Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

Συνέπειες βλασθημίας


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε τις συνέπειες της βλασθημίας. Ειδικότερα θα δούμε πώς χάνει την ψυχή του αυτός που βλασθημάει τα θεία.

ΜΗ ΒΛΑΣΘΗΜΕΙΤΕ αδελφοί μου. Είναι μεγάλη αμαρτία απέναντι στον ουράνιο Πατέρα και Θεό μας. Αναλογιστείτε τη φρίκη του αμαρτήματός σας. Λυπηθείτε τα παιδιά σας. Φέρτε στο μυαλό σας την φοβερά ημέρα της κρίσεως. Προσπαθήστε, αγωνιστείτε και κόψτε επιτέλους την κατα- ραμένη βλασθημία.


Ο αείμνηστος πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος, Ηγούμενος τότε, για 50 περίπου χρόνια στο ιστορικό Μοναστήρι της Λογγοβάρδας στην Πάρο, στο βιβλίο του "Πόλεμος κατά της βλασφημίας", γράφει σχετικά:

Κατά το έτος 1924, εις την αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, καθήμενος εις το κελί μου και μελετών, άκουσα γοερές κραυγές. Σκύβοντας από το παράθυρό μου, είδα στο προαύλιο τής Μονής ένα νέο φορτωμένο επάνω σ’ ένα γαϊδουράκι. Τον βάσταζαν δύο άνθρωποι, οι οποίοι αφού τον κατέβασαν από το υποζύγιο, κρατώντας τον από τα χέρια τον οδήγησαν προς τον Ιερόν Ναόν της Μονής.

Κατέβηκα κι εγώ στην Εκκλησία, για να πληροφορηθώ τι συμβαίνει. Είδα το παιδί αυτό, πεσμένο στην πόρτα του Ναού, εντελώς παραμορφωμένο στο πρόσωπο. Όλο του το σώμα, χέρια πόδια, στόμα, μύτη, είχαν στρεβλωθεί, σε μία αλλόκοτη, τερατώδη, και δαιμονική έκφραση. Είδα ότι ήταν και τυφλός... Αυτοί που τον συνόδευαν μπήκαν μέσα και προσκύνησαν τις Εικόνες. Ήταν, όπως έμαθα, ο πατέρας του και ένας εξάδελφός του.

Ξαφνικά βλέπω τον νεαρό, να σέρνεται σαν φίδι μέσα στην Εκκλησία, και αφού έφθασε στην μέση γονατιστός, στάθηκε μπροστά στις Άγιες Εικόνες και άρχισε να βλαστημάει τον Χριστό... Τον πλησίασα αγανακτισμένος για την ασέβειά του και χαστουκίζοντάς τον δυνατά, του είπα, "Ασεβέστατε! Και μέσα στην Εκκλησία τολμάς να βλαστημάς τον Θεό;"

Μαζεύτηκε, και είπε, "Κύριε ελέησον!".

Ρώτησα τον πατέρα του πώς το έπαθε, και μου είπε, ότι ο Γιώργος από μικρό παιδί βλαστημούσε... "Χθες το πρωί, μου είπε, του φύγανε τα πρόβατα και μπήκαν σε ένα χωράφι σπαρμένο. Πήγε να τα μαζέψει βλαστημώντας τουλάχιστον 10-15 φορές την Παναγία. Ενώ πλησίαζε στο χωράφι βλασφημώντας συνέχεια, έπεσε κάτω, τυφλώθηκε, και μεταμορφώθηκε η όψη του σε αυτή την τερατώδη κατάσταση. Τον φέραμε στη Μονή, να του κάνετε αγιασμό, παρακλήσεις, και ό,τι άλλο χρειάζεται...".

Του κάναμε πράγματι όλα αυτά, του διαβάσαμε και εξορκισμούς, αλλά αυτός ο βέβηλος δεν σταμάτησε να βλαστημάει. Μετά από λίγες μέρες με φώναξε ο υπηρέτης της Μονής που βοηθούσε τον νεαρό και τον τάιζε και μου είπε,

- Έλα να ιδείς τον πάσχοντα. Του κόπηκε η γλώσσα και δεν μπορεί ούτε νερό να πιει...". Πήγα, και έφριξα με ό,τι είδα. Η γλώσσα του, αυτή που συνεχώς βλαστημούσε, ήταν κομμένη και ξεριζωμένη, σφηνωμένη εντελώς στον λάρυγγα.

Την άλλη μέρα, διηγείται ο π. Φιλόθεος Ζερβάκος, έφυγα για να πάω στην Νάξο. Όταν γύρισα, ρώτησα σχετικά τους πατέρες και μου είπαν. "Πέθανε εδώ και δύο μέρες. Ο πατέρας του είχε πάει στο χωριό για να φέρει καθαρά ρούχα για την ταφή, και ο υπηρέτης είχε πάει σπίτι του. Την νύκτα του θανάτου του, ακούγαμε στο Μοναστήρι χορούς, φασαρίες, και τραγούδια: «ΕΙΣΑΙ ''ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ'' ΤΩΡΑ...».

Ξυπνήσαμε όλοι, νομίζοντας ότι τραγουδούσαν και χόρευαν οι υπηρέτες της Μονής. Ο πατήρ Σάββας μάλιστα, πήρε το ραβδί του για να πάει να τους διώξει. Ανοίγοντας το παράθυρο, τρεις η ώρα τη νύκτα, άκουσε φωνές στο σκοτάδι που έλεγαν δυνατά, "Γιώργο! Γιώργο! Έλα δω, πού πας να φύγεις! Είσαι δικός μας τώρα...".

Αφού παύσανε αυτοί, ακούστηκαν άλλες φωνές απέναντι από το μέρος των τραγουδιών... "Βρε, ελάτε εδώ, μη φοβάστε, τον πήραμε εμείς τον Γιώργο!" Ο πατήρ Σάββας έντρομος τότε, από τις φωνές των δαιμόνων που τραβούσαν μαζί τους την ψυχή του βλάσφημου, άρχισε να προσεύχεται στον Χριστό και την Παναγία ζητώντας βοήθεια.

Πράγματι σταμάτησαν οι φωνές και οι δαίμονες έγιναν άφαντοι. Όταν μετά από λίγο κατέβηκε και πήγε στο δωμάτιο του παιδιού, το βρήκε πεθαμένο και ριγμένο με δύναμη, έξω από το σπίτι. Φόβος και τρόμος μας κατέλαβε όλους, γράφει ο πατήρ Φιλόθεος.
Περισσότερα...

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο, τον Ευαγγελιστή και αγαπημένο μαθητή του Χριστού μας, που καταγόταν από τη Βησθαϊδά της Γαλιλαίας.

Ο Ιωάννης ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και νεώτερος αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Στην αρχή ήταν μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και κατόπιν έγινε μαθητής του Κυρίου.



Ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού και μάλιστα μαθητής «ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιωαν. ια΄ 20), δηλαδή, τον οποίο αγαπούσε ιδιαίτερα ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Η Εκκλησία του απένειμε την προσωνυμία του Θεολόγου και στην αγιογραφία εικονίζεται με έναν αετό κοντά στο κεφάλι του.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στην αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την εξέφραζε. Αγαπούσε πολύ τον Διδάσκαλό του. Τον ακολούθησε και στις πιο δύσκολες ώρες της επίγειας ζωής Του. Όταν οι άλλοι μαθητές ήταν κρυμμένοι «διά τον φόβον των Ιουδαίων», αυτός ήταν παρών στην σύλληψή Του, στην δίκη και στον Γολγοθά, όπου κάτω από τον Σταυρό του εμπιστεύθηκε ο Χριστός την μητέρα Του. Μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτελούσαν την τριάδα τον μαθητών που έλαβε μαζί του ο Χριστός στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, στο όρος Θαβώρ, όπου «μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών», καθώς και στην Γεσθημανή, όπου προσευχήθηκε πριν από το πάθος Του.

Ο Ιωάννης είναι ο συγγραφέας του 4ου κατά σειρά Ευαγγελίου στην Καινή Διαθήκη, το θεολογικότερο όλων και θεωρούμενο ως Ευαγγέλιο της αγάπης, καθώς επίσης των τριών Καθολικών Επιστολών και της Αποκάλυψης.

Τη ζωή του κοντά στον Κύριο τη γνωρίζουμε μέσα από τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Ο Ιωάννης συνέχισε έντονα την δράση του και μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Αυτός και ο Πέτρος ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος σε όλο τον κόσμο το λόγο του Κυρίου.

Η παράδοση, επίσης, μας λέει ότι ο Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία, και ιδιαίτερα στην Έφεσο, όπου με την προσευχή του κατέστρεψε το ναό της Αρτέμιδος και οδήγησε στο Χριστιανισμό τετρακόσιες χιλιάδες ειδωλολάτρες. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Δομετιανού βασανίστηκε και εξορίστηκε στη Πάτμο, όπου έγραψε την Αποκάλυψη.

Ο Ιωάννης έζησε γύρω στα 100 χρόνια (κοιμήθηκε ειρηνικά γύρω στο 105 με 106 μ.Χ.). Εκείνο, όμως, που αξίζει να αναφέρουμε, είναι η φράση που συνεχώς έλεγε στους μαθητές του: «Τεκνία, αγαπάτε αλλήλους» (Ιωαν. ιγ΄ 34), που σημαίνει, παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Και όταν οι μαθητές του ρώτησαν γιατί συνεχώς τους λέει την ίδια φράση, αυτός απάντησε «διότι είναι εντολή του Κυρίου, και όταν αυτό μόνο γίνεται, αρκεί».

