες εν δόξη» (Λουκ.9,31). ως εκπρόσωποι του Νόμου και των Προφητών, να συνομιλούν με Αυτόν για τα μέλλοντα, που θα συνέβαιναν στα Ιεροσόλυμα, όπου ήταν ο τελικός προορισμός Του (Λουκ.9,31).

Οι μέγιστες αυτές μορφές είχαν αποχωρήσει από τον κόσμο κατά τρόπον μυστηριώδη. Ο Μωυσής απέθανε και κανείς δεν είδε το θάνατό του, ούτε τον τάφο του (Δευτ.34,6). Ο Ηλίας δεν γεύτηκε θάνατο, διότι ο Θεός τον μετέστησε με πύρινο άρμα στον ουρανό ζώντα (Δ΄Βασ.2,11). Το ίδιο μυστηριωδώς εμφανίστηκαν και πάλι στο όρος της Μεταμορφώσεως. Σύμφωνα επίσης με την Παλαιά Διαθήκη οι δυο αυτές μεγάλες προσωπικότητες είχαν την ύψιστη τιμή να δουν τη δόξα του Θεού ενώ ζούσαν. Ο Μωυσής στο όρος Σινά «εισήλθεν εις τον γνόφον, ου ην ο Θεός» (Εδοδ.20,21). Ο Ηλίας είδε την δόξα του Θεού στην «φωνήν αύρας λεπτής» (Γ΄Βασιλ.19,12). Οι μαθητές έτρεφαν, ως πιστοί ισραηλίτες μεγάλη εκτίμηση σε αυτούς, διότι ο Μωυσής ήταν ο νομοθέτης του Ισραήλ και ο Ηλίας ο μέγιστος των προφητών. Τους ανεγνώρισαν προφανώς από τον διάλογό τους με τον Κύριο.

Ο ιερός Λουκάς μας λέγει πως την ώρα εκείνη της ουράνιας φωτοχυσίας ο Πέτρος και οι άλλοι δύο μαθητές «ήσαν βεβαρημένοι ύπνω΄ διαγρηγορήσαντες δε είδον την δόξαν αυτού και τους δύο άνδρας τους συνεστώτας αυτώ» (Λουκ.9,32). Το παράδοξο θέαμα τους συντάραξε κυριολεκτικά. Η ευτυχία που ένοιωθαν ήταν απερίγραπτη. Δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να διαταραχθεί εκείνη η μακάρια κατάσταση. Γι’ αυτό μόλις είδαν να αποχωρούν οι δυο αρχαίοι άνδρες, ο Πέτρος παρακαλεί τον Ιησού να μείνουν για πάντα εκεί! «Επιστάτα, καλον εστιν ημάς ώδε είναι΄και ποιήσωμεν σκηνάς τρεις, μίαν σοι και μίαν Μωυσεί και μιαν Ηλία» (Λουκ.9,33). Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως για τους εαυτούς τους δεν ζητούν κατάλυμα, αλλά τους αρκεί η συγκλονιστική κατάσταση που βίωναν. Όμως συνεχίζει ο ιερός ευαγγελιστής «μη ειδώς ο λέγει», συνεπαρμένος από την θεία ηδονή δεν ήξερε τι έλεγε. Ξαφνικά, ενώ έλεγαν αυτά, συνέβη και άλλο παράδοξο φαινόμενο. «Εγένετο νεφέλη και επεσκίασεν αυτούς· εφοβήθησαν δε εν τω εκείνους εισελθείν εις την νεφέλην· και φωνή εγένετο εκ της νεφέλης λέγουσα· ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός· αυτού ακούετε» (Λουκ.9,35). Ο Θεός Πατέρας από τον ουρανό επιβεβαίωνε για και ακόμα φορά, την θεία υιοθεσία! Η ουράνια φωνή που ακούστηκε μέσα από την φωτεινή νεφέλη προξένησε τέτοιο φόβο στους μαθητές, ώστε αυτοί έπεσαν πρηνείς στην βουνίσια χλόη και δεν μπορούσαν να σηκώσουν το κεφάλι από τη γη.

«Εν τω γενέσθαι την φωνήν ευρέθη ο Ιησούς μόνος, και αυτοί εσίγησαν» (Λουκ.9,36). Η παράδοξη οπτασία είχε λήξει, η φωτεινή νεφέλη είχε διαλυθεί και οι ουράνιοι επισκέπτες είχαν εξαφανιστεί. Ο Χριστός ενδεδυμένος πλέον την συνήθη μορφή Του, ενθαρρύνοντας τους σαστισμένους και φοβισμένους μαθητές Του τους είπε: «Εγέρθητε και μη φοβείσθε» (Ματθ.17,8).

