Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Ήθη και έθιμα Πρωτοχρονιάς



Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε τα ήθη και τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς, όπως τα συναντούμε σε πολλές περιοχές της πατρίδας μας, αλλά και όπως τα έφεραν μαζί τους οι αγαπημένοι μας πρόσφυγες, από τις περιοχές της Μικράς Ασιας.

Αξίζει τον κόπο να τα διαβάσουμε, αλλά και να συνεχίσουμε να τα τηρούμε!



Πρωτοχρονιά

Η Πρωτοχρονιά γιορτάζεται σ’ όλο τον κόσμο με μεγαλοπρέπεια, λαμπρότητα και με διάφορες εκδηλώσεις. Κατά την ημέρα αυτή γίνεται ανταλλαγή επισκέψεων και δώρων και επικρατούν διάφορα έθιμα, όπως της βασιλόπιτας κ.ά., τα οποία μας κληροδότησαν οι Βυζαντινοί πρόγονοί μας, γιατί, σύμφωνα με τις πληροφορίες των αρχαίων συγγραφέων, ούτε οι Έλληνες ούτε οι Ρωμαίοι γιόρταζαν την πρώτη μέρα του χρόνου. Οι δύο αυτοί λαοί που εκπροσωπούν τον αρχαίο κόσμο, συνήθιζαν να γιορτάζουν την πρώτη ημέρα κάθε μηνός. Οι περισσότερες μάλιστα ελληνικές πόλεις δε συμφωνούσαν ούτε ως προς την αρχή του χρόνου. Το ίδιο συνέβαινε και ανάμεσα στους ανατολικούς λαούς.

Η 1η Ιανουαρίου σαν αρχή του χρόνου επικράτησε να γιορτάζεται στη Ρώμη από το 48 π.Χ., την εποχή δηλαδή του Καίσαρα, και πήρε πολλά στοιχεία από τη ρωμαϊκή γιορτή Σατουρνάλια. Από τότε την 1η Ιανουαρίου δέχτηκαν σαν Πρωτοχρονιά όλοι οι λατινογενείς λαοί, καθώς και όλοι οι Ρωμαιοκρατούμενοι λαοί.

Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία, της εποχής κυρίως του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επειδή ήθελε να χωρίσει τους Χριστιανούς από τους ειδωλολάτρες, απαγόρευε στους χριστιανούς να γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά όπως εκείνοι. Τα αποτελέσματα όμως της απαγόρευσης αυτής ήταν πολύ μικρά. Απαλείφτηκαν μόνο τα στοιχεία εκείνα που έρχονταν σε τέλεια αντίθεση προς τη χριστιανική ηθική.

Η Πρωτοχρονιά λοιπόν, όπως αυτή διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση της Εκκλησίας και τη σύνδεσή της με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου, διαιωνίστηκε μέχρι σήμερα σαν λαϊκή γιορτή. Τα σημαντικότερα έθιμα αυτής είναι τα ακόλουθα:

- Η διανομή στα παιδιά δώρων, τα οποία οι νοικοκυρές παρασκευάζουν στα σπίτια. Αυτά κυρίως είναι γλυκίσματα, όπως κουραμπιέδες, μελομακάρονα κ.ά.

- Συντροφιές μικρών παιδιών από την παραμονή ψάλλουν τα κάλαντα στα σπίτια και στα μαγαζιά και μαζεύουν φιλοδωρήματα.

- Τα μεσάνυχτα της παραμονής, λίγα δευτερόλεπτα πριν από τις 12, σβήνουν τα φώτα και οι οικογένειες γύρω από το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι ψάλλουν ύμνους, ανταλλάσσουν φιλιά και κόβουν την πατροπαράδοτη βασιλόπιτα. Εκείνος μάλιστα που βρίσκει στο κομμάτι του το νόμισμα, που είναι κρυμμένο μέσα σ’ αυτήν, θεωρείται ο τυχερός της χρονιάς.

- Πολλοί καλούν έναν που να έχει «καλό ποδαρικό» το πρωί της Πρωτοχρονιάς.

- Επίσης δε δίνουν τίποτα έξω από το σπίτι, δε ρίχνουν νερό έξω από αυτό και δεν αναφέρουν ονόματα επιβλαβών ζώων, εντόμων κ.λπ.


Ο Άι Βασίλης

Την ημέρα του Αγίου Βασιλείου (πρωτοχρονιά) έχουμε την προσμονή ενός ταπεινού και καλού Έλληνα Αγίου με τα μαύρα γένια και το σκούρο φτωχό ράσο, που έρχεται από την Καισάρεια της Καππαδοκίας (Μικρά Ασία) να ευλογήσει τα σπιτικά μας και να πάρει το δικό του κομμάτι από τη βασιλόπιτα (βγάζομε ένα του Χριστού, ένα της Παναγίας, ένα του Αγίου Βασιλείου, ένα του φτωχού, ένα του σπιτιού, και μετά τα δικά μας - αν πέσει το φλουρί του Χριστού, της Παναγίας ή του Αγίου Βασιλείου, το δίνουμε στην εκκλησία).