Πέθανε λοιπόν σε βαθιά γεράματα στην Έφεσο και τάφηκε έξω απ' αυτήν. Μετά από μερικές μέρες μαθητές του και πολλοί χριστιανοί πήγαν να προσκυνήσουν και είδαν τον τάφο άδειο. Ο Άγιος αναστήθηκε και μετέστη στην αιώνια ζωή.

Η Εκκλησία τιμά τη μετάσταση του Αγίου την 26η Σεπτεμβρίου.

Ἀπολυτίκιον -Ἦχος β΄

Ἀπόστολε, Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπημένε, ἐπιτάχυνον, ῥῦσαι λαὸν ἀναπολόγητον· δέχεταί σε προσπίπτοντα, ὁ ἐπιπεσόντα τῷ στήθει καταδεξάμενος, ὃν ἱκέτευε θεολόγε, καὶ ἐπίμονον νέφος ἐθνῶν διασκεδάσαι, αἰτούμενος ἡμῖν εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Αναδημοσίευση από: orthodox-world.pblogs.gr
Περισσότερα...

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Το διορατικό χάρισμα ενός μικρού παιδιού


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε το διορατικό χάρισμα ενός μικρού παιδιού, έτσι όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», Άγιον Όρος 2008, των εκδόσεων του Ιερού Ησυχαστηρίου Άγιος Ιωἀννης ο Πρόδρομος, Μεταμόρφωσης Χαλκιδικής.

Τὸν Σεπτέμβριο κάποιου ἔτους στὸ ὀγκολογικὸ τμῆμα τοῦ Πανεπιστημιακοῦ Νοσοκομείου τοῦ Ρίου ἐπικρατεῖ μεγάλη ἀναστάτωση. Ὁ μικρὸς Δημητράκης ζητοῦσε ἐπειγόντως τὸν ἱερέα τοῦ Νοσοκομείου.


Ἦταν 13 ἐτῶν καί ἤθελε ὁπωσδήποτε νὰ κοινωνήσει. Ἐνάμισι περίπου χρόνο βρισκόταν στὴ συγκεκριμένη κλινική. Ἕνας μικρὸς πονοκέφαλος τὸν ὁδήγησε ἐκεῖ. Οἱ γιατροὶ διέγνωσαν καρκίνο τοῦ ἐγκεφάλου. Ἡ καταγωγὴ του ἦταν ἀπὸ τὸ Φίερι τῆς Ἀλβανίας. Οἱγονεῖς του ἀβάπτιστοι. Ἔμεναν ἀρκετὰ χρόνια στὴν Πάτρα. Αὐτός, λίγο μετὰ τὴν εἴσοδό του στὸ Νοσοκομεῖο, θέλησε νὰ βαπτιστεῖ. Ἄκουγε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἤθελε νὰ γίνει «παιδί» Του. Βαπτίστηκε «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», κατόπιν κατηχήσεως βέβαια.

Ὅλοι τὸν ἀγαποῦσαν πολὺ στὴν κλινική. Ὁ καρκίνος εἶχε προχωρήσει ἀρκετὰ καὶ ἤδη τοῦ εἶχε στερήσει τὴν ὅράση. Δὲν ἔβλεπε καθόλου, τίποτε καὶ κανέναν. Ἄκουγε ὅμως μὲ μεγάλη καὶ θαυμαστὴ ὑπομονή. Δὲν παραπονιόταν. Ἔλεγε ὅτι ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπᾶ πολύ. Προσευχόταν καὶ παρακαλοῦσε καὶ τοὺς γονεῖς του νὰ κάνουν τὸν ἴδιο.

Ὅσοι τὸν ἐπισκέπτονταν καταλάβαιναν νὰ ὑπάρχει κάτι διαφορετικὸ σ' αὐτὸ τὸ παιδί. Μιλοῦσε συνέχεια γιὰ τὸν Θεό. Ἦταν πάντα εὐγενικὸ καὶ χαρούμενο. Τὸ πρόσωπο του ἔλαμπε. Ἤθελε νὰ κοινωνάει συχνὰ τῶν Τιμίων Δώρων. Ὅταν κάποιες φορὲς ἡ μητέρα του ἦταν σὲ κάποιον ἄλλο χῶρο τῆς κλινικῆς, φώναζε: «Μητέρα, ἔλα γρήγορα. Φτάνει ὁ παππούλης μὲ τὸν Χριστό. Ἀνεβαίνει τὰ σκαλιά. Ἔλα νὰ μὲ ἑτοιμάσεις». Καὶ ἔτσι γινόταν. Ὁ ἱερέας ἐρχόταν καὶ εὕρισκε τὸν Δημητράκη καθισμένο στὸ κρεβάτι του, μὲ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα κάνοντας μὲ εὐλάβεια τὸν... σταυρό του. Ἐνῶ δὲν γνώριζε τὴν ἀκριβῆ ὥρα τῆς προσελεύσεως τοῦ ἱερέως μὲ τὰ Τίμια Δῶρα, μὲ διορατικὸ χάρισμα τὸν ἔβλεπε νὰ ἔρχεται, μολονότι παρεμβάλλονταν δύο κλειστὲς πόρτες που χώριζαν τὸ δωμάτιό του ἀπὸ τὸν διάδρομο που ἐρχόταν ὁ ἱερέας. Αὐτὸ τὸ βεβαιώνει καὶ ἡ εὐλαβὴς κυρία Μαρία Γαλιατσάτου ἡ ὁποία ἐθελοντικὰ φρόντιζε τὸ παιδὶ αὐτό. «Κυρία Μαρία, θέλω κάτι νὰ σᾶς πῶ», τῆς εἶπε μία μέρα. «Ὅταν ἔρχεται ὁ παππούλης μὲ τὸν Χριστό, τὸν βλέπω στὶς σκάλες που ἀνεβαίνει καὶ δίπλα του ὑπάρχουν δύο ψηλοί, ὄμορφοι ἄνθρωποι μὲ ὁλόασπρη στολὴ πού γέρνουν πρὸς τὸ Ἅγιο Ποτήριο καὶ μὲ ἀνοιχτὰ τὰ χέρια τους τὸν προστατεύουν».

Κάποτε τὸν ρώτησε ὁ γιατρός: «Τί κάνεις, Δημητράκη, πῶς πᾶμε;». Τοῦ ἀπάντησε: «Κύριε γιατρέ, μπορῶ νὰ σᾶς πῶ ἀπὸ κοντά. Ἐγὼ εἶμαι καλά. Ἐσεῖς μὴν στενοχωριέστε που ἔφυγε ἡ γυναίκα σας. Ὁ Θεὸς θὰ εἶναι μαζί σας γιατί εἶστε καλὸς ἄνθρωπος». Ὁ γιατρὸς ἔμεινε λίγο ἀκίνητος. Κανεὶς δὲν ἤξερε τὸ θλιβερὸ γεγονὸς που εἶχε συμβεῖ τὴν προηγούμενη ἡμέρα στὸ σπίτι του, ὅτι δηλαδὴ ἡ γυναίκα του τὸν ἐγκατέλειψε καὶ πῆρε ἄλλον ἄνδρα.

«Αὐτὸ εἶναι παιδὶ τοῦ Θεοῦ», ἔλεγαν ὅσοι τὸν γνώριζαν.

Τὴν τελευταία φορὰ ποὺ κοινώνησε δὲν μποροῦσε πλέον νὰ σταθεῖ καθιστὸς στὸ κρεβάτι ἀλλὰ ὑποδέχθηκε μὲ χαρὰ καὶ λαχτάρα τὸν Χριστὸ ξαπλωμένος. «Εὐχαριστῶ πολύ», ψέλλισε καὶ μετὰ ἐκοιμήθη.

Ὁ ἱερέας, ὅταν τὴν ἄλλη μέρα πῆγε στὸ νεκροτομεῖο νὰ διαβάσει στὸν Δημητράκη τὸ τρισάγιο, εἶπε: «Τέτοιο λείψανο πρώτη φορὰ στὴν ζωή μου βλέπω. Τὸ πρόσωπό του εἶναι χαμογελαστό, λάμπει καὶ ἔχει τὸ χρῶμα τοῦ κεχριμπαριοῦ».

Οἱ γονεῖς του ἀγάπησαν πολύ τὸν Χριστὸ καὶ θέλουν καὶ αὐτοὶ νὰ βαπτιστοῦν.
Περισσότερα...

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Άγιος Ευστάθιος και η αγία οικογένειά του


Στις 20 Σεπτεμβρίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη μιας Αγίας οικογενείας. Μιας οικογενείας μαρτύρων που την αποτελούσαν ο Άγιος Ευστάθιος, η σύζυγος του Αγία Θεοπίστη και τα δύο παιδιά τους, οι Άγιοι Αγάπιος και Θεόπιστος.

Στα 98 μ. Χ. ο Πλακίδας, αυτό ήταν το πρώτο όνομα του αγίου Ευσταθίου, διαπρέπει σαν στρατηλάτης ενδοξότατος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.



Δεν είναι μόνο η ευγενής καταγωγή και ο πλούτος, που τον κάνουν να ξεχωρίζει, αλλά και οι έξοχες νίκες και τα ανδραγαθήματά του. Κι από κοντά ο ψυχικός του πλούτος. Συνετός, εγκρατής και σώφρων, δίκαιος και ελεήμων, αποτελεί, αν και ειδωλολάτρης ακόμα, μια εκλεκτή ψυχή. Σ' αυτές του τις αρετές του μοιάζουν και η σύζυγος και οι δύο γιοι του.