Εν τω μεταξύ είχε περάσει και η νύκτα και οι πρώτες ακτίνες του ηλίου έκαμαν την εμφάνισή τους στο όρος της Μεταμορφώσεως. Τίποτε δεν θύμιζε πια την συγκλονιστική νύχτα και μόνο οι ψυχές των μαθητών ήταν πλημμυρισμένες από θαυμασμό και θεία έκσταση. Ενώ κατηφόριζαν το δρόμο της επιστροφής ο Χριστός τους παρακάλεσε να μην αναφέρουν σε κανέναν το γεγονός, «έως ου ο υιός του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή» (Ματθ.17,9, Μάρκ.9,9). Κοινοποίηση του γεγονότος στον ευρύτερο κύκλο των μαθητών θα προκαλούσε σύγχυση διότι δεν ήταν ακόμη ικανοί να κατανοήσουν τα μυστήρια του Θεού. Πολλώ δε μάλλον στον αμαθή όχλο, διότι θα προκαλούσε άκαιρους ενθουσιασμούς και θα έβλαπτε το υπόλοιπο έργο Του.

Οι τρεις μαθητές πράγματι διαφύλαξαν την εντολή του Κυρίου, μόνο που τους βασάνιζε το ερώτημα: «τι έστι το εκ νεκρών αναστήναι» (Μάρκ.9,10). Δεν μπορούσαν να καταλάβουν την ανάσταση του Δασκάλου τους, αφού είχαν την εσφαλμένη αντίληψη ότι «ο Χριστός μένει εις τον αιώνα» (Ιωάν.12,3) ως ο κραταιός εγκόσμιος βασιλεύς του Ισραήλ. Επίσης τους προβλημάτιζε το γεγονός της εμφανίσεως του Ηλία, διότι γνώριζαν πως η δεύτερη εμφάνισή του στον κόσμο σημαίνει την έλευση του Μεσσία και την αρχή της βασιλείας του (Μαλαχ.4,5). Αναρωτιόνταν, γιατί να μην κηρύξουν τα καλά νέα της ελεύσεως του Μεσσία και της βασιλείας του; Δεν άντεξαν και ρώτησαν τον Κύριο: «τι ουν οι Γραμματείς λέγουσιν, ότι Ηλίαν δει ελθείν πρώτον;» (Ματθ.17,10). Ο Χριστός τους απάντησε πως ο Ηλίας πράγματι ήδη ήλθε, αλλά οι Γραμματείς δεν τον ανεγνώρισαν και τον κακοποίησαν, όπως θα κακοποιήσουν και τον Υιό του Ανθρώπου. Οι μαθητές κατάλαβαν ότι τελικά μιλούσε για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, ο οποίος υπήρξε όμοιος στο θάρρος και στην πίστη με τον μεγάλο προφήτη.

Μετά την Ανάσταση οι τρεις μαθητές κατανόησαν το μεγάλο γεγονός της θείας Μεταμορφώσεως, όταν είδαν ξανά τον Κύριο δοξασμένο. Διηγήθηκαν στους υπόλοιπους αποστόλους την φοβερή οπτασία. Οι δύο μάλιστα από αυτούς κατέγραψαν στις επιστολές τους την συγκλονιστική εμπειρία της Μεταμορφώσεως του Κυρίου. Ο απόστολος Πέτρος στην Β΄ Καθολική Επιστολή του έγραψε τα εξής: «Εγνωρίσαμεν υμίν την του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δύναμιν και παρουσίαν… επόπται γενηθέντες της εκείνου μεγαλειότητος, λαβών γαρ παρά Θεού Πατρός τιμήν και δόξαν φωνής ενεχθείσης αυτώ τοιάδε υπό της μεγαλοπρεπούς δόξης, ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εις ον εγώ ευδόκησα· και ταύτην την φωνήν ημείς ηκούσαμεν εξ ουρανού ενεχθείσαν, συν αυτώ όντες εν τω όρει τω αγίω» (Β΄Πετρ.1,16-19). Ο απόστολος Ιωάννης στην αρχή του ευαγγελίου του αναφέρει ότι «εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάν.1,14), αναφερόμενος προφανώς στο γεγονός της θείας Μεταμορφώσεως. Επίσης στην Α΄ Καθολική Επιστολή του υπαινίσσεται την εμπειρία της Μεταμορφώσεως του Κυρίου γράφοντας ότι «αύτη εστίν η επαγγελία ην ακηκόαμεν απ αυτού και αναγγέλλομεν υμίν, ότι ο Θεός φως εστι» (A΄ Ιωάν.1,5).