Ένα τέτοιο ευγενικό θήραμα ήταν αδύνατο να ξεφύγει από τα δίχτυα της αγάπης του θείου Κυνηγού. Έτσι λοιπόν κάποια μέρα που ο Πλακίδας γύμναζε το στρατό στο κυνήγι, τράβηξε την προσοχή του κάποιο ελάφι, που ενώ έτρεχε, στρεφόταν και τον κοίταζε στα μάτια. Όρμησε να το κυνηγήσει, αλλ' εκείνο βρέθηκε μ' ένα πήδημα στο χείλος ενός μεγάλου χάσματος, αφήνοντας αντίκρυ τον έφιππο Πλακίδα. Και ξαφνικά βλέπει ο στρατηλάτης ανάμεσα στα κέρατα του ελαφιού έναν υπέρλαμπρο σταυρό με τον Εσταυρωμένο. Ακούει και μια φωνή, που του αποκαλύπτει ότι Αυτός είναι ο Ιησούς Χριστός, ο μόνος αληθινός Θεός, και τον καλεί να πιστέψει και να βαπτιστει.

Το ελάφι εξαφανίζεται και ο Πλακίδας επιστρέφει στο σπίτι του. Πριν προλάβει όμως να εξιστόρηση το συνταρακτικό γεγονός στη σύζυγο του, εκείνη του φανερώνει ότι ο Θεός των χριστιανών αποκαλύφθηκε και σ' αυτήν καλώντας την να πιστέψει με όλη την οικογένειά της. Την ίδια νύχτα δέχεται η οικογένεια το άγιο βάπτισμα από τον επίσκοπο της Ρώμης.

Το άλλο πρωί ο Άγιος Ευστάθιος πηγαίνει πάλι στο μέρος όπου του είχε αποκαλυφθεί το όραμα του ελαφιού. Κι εκεί ακούει νέα συνταρακτική αποκάλυψη:

Θα πάθεις όσα έπαθε και ο Ιώβ τον παλαιό καιρό, αλλά στο τέλος θα νικήσεις τον διάβολο... Ανδρίζου, Ευστάθιε, και αγωνίζου στον δρόμο της αρετής.

Το θέλημα του Κυρίου ας γίνει, απάντησε ο Ευστάθιος.

Το ίδιο είπε και η Αγία Θεοπίστη, όταν της φανέρωσε την πρόρρηση.

Δεν περνούν λίγες μέρες και ο στίβος του αγώνα για τον νεοφώτιστο στρατηλάτη ανοίγεται. Από λοιμώδη ασθένεια πεθαίνουν όλοι οι υπηρέτες και οι άνθρωποι του σπιτιού του. Αρρωσταίνουν και ψοφούν τα άλογα και τα άλλα ζώα του. Κι ενώ κάποια μέρα απουσιάζουν από το σπίτι, μπαίνουν σ' αυτό κλέφτες και τους παίρνουν ό,τι έχουν. Μένουν μόνο με τα ρούχα που φορούν. Οι μέχρι πριν λίγο πλουσιώτατοι και ενδοξότατοι άρχοντες κατάντησαν φτωχοί και αξιολύπητοι.

Αποφασίζουν τότε να εγκαταλείψουν τη Ρώμη και να πάνε σε τόπο άγνωστο. Σαν τον πιο κατάλληλο βρίσκουν τα Ιεροσόλυμα, και ξεκινούν για εκεί. Κανείς τους βέβαια δεν μπορεί να φανταστεί αυτά πού θα ακολουθήσουν.

Στο τέλος του θαλασσινού ταξιδιού τους ο βάρβαρος και άνομος πλοίαρχος, ζητώντας υπέρογκα ναύλα, κρατάει τη Θεοπίστη στο πλοίο του αποχωρίζοντάς την έτσι από την οικογένειά της.

Με οδύνη αβάσταχτη ο πονεμένος σύζυγος συνεχίζει τον δρόμο του με τα δύο παιδιά του ως την όχθη ενός μεγάλου ποταμού. 'Εκεί αναγκάζεται ν' αφήσει το μεγαλύτερο παιδί, για να πέρασει πρώτα το μικρότερο απέναντι. Καθώς όμως επιστρέφει να πάρει και το άλλο, βλέπει ότι το έχει αρπάξει ένα λιοντάρι. Γυρίζει τότε και βλέπει πως και το μικρότερο το άρπαξε ένας λύκος.

Μέσα στα δάκρυα του θυμάται ο Άγιος την πρόρρηση του Κυρίου, ότι θα περάσει όσα και ο Ιώβ. Ίσως και περισσότερα, θα έλεγε κανείς. Γιατί ενώ ο Ιώβ είχε ένα κομμάτι γης για ν' αναπαύεται, έστω και πάνω στην κοπριά, αυτός περιφέρεται ξένος σε ξένη χώρα. Εκείνος είχε κοντά του τουλάχιστον τους φίλους και τη γυναίκα του, ενώ ο Άγιος απέμεινε έρημος από ανθρώπους.

Είναι φυσικό να συγκλονίζεται η ψυχή που χτυπιέται από τέτοια και τόσα κύματα. Μα όταν αυτή είναι γαντζωμένη γερά στην αγάπη του Χριστού, δεν λυγίζει, δεν σαλεύει από την πίστη της. Υπερισχύει η εμπιστοσύνη στην πρόνοια Εκείνου, που αγρυπνεί διαρκώς πάνω μας. Εκείνου, που ξέρει γιατί στέλνει τα πικρά ποτήρια, και που γνωρίζει να δίνει και την «έκβασιν» του πειρασμού.

Με αφάνταστη υπομονή και γενναιότητα σήκωσε τον σταυρό του ο Άγιος, εκτελώντας αγροτικές εργασίες επί δεκαέξι ολόκληρα χρόνια, εκεί, στην ξένη γη της Ανατολής.

Κάποτε ο Κύριος έκρινε πως πλησίαζε η ώρα να λάβει το στεφάνι της υπομονής του. Στέλνοντας ανθρώπους σε όλα τα σημεία της αυτοκρατορίας ο αυτοκράτωρ Τραϊανός κατορθώνει να τον ανακαλύψει. Γιατί ο γενναίος στρατηλάτης είναι ο μόνος που μπορεί να σώσει το κράτος από τους εχθρούς που το απειλούν. Ο αυτοκράτωρ του ξαναδίνει τα πρώτα αξιώματα και του αναθέτει την αρχιστρατηγεία.

Ο Άγιος Ευστάθιος, για ν' αύξησει το στράτευμα, στρατολογεί πολλούς νέους από όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια. Ανάμεσά τους, χωρίς να το ξέρει, στρατολογήθηκαν και τα δύο παιδιά του. Είχαν και τα δύο σωθεί από τα στόματα των θηρίων με την επέμβαση γεωργών και βοσκών της περιοχής.

Δεν τα γνώρισε, αλλά καθώς τα είδε ευγενικά και ευπαρουσίαστα, τα κράτησε για να τον υπηρετούν στο τραπέζι.

Η εκστρατεία άρχισε και συνεχίστηκε μέχρι την πόλη που έμενε η Αγία Θεοπίστη. Ο Θεός τη διαφύλαξε και αυτή σώα και αβλαβή από τις ανήθικες προθέσεις του πλοιάρχου, τιμωρώντας τον με ξαφνική ασθένεια.

Ο στρατηγός έστησε τυχαία τη σκηνή του στον κήπο του σπιτιού που έμενε η Αγία.

Μια μέρα τα δύο παιδιά μπήκαν στο σπίτι και έδωσαν στην οικοδέσποινα ορισμένα τρόφιμα για να τα μαγειρέψει. Μέχρι να ετοιμαστεί το φαγητό έπιασαν συζήτηση για την καταγωγή τους.

Ο μεγαλύτερος διηγήθηκε στον μικρότερο για τους γονείς και τον αδελφό του, για το ταξίδι τους με το πλοίο, για το επεισόδιο στο ποτάμι με το λιοντάρι και το λύκο.

Ο μικρότερος συγκλονίστηκε.

Είσαι ο αδελφός μου, φώναξε και έπεσε στην αγκαλιά του.

Η Αγία Θεοπίστη άκουγε από το μαγειρείο τη συζήτηση και συγκινημένη αναγνώρισε τα παιδιά της. Συγκρατήθηκε όμως και δεν εκδηλώθηκε αμέσως. Αργότερα πήγε στη σκηνή του στρατηγού να τα ζητήσει. Εκείνα έλειπαν. Βρήκε όμως τον Άγιο να κάθεται στη σκιά ενός δένδρου. Καθώς τον παρατήρησε διέκρινε τα χαρακτηριστικά του συζύγου της. Τον πλησίασε και του διηγήθηκε την ιστορία της. Οι σύζυγοι αναγνωρίστηκαν. Η χαρά και η συγκίνησή τους δεν περιγράφεται. Έπεσαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και δόξασαν τον Θεό.

Τα παιδιά μας, πού είναι; ρώτησε σε λίγο η Αγία.

Τα παιδιά μας, τα έφαγαν τα θηρία, απάντησε με συντριβή ο Άγιος και διηγήθηκε το επεισόδιο στο ποτάμι.

Ας δοξάσουμε πάλι τον Θεό, είπε τότε η Αγία. Τα παιδιά μας ζουν και βρίσκονται κοντά μας! Άκουσα να λένε τα ίδια, όσα μου διηγείσαι εσύ τώρα.

Έκπληκτος ο στρατηλάτης καλεί τους δύο νέους και βεβαιώνεται πως είναι τα παιδιά του.

Η χαρά όλων δεν έχει όρια. Έπειτα από δεκαεξάχρονη δοκιμασία η οικογένεια που χωρίστηκε με θλιβερό και φρικτό τρόπο, ξαναενώνεται. Μαζί της πανηγυρίζει και όλο το στράτευμα.

Ο Θεός αμείβει έτσι την Αγία οικογένεια για την υπομονή σε τόσα δεινά που δοκίμασε, αλλά της ετοιμάζει και ένα άλλο μεγαλύτερο στεφάνι υπομονής και καρτερίας.

Νικητής και τροπαιούχος επιστρέφει με την οικογένειά του στη Ρώμη ο ένδοξος αρχιστράτηγος. Ο αυτοκράτορας Αδριανός, που διαδέχθηκε τον Τραϊανό, ετοιμάζεται να προσφέρει μεγάλη θυσία στα είδωλα, τόσο για τη νίκη του, όσο και για την ανεύρεση των προσφιλών του προσώπων. Μα ο Άγιος με παρρησία δηλώνει:

- Βασιλιά, εγώ τον Χριστό λατρεύω. Αυτόν δοξάζω και Αυτόν ευχαριστώ. Γιατί σ' Αυτόν χρεωστώ τη ζωή μου και την ψυχή μου. Αυτός μου έδωσε δύναμη και νίκησα τους εχθρούς. Αυτός ευδόκησε και είδα και τη γυναίκα και τα παιδιά μου. Άλλον Θεό ούτε γνωρίζω ούτε πιστεύω, παρά μόνον Αυτόν, που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη.

Συγκλονιστική εντύπωση έκανε η δήλωση αυτή. Το πανηγυρικό σκηνικό αλλάζει. Οι ειδωλολάτρες ιερείς και οι αξιωματικοί σκυθρώπιασαν.

Εξοργισμένος ο Αδριανός διατάζει τον Άγιο να βγάλει τη στρατιωτική ζώνη και να στέκεται μπροστά του σαν κατάδικος. Παρ' όλες τις προσπάθειές του, τις υποσχέσεις και απειλές, δεν κατορθώνει να τον μεταπείσει. Και ο ένδοξος στρατηλάτης, ο σωτήρας της αυτοκρατορίας, καταδικάζεται σε θάνατο μαζί με όλη την οικογένειά του.

Τους εκθέτουν σε μια πεδιάδα και εξαπολύουν ένα πεινασμένο λιοντάρι, για να τους κατασπάραξει. Αλλά αυτό, όταν τους πλησίασε, έσκυψε το κεφάλι σαν να τους προσκυνούσε και γύρισε πίσω. Κατασκευάζουν τότε ένα χάλκινο ομοίωμα βοδιού, το όποιο πυρώνουν στη φωτιά και ρίχνουν μέσα τους αγίους.

Όταν μετά τρεις μέρες το άνοιξαν, είδαν ότι οι ψυχές τους είχαν πετάξει στον ουρανό, χωρίς όμως να πειραχθεί ούτε μια τρίχα της κεφαλής τους. Το θαύμα αυτό έκανε το πλήθος που είχε συναχθεί να κραυγάσει:

Μέγας ο Θεός των χριστιανών! Αυτός μόνο είναι Θεός αληθινός και κανείς άλλος.

Ἀπολυτίκιον - Ἦχος α' – Τῆς ἐρήμου πολίτης 

Ἀγρευθείς οὐρανόθεν πρός εὐσέβειαν ἔνδοξε, τῇ τοῦ σοί ὀφθέντος δυνάμει, δι’ ἐλάφου Εὐστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καί ἤστραψας ἐν ἄθλοις ἱεροῖς, σύν τῇ θείᾳ σου συμβίῳ καί τοῖς υἱοῖς, φαιδρύνων τούς βοῶντας σοι ΄δόξα τῷ σέ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δειξαντί σε παντί, Ἰώβ παμμάκαρ δεύτερον.

Αναδημοσίευση από: 1myblog.pblogs.gr
Περισσότερα...

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Οι Αγίες Σοφία, Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στις Αγίες Σοφία, Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη, μητέρα η πρώτη και κόρες οι τρεις τελευταίες, τη μνήμη των οποίων η Εκκλησία μας τιμά κάθε χρόνο στις 17 Σεπτεμβρίου.

Η Αγία μάρτυς Σοφία καταγόταν από μεγάλη πόλη της Ιταλίας. Ήταν γυναίκα σεμνή και ευσεβής. Έμεινε χήρα πολύ νωρίς. Έτσι αναγκάστηκε να εγκατασταθεί στη Ρώμη με τις τρεις κόρες της, την Πίστη δώδεκα ετών, την Ελπίδα δέκα και την Αγάπη εννέα ετών.
Καθημερινά ανέτρεφε τις κόρες της με ιδιαίτερη επιμέλεια. Συνέχεια τις προέτρεπε να μιμούνται τη ζωή της και να στολίζονται με αρετές. Έβαλε μες στην καρδιά τους το φόβο του Κυρίου και τη λαχτάρα της Βασιλείας των ουρανών. Πρόσεχε παράλληλα το όνομά τους να συμβαδίζει με τη ζωή τους.

Όλοι επαινούσαν τη μητέρα με τις τρεις κόρες, για τα σωματικά και ψυχικά τους χαρίσματα. Ο επιστάτης της πόλεως Αντίοχος, φανέρωσε στον αυτοκράτορα Αδριανό τη χριστιανική πίστη της Σοφίας και των τριών θυγατέρων της. Κι αυτός έδωσε εντολή να τις οδηγήσουν στο δικαστήριο. Παρουσιάστηκαν μπροστά του με ιδιαίτερο θάρρος έχοντας στην καρδιά τους τα λόγια του Κυρίου μας:

«Μη φοβάστε αυτούς, που φονεύουν το σώμα, αλλά δε μπορούν να βλάψουν την ψυχή».

Όταν τις αντίκρυσε, έμεινε έκθαμβος από την ευγένεια και τον στολισμό της ψυχής τους. Προσπάθησε τότε με κολακείες να τις ξεγελάσει ν’ αρνηθούν την πίστη τους

Η μητέρα αποκρίθηκε:

«Ονομάζομαι Σοφία, πατρίδα μου είναι η Ιταλία, κι οι γονείς μου ήταν από τους πρώτους άρχοντες της χώρας. Είμαι Χριστιανή, δούλη του αληθινού Θεού, στον οποίο αφιερώθηκα από την γέννησή μου.

Ο Αδριανός θαύμασε τη σύνεση και τη σεμνότητα της Σοφίας. Νικημένος από την απόκρισή της, στράφηκε στις κόρες της. Αφού βρήκε σ’ αυτές το ίδιο θάρρος, τις παρέδωσε στην αρχόντισσα Παλλαδία, να τις κατηχήσει στην ασέβεια, μέσα σε τρεις μέρες. Μάταια όμως, γιατί βρήκε εμπόδια στο γενναίο τους φρόνημα και τη δυνατή τους πίστη.

Έφεραν τότε μπροστά του την Πίστη και την παρακίνησε να θυσιάσει στην Αρτέμιδα. Η κόρη όμως αρνήθηκε να υπακούσει. Κι ο δικαστής οργισμένος δίνει εντολή ν’ αρχίσουν τα μαρτύρια.

Λίγο πριν ο δήμιος αποκεφαλίσει την Πίστη, η μητέρα της της είπε:

«Αγαπημένο μου κορίτσι, πολλούς πόνους υπέφερα κατά την γέννησή σου και πολύ κουράστηκα να φτάσεις σ’ αυτή την ηλικία. Τώρα όμως πληρώθηκαν οι κόποι μου με το παραπάνω, καθώς βλέπω να υπομένεις τα μαρτύρια για το Χριστό μας».

Αμέσως έσκυψε το κεφάλι και με χαρά δέχτηκε τον αποκεφαλισμό της. Ήρθε έπειτα η σειρά της Ελπίδας, πού πέρασε μέσα από τα ίδια μαρτύρια κι είχε το ίδιο τέλος με την αδελφή της. Τέλος διέταξε να φέρουν την Αγάπη. Νόμιζε πως σαν πιο μικρή και αδύνατη, θα την έπειθε να θυσιάσει στα είδωλα. «Μη σε ξεγελά η ηλικία μου, του λέει εκείνη. Μην ελπίζεις, πως θα με πείσεις με τις κολακείες σου».

Τη στιγμή εκείνη, η ευλογημένη μητέρα έλεγε στην κόρη της:

«Κορίτσι μου! Με το μαρτύριο που έζησες τίμησες τους γονείς σου και δόξασες το Θεό. Πήγαινε τώρα κοντά στον Νυμφίο σου Χριστό».

Τότε ο αυτοκράτορας έδωσε διαταγή να την αποκεφαλίσουν. Τρεις μέρες αργότερα η μητέρα τους Σοφία, ήρθε στο μνήμα τους. Έκλεισε τα μάτια της και παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Θεού με τα παρακάτω λόγια.

«Αγαπημένα μου παιδιά, δεχτείτε τη μητέρα σας εκεί, όπου και σεις αναπαύεστε».

᾿Απολυτίκιον - Ἦχος πλ. α΄ - Τὸν συνάναρχον Λόγον.

᾿Εν ταῖς μάρτυσι λάμπεις Σοφία ἔνδοξε, καὶ στεφάνοις τῆς νίκης περικοσμεῖσαι λαμπροῖς· δι᾿ ὃ ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς εὐφημοῦμέν σε, ὅτι θυγάτρια σεμνὰ τῷ μαρτυρίῳ ὁδηγεῖς, ᾿Αγάπην Πίστιν ᾿Ελπίδα· μεθ᾿ ὧν μὴ παύσῃ πρεσβεύειν, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Αναδημοσίευση από: vatopaidi.wordpress.com
Περισσότερα...

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

Η Παγκόσμιος Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού


Σε αυτή την ανάρτηση θα σας παρουσιάσουμε ένα εόρτιο αφιέρωμα στην Παγκόσμιο Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, μέσα από ένα κείμενο του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου Καθηγητού.

Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού έτους. Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της.


Πηγές της εκκλησιαστικής μας ιστορίας αναφέρουν ότι η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης είχε καθιερωθεί από τα αρχαία χρόνια, ίσως μάλιστα να είχε καθιερωθεί και από αυτόν τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330 μ.Χ.

Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι γεμάτες από χωρία με τα οποία ο μέγας απόστολος εξαίρει τον ρόλο του Σταυρού στην διαδικασία της σωτηρίας του κόσμου. Πρώτος ο Παύλος ομίλησε για την καύχηση του Σταυρού του Χριστού. Οι αποστολικοί Πατέρες ομιλούν και αυτοί με σεβασμό και τιμή προς το ιερό σύμβολο, μέσω του οποίου έγινε η καταλλαγή με το Θεό και επιτεύχθηκε η σωτηρία με την απολυτρωτική θυσία του Χριστού.

Οι κατακόμβες είναι γεμάτες από χαραγμένους σταυρούς. Οι διωκόμενοι χριστιανοί από τους φανατικούς ειδωλολάτρες θεωρούσαν τους εαυτούς τους τύπους του αδίκως παθόντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Πίστευαν ότι εξαιτίας της πίστεώς τους στο Χριστό έφεραν και αυτοί το δικό τους σταυρό, γι’ αυτό το ιερό αυτό σύμβολο ήταν τόσο αγαπητό σε αυτούς. Αυτό τους εμψύχωνε και τους έδινε τη δύναμη του μαρτυρίου.

Η δύναμη του Τιμίου Σταυρού φάνηκε στο θαυμαστό όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα 312, ενώ βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου κοντά στη Ρώμη. Ο Κωνσταντίνος εξέφραζε την νέα εποχή, σε αντίθεση με τους συναυτοκράτορές του, οι οποίοι εξέφραζαν και προσπαθούσαν να συντηρήσουν τον παλιό κόσμο, που κατέρρεε ραγδαία. Ο μεγάλος αυτοκράτορας είδε στον ουρανό, ημέρα μεσημέρι, το σημείο του σταυρού, σχηματισμένο με αστέρια, και την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», επίσης σχηματισμένη με αστέρια. Ήταν η 28η Οκτωβρίου 312. Από εκείνη την ώρα έδωσε διαταγή το σημείο αυτό να γίνει το σύμβολο του στρατού του. Χαράχτηκε παντού, στις ασπίδες των στρατιωτών, στα κράνη, στα λάβαρα, και αλλού.

Ο εχθρός κατατροπώθηκε και ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρ του απέραντου κράτους. Δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι η δύναμη του Σταυρού του είχε χαρίσει αυτή την περήφανη νίκη, γι’ αυτό προσέγγισε τη νέα ανερχόμενη θρησκευτική πίστη των χριστιανών. Κατάλαβε ο μεγάλος και διορατικός εκείνος άνδρας ότι το μέλλον της ανθρωπότητας ανήκε στον Χριστιανισμό, όπως και έγινε. Έτσι έδωσε αμέσως διαταγή να σταματήσουν οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών, καθώς και όλων όσων διώκονταν για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Με το γνωστό «Διάταγμα των Μεδιολάνων» κατοχυρώθηκε η ανεξιθρησκία στο κράτος. Παράλληλα υιοθέτησε τις ευαγγελικές αρχές για να γίνουν η βάση του δικαίου και της νομοθεσίας του (κατάργηση δουλείας, κοινωνική πρόνοια, αργία Κυριακής, κλπ). Για να είναι δίκαιος με όλους τους υπηκόους παρέμεινε προστάτης και της εθνικής θρησκείας (Μέγας Αρχιερεύς).

Το 326 αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους η ευσεβής χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη. Με την γενναία επιχορήγηση του Κωνσταντίνου άρχισε το κτίσιμο λαμπρών ναών επί των ιερών προσκυνημάτων. Επίκεντρο ήταν ο Πανάγιος Τάφος του Κυρίου. Στο σημείο εκείνο ο αυτοκράτορας Αδριανός είχε κτίσει το 135, κατά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ναό της Αφροδίτης.

Πρώτη ενέργεια της αγίας Ελένης ήταν η ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, ο οποίος είχε ριχτεί από τους ρωμαίους σε παρακείμενη χωματερή. Σύμφωνα με την παράδοση οδηγήθηκε εκεί από ένα αρωματικό φυτό που φύτρωνε στο μέρος εκείνο, το γνωστό μας βασιλικό. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές τελικά βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών. Οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί Φιλοστόργιος και Νικηφόρος αναφέρουν ότι ο Σταυρός του Κυρίου εντοπίσθηκε ύστερα από θαύμα, τοποθετήθηκε πάνω σε νεκρή γυναίκα και αυτή αναστήθηκε!

Η πιστή βασιλομήτωρ, με δάκρυα στα μάτια παρέδωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον φρικτό Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον πανίερο και περικαλλή ναό της Αναστάσεως, τον οποίο είχε ανεγείρει η αγία πάνω από τον Πανάγιο Τάφο και ο οποίος σώζεται ως σήμερα. Το σημαντικό αυτό γεγονός σημάδεψε την ζωή της Εκκλησίας και γι’ αυτό άρχισε να εορτάζεται ως λαμπρή ανάμνηση. Έτσι καθιερώθηκε η μεγάλη εορτή της Παγκόσμιας Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Όμως την αγία αυτή ημέρα εορτάζουμε και την δεύτερη ύψωση. Στα 613 οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφεραν στη χώρα τους. Η παράδοση αναφέρει ότι άπειρα θαύματα γινόταν εκεί. Οι πυρολάτρες Πέρσες θεώρησαν το Τίμιο Ξύλο μαγικό και γι’ αυτό το φύλασσαν και το προσκυνούσαν, χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του φύση και ιδιότητα! Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά την νίκη του εναντίον των Περσών παρέλαβε τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 626.

Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Παυλίνος αναφέρει στην ενδέκατη επιστολή του ότι η τοπική εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία. Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια, κυρίως στις ιερές μονές του Αγίου Όρους. Μια εσχατολογική προφητεία λέγει πως ένα από τα συγκλονιστικά γεγονότα του τέλους του κόσμου θα είναι και η επανένωση του Τιμίου Σταυρού!

Οι ορθόδοξοι πιστοί τιμούμε με ιδιαίτερο τρόπο την αγία ημέρα της Υψώσεως του Σταυρού του Κυρίου μας. Η ιερές ακολουθίες έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα, ενώ έχει θεσπισθεί αυστηρή νηστεία. Κατακλύζουμε του ιερούς ναούς προκειμένου να προσκυνήσουμε τον Τίμιο Σταυρό και να αντλήσουμε δύναμη και χάρη ουράνια από αυτόν. Παίρνουμε μαζί μας κλώνους βασιλικού ως ευλογία και τον εναποθέτουμε στα εικονίσματα ως ελιξίριο κατά του κακού. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η τιμή και η προσκύνηση του Σταυρού είναι προσκύνηση του Ίδιου του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας Χριστού και όχι ειδωλολατρική πράξη, όπως κακόβουλα μας κατηγορούν οι ποικιλώνυμοι αιρετικοί. Ο Σταυρός του Κυρίου μας είναι το καύχημά μας, το νικηφόρο λάβαρο κατά του μεγαλύτερου εχθρού μας, του διαβόλου, το αήττητο όπλο κατά του πολυπρόσωπου κακού. Με ένα στόμα και με μια καρδιά ψάλλουμε τον υπέροχο παιάνα – τροπάριο της μεγάλης εορτής: «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου…».

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας. Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν. Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού.

Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησίας μας, η οποία διασώζει μόνη Αυτή ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως Αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου.

Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας.

Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6,13), διότι «ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι,»(Α΄Κορ. 1,17»,επιεδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (Α΄Κορ.1,30) ως ο «Εσταυρωμένος» (Α΄Κορ.1,23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως έσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιωθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5,8-10).

Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3,1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς.

Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄ Ιωάν.4,8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή. Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως. Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμωνος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας.

Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν. γ΄ κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης.

Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν, ότι νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησεν». Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι το θαυμαστό φυλακτήριο των πιστών. Δεν υπάρχει αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην σταυρώνονται οι πιστοί, δεν υπάρχει στιγμή προσευχής που να μην ποιούμε το σημείο του Σταυρού, δεν υπάρχει δύσκολη στιγμή που να μην αγιάζουμε το σώμα μας με το σημείο του Σταυρού για να θωρακιζόμαστε έτσι κατά των δυνάμεων του κακού. Ο Τίμιος Σταυρός αντικατέστησε όλα τα δεισιδαίμονα και αναποτελεσματικά φυλακτήρια του παρελθόντος. Οι πιστοί πλέον φέρουν με καμάρι Αυτόν ως πολύτιμο και αποτελεσματικό φυλακτήριο κατά του κακού, αλλά και ως ομολογία της πίστης τους στην μεγάλη απολυτρωτική θυσία του Χριστού.

Πρέπει να επισημάνουμε εδώ την φανερή αποστροφή, ακόμα και την έχθρα προς τον Σταυρό του Χριστού, πολλών αιρετικών χριστιανικών ομάδων. Στο σύνολό του, λοιπόν, ο προτεσταντικός κόσμος δεν αποδίδει καμιά τιμή στο Σταυρό. Είναι γνωστό πως οι προτεστάντες δεν κάνουν το σημείο του Σταυρού και χρησιμοποιούν αυτόν μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο!. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μάλιστα, χειρότερα από αυτούς μάχονται με λύσσα το σημείο του Σταυρού. Δεν προφέρουν καν το όνομα Σταυρός και αντ’ αυτού τον ονομάζουν… πάσαλο. Στην Καινή Διαθήκη έχουν αντικαταστήσει την ονομασία του Σταυρού με… ξύλο! Και μόνο γι’ αυτό θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει την οργάνωση αυτή σαφώς σατανική.