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, το «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού, φέρων τε τα πάντα τω ρήματι της δυνάμεως αυτού» (Εβρ.1,3). Ο αιώνιος και άναρχος Θεός, ο «ήν εν αρχή προς τον Θεόν» και «Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν» (Ιωάν.1,2-3).

Αυτός χάριν της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους «σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάν.1,14). Έγινε, συνάμα με τη θεία Του φύση, αληθινός και τέλειος άνθρωπος, δηλαδή Θεάνθρωπος, για να είναι σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, η σωτηρία μας πραγματική και βεβαία. Ταπείνωσε τόσο πολύ το θεανδρικό Του πρόσωπο, ώστε ήρθε στον κόσμο ως ένας άσημος άνθρωπος. Το ίδιο άσημος έζησε σε ολόκληρη την επί γης ζωή Του. Καταδέχτηκε και βίωσε την ανθρώπινη κακοδαιμονία στο έπακρο.

Όταν άρχισε τον δημόσιο βίο Του κάλεσε με απλότητα τους συνεργάτες Του αποστόλους, για να τον πλαισιώσουν στο έργο της σωτηρίας του κόσμου. Το ίδιο άσημοι υπήρξαν και αυτοί. Όλοι τους ήταν ολιγογράμματοι ψαράδες της Γενησαρέτ. Οι ισχυροί και οι σοφοί του κόσμου ήταν γεμάτοι με έπαρση και άρα ακατάλληλοι να συμβάλλουν στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.

Οι μαθητές του Κυρίου δεν ήταν απαλλαγμένοι από την ιδιότυπη εθνικιστική πίστη των υπολοίπων Ιουδαίων για τον Μεσσία. Τον περίμεναν ως έναν εθνικό κραταιό ηγέτη, προικισμένο με υπερφυσικές ιδιότητες, ο οποίος θα ανάσταινε τον ένδοξο θρόνο του Δαβίδ και θα εγκαθιστούσε παγκόσμιο βασίλειο με συγκυβερνήτες τον «περιούσιο λαό»! Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο σκάνδαλο του Χριστού απέναντι στο ιουδαϊκό έθνος!

Μέσα στα ιερά Ευαγγέλια έχουμε σαφείς μαρτυρίες και εκδηλώσεις των μαθητών αυτής της περίεργης πίστεως. Τρανταχτό παράδειγμα η περίπτωση των υιών Ζεβεδαίου, οι οποίοι λίγο πριν το πάθος του Ιησού του ζητούσαν πρωτοκαθεδρίες στην μελλοντική βασιλεία Του (Ματθ.20,17-28). Επίσης ακόμα και μετά την ανάσταση το σύνολο των μαθητών «συνελθόντες επηρώτων αυτόν λέγοντες· Κύριε, ει εν τω χρόνω τούτω αποκαθιστάνεις την βασιλείαν τω Ισραήλ;» (Πράξ.1,6). Ο Κύριος δεν παρέλειπε σε κάθε περίπτωση να τους δώσει να καταλάβουν ότι σφάλλουν και πως ο ίδιος δεν ήρθε στον κόσμο, να κυριαρχήσει, ούτε να διακονηθεί αλλά «διακονήσαι και δούναι την ψυχή Του λύτρον αντί πολλών» ( Ματθ.20,28).

Το σπουδαιότερο γεγονός, το οποίο ανέτρεψε την λαθεμένη αντίληψη των κορυφαίων μαθητών για το Χριστό και το έργο Του υπήρξε η θεία Μεταμόρφωση. Είναι ασφαλώς μια προσπάθεια να απαγκιστρωθούν, τουλάχιστον οι κορυφαίοι απόστολοι, από τις παχυλές μικροεθνικιστικές αντιλήψεις, να μυηθούν στα μυστήρια του Θεού και να γίνουν μάρτυρες της θείας δόξας. Μόνο χάρη σε αυτή την συγκλονιστική εμπειρία θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη δοκιμασία και το σκάνδαλο του σταυρού. Μόνο έτσι δεν θα λύγιζαν μπροστά στο πάθος και τον θάνατο του Χριστού. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να πιστέψουν στην ανάσταση του Κυρίου, διότι Εκείνος που μεταμορφώθηκε μπροστά τους και περιβλήθηκε την θεία δόξα θα μπορούσε να αναστηθεί από τους νεκρούς!

Το λαμπρό γεγονός της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας έχει επίσης και άλλες σπουδαίες διδακτικές παραμέτρους. Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας άντλησαν από αυτό σπουδαίες αλήθειες της χριστιανικής μας πίστεως. Η Ορθόδοξη θεολογία μας έχει αφιερώσει ολόκληρα κεφάλαια στο μεγάλο και θαυμαστό αυτό γεγονός και αντλεί θεμελιώδεις αλήθειες από αυτό.