Η κατάσταση της κατάνυξης και της χαρμολύπης που δημιουργεί στην ψυχή μας η παρουσία και θέα του Τιμίου Σταυρού μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16:24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία, σε αντίθεση με την παποπροτεστατική Δύση, η οποία ζητά εναγωνίως την ευδαιμονία χωρίς τη θυσία, δηλαδή ζητά την ανάσταση χωρίς το σταυρό. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τη συναντήσει πουθενά. Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ.6,8-9). Αυτό μας κάνει να ξεχωρίζουμε από την αιρετική Δύση, η οποία όζει από απαισιοδοξία, εξαιτίας του πνευματικού της θανάτου, μη έχοντας ελπίδα αναστάσεως, διότι δεν πιστεύει στη δύναμη του Σταυρού του Χριστού και δεν έχει την ταπεινή διάθεση να συσταυρωθεί μαζί Του, για να μπορέσει έτσι να συναναστηθεί με Αυτόν. Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία. Επίσης πρέπει να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του, όχι βέβαια κυριολεκτικά όπως κάνουν κάποιοι παπικοί, που κάθε χρόνο τη Μ. Παρασκευή σταυρώνονται σε ξύλο σταυρού, αλλά πρέπει να σταυρώσει ο άνθρωπος όχι το σαρκίο του, αλλά τον αμαρτωλό και κακό εαυτό του, «ταις του βίου ηδοναίς», όπως προτρέπει ο ιερός υμνογράφος της Μ. Εβδομάδος. «ίνα και συζήσωμεν αυτώ (τω Χριστώ)».
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκειμένου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας. Δεν έχουμε πολ-λές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμέ-νουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Η κλήση προς τη λύτρωση είναι πάντα ανοιχτή, φτάνει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση και να την αποδεχτούμε. Ο Κύριος μάς περιμένει.
Περισσότερα...

Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

Οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα


Η σύναξη των δικαίων γονέων της Υπεραγίας Θεοτόκου, Ιωακείμ και Άννας, σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική, παράδοση, ορίστηκε την επομένη του Γεννεσίου της Θεοτόκου, για τον λόγο ότι αυτοί έγιναν πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας με την γέννηση της αγίας θυγατέρας τους.

«Τελείται δε η σύναξις αυτών εν τω εξαέρω οίκω της Θεοτόκου, πλησίον της μεγάλης εκκλησίας εν τοις Χαλκοπρατείοις».



Ο Άγιος Ιωακείμ

Ο Ιωακείμ ήταν γιος του Ελιακείμ από τη φυλή του Ιούδα και απόγονος του Δαβίδ. Το όνομα Ιωακείμ είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει "ο υπό του Θεού ανυψωθείς". Έκπτωτος του θρόνου, ιδιώτευε στην Ιουδαία και το περισσότερο χρονικό διάστημα στην Ιερουσαλήμ, όπου είχε μέγαρο με βασιλικό κήπο. Παντρεύτηκε την Άννα, θυγατέρα του ιερέως Ματθάν από τη φυλή του Λευΐ και της Μαρίας από τη φυλή του Ιούδα. Ήταν ευσεβείς και δίκαιοι άνθρωποι, με φόβο Θεού. Πρόσεχαν στη ζωή τους και ρύθμιζαν τις πράξεις τους σύμφωνα με το θειο νόμο. Έζησαν με ταπείνωση στην αφάνεια.

Η παράδοση μας πληροφορεί για την κατοικία τους, ότι ήταν εκεί κοντά στην κολυμβήθρα της Βηθεσδά στα Ιεροσόλυμα. Αλλά το ζεύγος Ιωακείμ και Άννα δεν είχαν παιδιά και τα δώρα των άτεκνων δεν γίνονταν δεκτά στο Ναό. Με τη ντροπή αυτή της ατεκνίας ο Ιωακείμ και η Άννα πολιόρκησαν το θρόνο του Θεού. Οι προσευχές τους ήταν επίμονες, θερμές και χρόνιες. Χάρη στην υπεροχή της αρετής και της ευσεβείας τους έγιναν με θαυμαστό τρόπο σε προχωρημένη ηλικία γονείς, δίνοντας τον ωραιότερο καρπό, του οποίου η χάρις και η ευωδία έφερε τον ουρανό στη γη, τη Θεοτόκο Μαρία.

Όταν ήρθε ο προσδιορισμένος καιρός, ο Ιωακείμ και η Άννα εκπληρώνουν την υπόσχεσή τους προσφέροντας την τριετή θυγατέρα τους στο Ναό, ως αφιέρωμα στο Θεό. Η παράδοση μας πληροφορεί ότι ο Ιωακείμ πέθανε οκτώ χρόνια από τα Εισόδια της κόρης του Μαρίας, σε ηλικία 92 ετών, η δε Άννα 11 μήνες μετά τον θάνατο του Ιωακείμ, σε ηλικία 83 ετών. Την δε Θεοτόκο απέκτησαν θαυματουργικά σε ηλικία 80 ετών ο Ιωακείμ και 70 η Άννα. Η Θεοτόκος ήταν 11 ετών όταν έμεινε ορφανή και από τους δυο γονείς της. Βρισκόταν ακόμη στο Ναό των Ιεροσολύμων.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Σεπτεμβρίου, μαζί με την Αγία Άννα, την επομένη των γενεθλίων της Θεοτόκου, για τον λόγο ότι υπήρξαν οι πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας με την γέννηση της αγίας θυγατέρας τους.


Η Αγία Άννα

Η Αγία Άννα ήταν σύμφωνα με την παράδοση η μητέρα της Παναγίας. Για τη μητέρα της Θεοτόκου Άννα, δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό τα Ευαγγέλια, ούτε τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Το εξελληνισμένο όνομα Άννα προέρχεται από το εβραϊκό Χάννα που σημαίνει «εύνοια, χάρη», εκείνη, στην οποία επεδείχθη η ευμένεια και η χάρις του Θεού. Η Αγία Άννα ανήκει στα ιερά πρόσωπα τα οποία κλήθηκαν να υπηρετήσουν ω τη θεία βουλή της σωτηρίας των ανθρώπων με τη σάρκωση του Θεού Λόγου. Ήταν θυγατέρα του Ματθάν από τη φυλή Λευὶ και της Μαρίας. Είχε δύο αδελφές, τη Μαρία, μητέρα της Σαλώμης και την Σοβή, μητέρα της Ελισάβετ, η οποία γέννησε τον Πρόδρομο. Η Άννα ήρθε σε γάμο με τον Ιωακείμ, ο οποίος καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα. Ήταν ευσεβείς και δίκαιοι άνθρωποι, με φόβο Θεού. Πρόσεχαν στη ζωή τους και ρύθμιζαν τις πράξεις τους σύμφωνα με το θειο νόμο. Έζησαν με ταπείνωση στην αφάνεια.

Η παράδοση μας πληροφορεί για την κατοικία τους, ότι ήταν εκεί κοντά στην κολυμβήθρα της Βηθεσδά στα Ιεροσόλυμα. Αλλά το ζεύγος Ιωακείμ και Άννα δεν είχαν παιδιά και τα δώρα των άτεκνων δεν γίνονταν δεκτά στο Ναό.

Με τη ντροπή αυτή της ατεκνίας η Αγία Άννα πολιόρκησε μαζί με τον Ιωακείμ το θρόνο του Θεού. Οι προσευχές τους ήταν επίμονες, θερμές και χρόνιες. Ο Κύριος όμως δεν ανταποκρινόταν. Η Άννα κάνει τάμα. "Αν με αξιώσεις να γίνω μητέρα, το παιδί που θα μου δώσεις θα το προσφέρουμε εγώ και ο Ιωακείμ αφιέρωμα σε σένα Θεέ μου." Ο ουρανός εξακολουθεί να μη δίνει απάντηση. Η Θεία βουλή έχει το σχέδιό της. Η πανσοφία του Θεού, δοκιμάζοντας την υπομονή των δικαίων αυτών ανθρώπων, ετοιμάζει έργο θαυμαστό. Προετοιμάζει τον πατέρα και την μητέρα της μητέρας του Θεού. Αφήνει τον Ιωακείμ και την Άννα να δοκιμαστούν για να αναδειχθούν «εύχρηστα σκεύη ελέους», με τα οποία σκεύη, ως όργανα θα απεργασθεί ο Θεός τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Το ζεύγος Ιωακείμ και Άννα εξελέγη ως καλή ρίζα που θα δώσει το θαυμαστό βλαστό της Θεοτόκου Μαρίας, χάρη στην υπεροχή της αρετής και της ευσεβείας τους και γίνονται με θαυμαστό τρόπο σε προχωρημένη ηλικία γονείς. Η στείρα και γερόντισσα Άννα έδωσε τον πλέον καλλίκαρπο βλαστό του ανθρωπίνου δένδρου, τον ωραιότερο καρπό, του οποίου η χάρις και η ευωδία έφερε τον ουρανό στη γη.

Στον εορταστικό κύκλο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας η Αγία Άννα έχει μία ιδιαίτερα τιμητική θέση. Τρεις φορές το χρόνο εορτάζεται η μνήμη της: α) Στις 9 Σεπτεμβρίου, μαζί με τον θεοπροπάτορα Ιωακείμ, την επομένη των γενεθλίων της Θεοτόκου, για τον λόγο ότι υπήρξαν οι πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας με την γέννηση της Αγίας θυγατέρας τους, β) Στις 9 Δεκεμβρίου εορτάζεται η σύλληψις της Αγίας Άννης, και γ) Στις 25 Ιουλίου εορτάζεται η οσία κοίμησή της.

Άξιον σημειώσεως είναι ότι στο Άγιο Όρος, το περιβόλι της Παναγίας, όπως λέγεται, έχει και η Αγία Άννα μια ξεχωριστή θέση τιμής. Η μεγαλύτερη και αρχαιότερη εκεί Σκήτη είναι αφιερωμένη στην Αγία Άννα. Αριθμεί 50 περίπου ασκητικές καλύβες, ενώ το Κυριακό, που είναι μεγαλοπρεπέστατος Ναός πυκνά αγιογραφημένος είναι αφιερωμένος στο όνομά της. Στο Κυριακὸ της Σκήτης φυλάσσεται το αριστερό πόδι της Αγίας Άννης, ενώ στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου φυλάσσεται ολόκληρη η κνήμη του δεξιού ποδιού.

Την Αγία Άννα την τιμούσε η Εκκλησία από τα αρχαία χρόνια. Το συμπεραίνουμε αυτό από διάφορους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και από αρχαίους εκκλησιαστικούς ύμνους, που υπάρχουν προς τιμήν της μητέρας της Θεοτόκου. Επίσης, το έτος 550 μ.Χ., ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός, αφιέρωσε ναό στην Κωνσταντινούπολη προς τιμήν της Αγίας Άννας. Ο λαός πιστεύει ότι είναι μεγάλη η δύναμη των προσευχών προς την Αγία Άννα και για αυτό καταφεύγει στη μεσιτεία της και στις προσευχές της.

Αναδημοσίευση από: users.sch.gr
Περισσότερα...

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

Το Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στο Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου, έτσι όπως δημοσιεύτηκε στο 21ο τεύχος του περιοδικού "Πεμπτουσία".

Η Παναγία έχει κεντρική θέση στην θεία Λατρεία. Το εκκλησιαστικό έτος πλαισιώνεται με θεομητορικές εορτές· αρχίζει με το «Γενέσιον της Υπεραγίας Θεοτόκου», ενώ τελειώνει με την «Κατάθεσιν της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου».



Αιτία πνευματικής χαράς και αγαλλιάσεως, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, είναι η σημερινή ημέρα, γιατί σήμερα εορτάζομε την γέννηση της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας, του ευωδεστάτου άνθους που βλάστησε «εκ της ρίζης Ιεσσαί». Εορτάζομε «παγκοσμίου ευφροσύνης γενέθλιον», που καθίσταται «η είσοδος όλων των εορτών και το προοίμιο του μυστηρίου του Χριστού», κατά τον άγιο Ανδρέα Κρήτης. Γέννηση, που έγινε πρόξενος της αναγεννήσεως, αναπλάσεως και ανακαινίσεως των πάντων. Σήμερα γεννιέται Αυτή που θα γεννήσει εν χρόνω, κατά ανερμήνευτο και παράδοξο τρόπο, τον άχρονο και προαιώνιο Θεό Λόγο, τον Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου.

Ολόκληρο πλήθος από προεικονίσεις, προτυπώσεις και προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, σε Αυτήν αναφέρονται. Αποτελεί την αποκορύφωση, την ολοκλήρωση της παλαιοδιαθηκικής παιδαγωγικής προετοιμασίας της ανθρωπότητος για την υποδοχή του σαρκωθέντος Σωτήρος Θεού. Την Παναγία μας προεικόνιζαν η άφλεκτος βάτος στο όραμα του Μωυσή, οι θεόγραφες πλάκες και η κιβωτός του Νόμου, το ουράνιο μάννα και η χρυσή στάμνα, η λυχνία και η τράπεζα, η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα, η κλίμακα του Ιακώβ, ο πόκος του Γεδεών, το αλατόμητον όρος του Δανιήλ, η κάμινος που με το πυρ δρόσιζε τους Τρεις Παίδες, αλλά και αυτά τα Άγια των Αγίων της σκηνής του μαρτυρίου. Η Θεοτόκος είναι το μεταίχμιο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Για την Παλαιά αποτελούσε το κήρυγμα των προφητών, την προσδοκία των δικαίων· ενώ για την Καινή Διαθήκη γίνεται ο γλυκασμός των αγγέλων, η δόξα των αποστόλων, το θάρρος των μαρτύρων, το εντρύφημα των οσίων, το καύχημα του ανθρωπίνου γένους, γι' αυτό και μακαρίζεται από «πάσα γενεά».

Όλη η δημιουργία περίμενε την γέννησή της. Η Παναγία μας είναι «ο καρπός των κτισμάτων» κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, δηλαδή το σημείο εκείνο στο οποίο κατατείνει ολόκληρη η κτίση. Όπως το δένδρο υπάρχει για τον καρπό, έτσι η κτίση υπάρχει για την Παρθένο και η Παρθένος για τον Χριστό. Όπως τονίζουν οι Πατέρες όχι μόνον οι άνθρωποι, αλλά και ο ουρανός και η γη, όλη η ορατή και αόρατη κτίση δημιουργήθηκαν για την άχραντο Παρθένο. Όταν ο Θεός στην αρχή των αιώνων ατενίζοντας προς τα δημιουργήματά του, είπε ότι είναι «καλά λίαν», ουσιαστικά έβλεπε μπροστά του τον καρπό όλης της δημιουργίας, την υπεραγία Θεοτόκο, και ο έπαινός του ήταν στην πραγματικότητα «ευφημία της Παρθένου».

Κατά την σημερινή ημέρα ευεργετείται όλη η κτίση από την γέννηση της πανάμωμης Δέσποινάς μας. «Το καινότατον αυτό δημιούργημα» δεν ήταν απλά η καλύτερη γυναίκα στην γη, ούτε η καλύτερη γυναίκα όλων των εποχών, αλλά ήταν Αυτή η μοναδική που θα μπορούσε να κατεβάσει τον ουρανό στην γη, να κάνει τον Θεό άνθρωπο. Ο δημιουργός Θεός Λόγος έπλασε τέτοια την ανθρώπινη φύση, ώστε όταν θα χρειαζόταν να γεννηθεί, να λάβει από αυτήν την μητέρα του. Ο αόρατος και αθέατος Θεός έρχεται δι' Αυτής επί γης και γίνεται ορατός· ενώνεται και κοινωνεί με την κτίση με έναν ουσιαστικότερο και πιο ενοειδή τρόπο. Ενώνει δια της ανθρωπίνης φύσεώς του όλη την κτίση στην υπόστασή του και την θεώνει. Ο ανείδεος και απερίγραπτος Θεός λαμβάνει «δούλου μορφήν» (Φιλιπ. 2,7), ανθρώπινη σάρκα και λογική ψυχή, συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και περπατά πάνω στην γη. Ο «αχώρητος παντί» θα χωρέσει στην παρθενική μήτρα της Θεοτόκου, ώστε η Παναγία μητέρα του να καταστεί η «χώρα του Αχωρήτου».

Σήμερα λύνεται η στειρότητα της Άννας και γεννάται «το κειμήλιον της Οικουμένης», κατά την έκφραση του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας. Παρόμοιο θαύμα έκανε ο Θεός πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη, στην Σάρρα την σύζυγο του πατριάρχου Αβραάμ, στην Ρεβέκκα την σύζυγο του Ισαάκ, στην Άννα την μητέρα του προφήτου Σαμουήλ, στην Ελισάβετ την μητέρα του προφήτου Προδρόμου. Όμως διαφέρει κατά πολύ το σημερινό θαύμα. Μπορεί τα τέκνα των παραπάνω μητέρων, των οποίων η μακροχρόνια στειρότητα λύθηκε θαυματουργικά, να ήταν ενάρετα και άγια, αλλά μόνον η Μαρία - το τέκνο της Αννας και του Ιωακείμ - ήταν «η κεχαριτωμένη» και κατέστη, το ακατάληπτο για τους ανθρώπους και τους αγγέλους, η μητέρα του Θεού.

Η Παναγία μας δεν γεννήθηκε από άσπιλη υπερφυσική σύλληψη, όπως λανθασμένα πιστεύουν οι Ρωμαιοκαθολικοί, αλλά μετά από την φυσική συνάφεια του Ιωακείμ και της Άννας. Λύθηκε δε η φυσική στειρότητα της Άννας χάρις στην άμεση παρέμβαση του Θεού ως απάντηση στις προσευχές των δικαίων Θεοπατόρων. Οι γέροντες Ιωακείμ και Άννα συνήλθαν χωρίς καμία σαρκική έλξη, ηδονή, αλλά μόνο από υπακοή στον Θεό. Επεσφράγισαν και με αυτήν την πράξη τους την σωφροσύνη τους. Κατά αυτόν τον τρόπο η Παρθένος συνελήφθη «σωφρόνως εν τη νηδύι της Άννας εξ Ιωακείμ». Το ότι συνελήφθη σωφρόνως σημαίνει ότι ο τρόπος της συλλήψεως ήταν αγνός. Για να ήταν όμως η Παρθένος απαλλαγμένη από το προπατορικό αμάρτημα, δηλαδή να είχε άσπιλη σύλληψη, έπρεπε να είχε γεννηθεί παρθενικώς όπως και ο Χριστός.