Η προσωπική μεταμόρφωση του Θεανθρώπου Κυρίου μας, αποτελεί τον προάγγελο και της δικής μας μεταμορφώσεως. Αυτό μας το βεβαιώνει ο αληθής λόγος του Κυρίου μας: «ημείς δε οι πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι την αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος» (Β΄Κορ.3,18). Όλοι οι πιστοί του Χριστού, ως «συμμόρφους της εικόνος του Θεού» (Ρωμ.8,29), θα μεταμορφωθούμε και εμείς και θα συνδοξασθούμε με Αυτόν. Τόσο μεγάλο είναι το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού, Οποίος τόσο πολύ μας αγαπά, ώστε θέλει να μας χαρίσει μέρος της δικής Του δόξας!

Τα ιερά Ευαγγέλια αναφέρουν πως μαζί με το πρόσωπο Κυρίου μεταμορφώθηκαν και τα ενδύματά Του και έγιναν «στίλβοντα, λευκά λίαν ως χιών, οια γναφεύς επί της γης ου δύναται ούτω λευκάναι» (Μαρκ.9,3). Αυτό σημαίνει πως μαζί με μας τους υιούς του Θεού (Ρωμ.8:14) θα μεταμορφωθεί και ολόκληρη η δημιουργία. Ο απόστολος Παύλος τονίζει σαφέστατα την μελλοντική της μεταμόρφωση. «Και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού» (Ρωμ.8,21). Η ιερά Αποκάλυψη, το ευαγγέλιο του τελικού θριάμβου της Εκκλησίας μας, ομιλεί για την εσχατολογική δημιουργία καινούριου ουρανού και καινούριας γης, διότι ο «πρώτος ουρανός και η πρώτη γη απήλθον» (Αποκ.21,1). Η παράδοξη εμφάνιση του Μωυσή και του Ηλία κατά την μεταμόρφωση του Κυρίου επιβεβαιώνει περίτρανα την χριστιανική πίστη στην μετά θάνατον ζωή. Ο Μωυσής είχε ζήσει περισσότερα από χίλια τριακόσια χρόνια πριν από την γέννηση του Κυρίου και ο Ηλίας πάνω από οκτακόσια. Και όμως εμφανίστηκαν ζωντανοί μπροστά στους έντρομους και δύσπιστους μαθητές «συλλαλούντες τω Ιησού» (Μάρκ.9,4). Ο ίδιος ο Κύριος είχε πει πως ο Θεός «ούκ έστιν ο Θεός Θεός νεκρών, αλλά ζώντων» (Ματθ.22,33). Με την ζωοφόρο ανάστασή Του έγινε «πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολ.1,18, Αποκ.1,5), απαρχή της αναστάσεως όλων των πιστών σε Αυτόν ανθρώπων, καθότι «δει το φθαρτόν τούτο ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν… κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος» (Α΄Κορ.15,54).Αυτή είναι η πιο χαροποιός και ελπιδοφόρα πίστη της ανθρωπότητας!

Για την ορθόδοξη πνευματικότητα η Μεταμόρφωση του Κυρίου έχει ιδιάζουσα σημασία. Στα βυζαντινά χρόνια τέθηκε ως πρόκληση από την δυτική αιρετική σχολαστική θεολογία κατά πόσον μπορεί ο άνθρωπος να προσεγγίσει και να βιώσει την θεία δόξα. Οι αιρετικοί δυτικοί υποστήριζαν πως η δόξα και το φως της Μεταμορφώσεως ήταν κτιστό φυσικό φως, μετεωρολογικό φαινόμενο, διότι εντελώς αυθαίρετα ταύτιζαν την ουσία με τις ενέργειες του Θεού. Αντίθετα οι ορθόδοξοι Πατέρες με προεξάρχοντα τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά (1296-1359) στηριζόμενοι στην αγία Γραφή και την παράδοση της αρχαίας Εκκλησίας έκαμαν την διάκριση μεταξύ ουσίας και ακτίστων ενεργειών του Θεού και αποφάνθηκαν πως το φως και η δόξα της θείας Μεταμορφώσεως ήταν φανέρωση του ακτίστου θείου φωτός και των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Ο άνθρωπος μπορεί με την χάρη του Θεού και τον δικό του προσωπικό αγώνα να φτάσει να δει και να γίνει μέτοχος αυτού του ακτίστου φωτός και της δόξας του Θεού και από αυτή τη ζωή. Πρόκειται για το γνωστό πνευματικό κίνημα των Ησυχασμού, το οποίο μεσουράνησε τον 14ο αιώνα και το οποίο συντέλεσε στην αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και την ανάπτυξη περαιτέρω της πνευματικότητας.

Για τον ορθόδοξο πιστό ο Θεός είναι «ψηλαφητός» δια των ακτίστων ενεργειών Του, διότι γινόμενος αποδέκτης και μέτοχός των βιώνει οντολογικά την ύπαρξη του Θεού. Δε χρειάζεται λογικές αποδείξεις για την ύπαρξή Του επειδή ο εσωτερικός του κόσμος είναι πλημμυρισμένος από τις άκτιστες θείες ενέργειες, οι οποίες του δημιουργούν μια απίστευτη πνευματική πληρότητα. Του είναι τόσο οικείος ο Θεός, όσο οι φυσικοί συγγενείς του! Μόνο στην ορθόδοξη πρακτική ο Θεός χαρακτηρίζεται ως πατέρας με τη βιβλική και χριστιανική έννοια, απαλλαγμένη από κάθε είδους συμβολισμών και εικόνων. Για τον ορθόδοξο πιστό ο Θεός είναι ο στενός συγγενής του, το δικό του αγαπητό πρόσωπο που μπορεί να το εμπιστευτεί και να του αναθέσει τη ζωή του, χωρίς να αίρεται η από μέρους του η συναίσθηση της υπέρτατης διαφοράς με το Δημιουργό του. Αυτό βεβαιώνεται ξεκάθαρα στο γεγονός της θείας Μεταμορφώσεως. Οι δύο προφήτες και οι τρεις απόστολοι στο θαβώριο όρος μετέχοντες των ακτίστων ενεργειών του μεταμορφωθέντος Κυρίου, αισθάνονταν ιδιαίτερα οικείοι με Εκείνον και ταυτόχρονα αναγνώριζαν τη διαφορετική τους φύση.

Η αιρετική σχολαστική δυτική διδασκαλία περί ταυτίσεως της ουσίας και των ενεργειών του Θεού συσσώρευσε ανυπέρβλητα προβλήματα στις σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό. Το φως της θείας Μεταμορφώσεως εκλαμβάνεται ως φυσικό κτιστό φως, όπως κτιστές εκλαμβάνονται και όλες οι ενέργειες του Θεού προς τον κόσμο. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ο άνθρωπος δε μετέχει του Θεού σε καμιά περίπτωση και άρα είναι ολότελα ξένος Αυτού. Η μόνη «μετοχή» του ανθρώπου με το Θεό είναι η δια του νου αναζήτησή Του. Αυτό υπήρξε η αφετηρία όλων των συγχρόνων κακοδοξιών κατά της ορθής πίστεως του Θεού. Οι τερατώδεις παπικές και προτεσταντικές περί Θεού αντιλήψεις δημιούργησαν ένα απίθανο ψηφιδωτό απαράδεκτων νοητικών εικόνων Του. Αυτό όπως είναι γνωστό, οδήγησε στην άρνηση της υπάρξεως του Θεού και ακόμη στη φρικτή δογματική θεώρηση του «θανάτου του Θεού», από τον παράφρονα εκπρόσωπο της ευρωπαϊκής διανόησης Νίτσε!

Το γεγονός της θείας Μεταμορφώσεως του Κυρίου πρέπει να καταυγάζει την ψυχή μας κάθε στιγμή της ζωής μας. Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι ο φιλάνθρωπος Θεός μας, εξαιτίας της άμετρης αγάπης Του για μας, μας δίνει το ύψιστο δικαίωμα να μετέχουμε και αυτής της ίδιας της δόξας Του, διότι εμείς οι πιστοί χριστιανοί δεν είμαστε οπαδοί θρησκείας, όπως οι οπαδοί άλλων θρησκειών, αλλά υιοθετημένα παιδιά του Θεού, μέτοχοι της θείας μακαριότητάς Του! Αυτή την μεγάλη τιμή δε θα τη συναντήσουμε σε καμιά άλλη πίστη. Γι’ αυτό είναι ανάγκη να απαγκιστρωθούμε από τα σκύβαλα του κόσμου (Φιλιπ.3,8), να παραδώσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού και να έχουμε οδηγό στη ζωής μας τον αιώνιο νόμο Του. Τότε το άκτιστο θαβώρειο φως θα καταυγάζει πλέρια την ψυχή μας, καθ’ όλη τη διάρκεια της ακανθώδους επί γης πορείας μας και θα μας οδηγεί ασφαλώς στην σωτηρία, στην αιώνια ζωή και στη θέωση!
Περισσότερα...