Για να αποκτήσουν όμως τέτοιο τέκνο οι δίκαιοι Θεοπάτορες έδειξαν πίστη αδίστακτη, υπομονή αλύγιστη, έτρεφαν την ελπίδα που δεν καταισχύνει, είχαν μεγάλη καρτερία στις προσευχές τους· ότι ο Θεός θα εκπληρώσει το αίτημά τους. Και δεν υπόμειναν την ατεκνία τους για λίγο μόνο διάστημα. Η παράδοση λέγει ότι μετά από πενήντα χρόνια στειρότητας, απέκτησε η Άννα την Θεοτόκο. Αυτή η στάση των Θεοπατόρων πρέπει να παραδειγματίζει, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, όλους μας. Όχι μόνον όσους λαϊκούς αδελφούς μας δεν μπορούν να αποκτήσουν παιδιά, οι οποίοι δεν πρέπει να χάνουν την ελπίδα τους στον Θεό για τον οποίο «τα αδύνατα τοις ανθρώποις, δυνατά παρά Αυτώ εστίν» (βλ. Λουκ. 18,27), αλλά και τους μοναχούς και όλους τους πιστούς που αγωνίζονται τον «καλόν αγώνα».

Πολλές φορές αποδυσπετούμε, δυσφορούμε στον αγώνα μας και λέμε ότι δεν βρήκαμε αντίκρυσμα, δεν έχουμε αίσθηση της Χάριτος, αδημονούμε. Και έτσι λυπημένοι που είμαστε, μαραίνεται ο ζήλος μας, χαλαρώνουμε την αγωνιστικότητά μας, την άσκησή μας.

Δεν πρέπει όμως να κάνουμε έτσι, αδελφοί μου. Μήπως οι Θεοπάτορες, επειδή ο Θεός δεν απάντησε αμέσως στις προσευχές τους, σταμάτησαν να τον επικαλούνται, να πιστεύουν ότι θα λάβουν; Μήπως σταμάτησαν να κρούουν, να ζητούν, να ελπίζουν; Τι αδαμάντινη υπομονή και καρτερία έδειξαν για τόσα χρόνια!

Για να βιωθούν τα πνευματικά, «χρεία μεγάλης υπομονής». Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος έζησε την συστολή, την στέρηση της θείας Χάριτος, τις θλίψεις του νοητού πολέμου για τριάντα χρόνια. Έλαβε μόνιμα την θεία Χάρη μετά από αυτό το μακρό χρονικό διάστημα αιματηρού αγώνα και υπομονής. Αυτό το αναφέρουμε ιδιαίτερα για τους μοναχούς, που κλήθηκαν για να λάβουν το πλήρωμα της Χάριτος. Χρειάζεται υπομονή στις θλίψεις, πίστη στις επαγγελίες του Θεού, τέλεια υπακοή στο θέλημα του Θεού και ελπίδα, ώστε να μην «εκκακούμε εν ταις προσευχαίς» (βλ. Λουκ. 18,1). Ο Θεός γνωρίζει πότε μας συμφέρει να μας δώσει την ανέκφραστη, την ακατάληπτη και ανεκτίμητη θεοποιό δωρεά του, την θεία Χάριν ως ενδημούσα κατάσταση. «Τα πνευματικά αφ' εαυτών έρχονται», τονίζει ο αββάς Ησαΐας, δεν τα ρυθμίζομε όπως και όποτε θέλομε εμείς.

Μάλιστα, πολλές φορές, πριν ο Θεός μας δώσει κάποια ευλογία, ένα χάρισμα, μας δοκιμάζει με έναν πειρασμό, του οποίου η έκβαση καθορίζει και το αν αποδειχθούμε άξιοι να δεχθούμε το θείο αυτό δώρο. Αυτό παρατηρούμε και στους Θεοπάτορες, που όταν πλησίαζε ο καιρός για να τους δώσει ο Θεός τέκνο, παραχώρησε να δοκιμασθούν ακόμη περισσότερο. Ήταν η εορτή της Σκηνοπηγίας, και όταν πήγαν στον ναό να προσφέρουν δώρα, ο ιερεύς Ρουβίμ τους ονείδισε λέγοντάς τους, ότι δεν ήταν άξιοι να προσφέρουν δώρα στον Θεό, αφού δεν έκαναν παιδιά για τον Ισραήλ. Οι Θεοπάτορες μετά από αυτό το συμβάν λυπήθηκαν πάρα πολύ, αλλά δεν απελπίσθηκαν. Κατέφυγαν σε «εκ βαθέων προσευχή» - ο Ιωακείμ στο όρος και η Άννα στον κήπο - η οποία τελικά εισακούστηκε άμεσα, αφού άγγελος Κυρίου πληροφόρησε καθέναν ξεχωριστά ότι θα γίνει η σύλληψη και η γέννηση τέκνου που θα διακηρυχθεί σε όλη την οικουμένη.

Έτσι και εμείς, αγαπητοί μου αδελφοί και Πατέρες, να επιδεικνύουμε αγόγγυστη υπομονή στις θλίψεις και στους πειρασμούς, που παραχωρεί ο Θεός για την δική μας ωφέλεια και πνευματική προκοπή. Ευχόμεθα η Κυρία μας Θεοτόκος και η Θεοπρομήτωρ Άννα, που έχουν την ευλογία να θεραπεύουν την φυσική στειρότητα, να θεραπεύσουν τις στείρες από πνευματικά έργα καρδιές μας, ώστε ο Θεός να πέμψει στις ψυχές μας την θεία και γλυκυτάτη Χάρη του, η οποία ομορφαίνει, ανακαινίζει, αθανατίζει και αφθαρτίζει τον άνθρωπο.
Περισσότερα...

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Το εν Χώναις Θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ

Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε σε ένα μεγάλο θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ που έγινε στις Χώναις της Φρυγίας και που εορτάζουμε στις 06 Σεπτεμβρίου.

Την περίοδο που ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, πέρασε από την Ιεράπολη της Φρυγίας για να φωτίσει και να οδηγήσει τους ανθρώπους που ζούσαν στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, προφήτευσε ότι πρόκειται να αναβλύ-σει κοντά στον τόπο εκείνο αγίασμα, τιμώμενο στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, από τον οποίο πρόκειται να επιτε-λεσθούν πλήθος θαυματουργικών ιάσεων.

Πράγματι στις Κολλασαίς της Φρυγίας ανάβλυσε το θαυματουργό αγίασμα του Ταξιάρχου Μιχαήλ και όποιος προσέρχονταν σε αυτό με πίστη, λάμβανε την ίαση της ασθενείας του. 

Κάποιος πλούσιος ειδωλολάτρης, που η κόρη του ήταν κωφάλαλη, είδε ένα όνειρο που τον καλούσε να φέρει το παιδί του στο αγίασμα του Ταξιάρχου και εκεί θα εθεραπεύετο. Όταν ξύπνησε πήρε την κόρη του και πήγε στο αγίασμα και όταν της έδωσε να πιει, αμέσως θεραπεύτηκε. Μπροστά στην τόσο μεγάλη ευεργεσία του Θεού, ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και βαπτίσθηκε μαζί με ολόκληρη την οικογένεια του. Από ευγνωμοσύνη για την θαυματουργική θεραπεία έκτισε περικαλλή Ναό προς τιμήν του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.

Αφού πέρασαν περίπου ενενήντα χρόνια από το θαύμα αυτό κάποιο παιδί από την Ιεράπολη, του οποίου το όνομα ήταν Άρχιππος, ήρθε και εγκαταστάθηκε στο Ναό αυτό ως νεωκόρος, αφιερωμένος στον Θεό. Ήταν άνθρωπος με θερμή πίστη και πολύ ασκητική ζωή. Αγωνιζόταν καθημερινά να υποτάξει τα πάθη και να εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών.

Οι ειδωλολάτρες της περιοχής εκείνης κινούμενοι από φθόνο, καθώς έβλεπαν το πλήθος των ανθρώπων που προσέτρεχαν εκεί, ζητώντας τη Χάρη του Θεού και τις μεσιτείες του Αρχαγγέλου, αποφάσισαν το εξής:

Από την περιοχή εκείνη περνούσαν δύο ποταμοί, ο Κούφος και ο Λυκόστρατος. Άρχισαν λοιπόν να σκάβουν για να ενώσουν τα δύο ποτάμια και να τα στρέψουν επάνω στο αγίασμα και το Ναό, ώστε να παρασύρουν τα πάντα στο πέρασμα τους.

Ο Άρχιππος, βλέποντας τις ενέργειες των ειδωλολατρών άρχισε να προσεύχεται στον Κύριο και στον Άγιο Ταξιάρχη για τη σωτηρία του αγιάσματος. Όταν τα νερά άρχισαν να κατεβαίνουν ακριβώς μπροστά από το Ναό, χτύπησε με το ακόντιο που κρατούσε στα χέρια του το έδαφος και δημιούργησε ένα άνοιγμα, μέσα στο οποίο έπεφτε το νερό των ποταμών και έβγαινε από την απέναντι πλευρά του Ι. Ναού.

Με τον θαυματουργικό αυτό τρόπο ο Μέγας Αρχιστράτηγος έσωσε το Ναό από βέβαιη καταστροφή.

Επειδή το άνοιγμα που δημιουργήθηκε από το χτύπημα του Ταξιάρχου έμοιαζε με χωνί και το νερό χωνεύτηκε στο σημείο αυτό, η περιοχή μετονομάστηκε από Κολλασαίς σε Χώναις της Φρυγίας, προς πιστοποίηση και αιώνια ανάμνηση του θαύματος και η Αγία μας Εκκλησία καθιέρωσε να εορτάζουμε την ανάμνηση του θαύματος προς Δόξαν Θεού, εις τιμήν και μνήμην του Παμμεγίστου Μιχαήλ και προς ωφέλεια των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών, ώστε να ενισχύονται στον πνευματικό τους αγώνα κατά των παγίδων του διαβόλου.

Αναδημοσίευση κειμένου από: orthodox-world.pblogs.gr
Περισσότερα...