Αυτός είναι ο Άγιος Βασίλειος, ο φιλάνθρωπος επίσκοπος του 4ου αιώνα μ.Χ., ο άνθρωπος των γραμμάτων ο ταπεινός και θαυματουργός (ένας από τους Τρεις Ιεράρχες), και όχι ο πονηρούλης Santa Claus που εισήχθη από την Αμερική για να διαφημίσει αναψυκτικά και την πραμάτεια των εμπόρων. Καλός είναι κι αυτός (με την άσπρη γενειάδα και το βαθύ γέλιο και την ταλαιπωρία του - λόγω κοιλίτσας - να χωρέσει από τις καμινάδες) αλλά ο δικός μας, ο ρωμιός Άγιος, είναι πιο Άγιος, πιο βαθύς (σε νόημα), λιγότερο διαφημιστικός αλλά όχι λιγότερο αξιαγάπητος.

Για την ιστορία αναφέρουμε ότι ο Santa Claus, ο ευρωπαϊκός «Πατέρας των Χριστουγέννων», αντιστοιχεί στον Άγιο Νικόλαο και για όλες τις χώρες (εκτός από την Ελλάδα) επισκέπτεται τα σπίτια τα Χριστούγεννα. Εμείς τον δεχόμαστε την πρωτοχρονιά, γιατί είναι η μέρα της εορτής του Αγίου Βασιλείου, που είναι ο δικός μας «Πατέρας των Χριστουγέννων». Η μορφή του Santa Claus που ξέρουμε πλέον όλοι διαμορφώθηκε από τον αμερικανό σκιτσογράφο Τόμας Ναστ το 1862, με βάση παλαιότερες ευρωπαϊκές παραδόσεις, ενώ το κόκκινο χρώμα της στολής του το πήρε εξαιτίας του κόκκινου χρώματος γνωστού αμερικάνικου αναψυκτικού που χρησιμοποίησε τη μορφή του σε διαφημίσεις. Αρχικά ήταν ντυμένος στα χρώματα του ουράνιου τόξου.

(Από το περιοδικό του Ρεθύμνου «Πολιτεία»)


Ο ερχομός του Άι Βασίλη

Οι παλιοί Αθηναίοι περί-μεναν τον Άι Βασίλη από το βράδυ της παραμονής με ολάνοιχτες τις πόρτες των σπιτιών τους και επειδή σύμφωνα με την παράδοση, θα ήταν... κουρασμένος και πεινασμένος από το μακρι-νό ταξίδι του, έστρωναν ένα μεγάλο τραπέζι και το φόρτωναν με τα πιο εκλεκτά γλυκίσματα και φαγητά για να τον φιλοξενήσουν γύρω από το τραπέζι αυτό μα-ζευόταν το βράδυ της παραμονής όλη η οικογένεια και περίμενε για ν' αρχίσει το φαγοπότι.

Τα παιδιά κρεμούν, την παραμονή της πρωτοχρονιάς, τα παπούτσια και τις κάλτσες τους στα παράθυρα ή στο τζάκι περιμένοντας να περάσει ο Άι Βασίλης να τα γεμίσει δώρα.

Τα μεσάνυχτα έσβυναν τις λάμπες τους κι έδιωχναν με γιουχαΐσματα τον παλιό χρόνο, πετώντας πίσω του στο δρόμο ένα παλιοπάπουτσο."

(Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμιοσύνης)


Η Βασιλόπιτα

Η βασιλόπιτα είναι η εορταστική πίτα για την εξασφάλιση της υγείας, της ευτυχίας και της ευλογίας του Αγίου Βασιλείου. Είναι πίτα που κόβεται τα μεσάνυχτα με την αλλαγή του χρόνου ή ανήμερα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς και τα κομμάτια της προσφέρονται πρώτα στο Χριστό, την Παναγία και τον Άγιο Βασίλειο και ύστερα σε όλα τα μέλη της οικογένειάς μας.

Η ιστορία της Βασιλόπιτας έχει ως εξής: Όταν ο Άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία, ο Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν την προστασία του ποιμενάρχη τους. «Σας ζητάω αμέσως, τους είπε εκείνος, να μου φέρει ο καθένας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει». Μάζεψαν πολλά δώρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους οι κάτοικοι της Καισαρείας να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραΰνθηκε χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα.

Γύρισαν πίσω χαρούμενοι κι ο Άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα πολύτιμα αντικείμενα τους. Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος γιατί είχαν προσφέρει πολλά όμοια αντικείμενα, δηλαδή δαχτυλίδια, νομίσματα κ.λ.π. Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα θαυματουργό τρόπο: Διέταξε να κατασκευασθούν το απόγευμα του Σαββάτου μικρές πίτες και μέσα σε καθεμιά τοποθέτησε από ένα αντικείμενο. Την επόμενη μέρα έδωσε από μία σε κάθε Χριστιανό. Και τότε έγινε το θαύμα! Μέσα στην πίτα του, βρήκε ο καθένας ό,τι είχε προσφέρει!

Από τότε, λέει η παράδοση, κάθε χρόνο, στη γιορτή του Αγίου Βασιλείου, κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα.


Έθιμα Πρωτοχρονιάς από διάφορες περιοχές της χώρας μας

Στα όμορφα Επτάνησα, ανάμεσα στο Ιόνιο πέλαγος και την Αδριατική θάλασσα, χαίρονται με ξεχωριστό τρόπο τις ημέρες του Δωδεκαημέρου. Οι άνθρωποι γιορτάζουν πηγαίνοντας στην εκκλησία, τρώγοντας, πίνοντας, τραγουδώντας αλλά και κάνοντας αστεία ο ένας στον άλλο.


Οι Κολόνιες

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το βράδυ οι κάτοικοι της πόλης γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του Νέου Χρόνου κατεβαίνουν στο δρόμο κρατώντας μπουκάλια με κολόνια και ραίνουν ο ένας τον άλλο τραγουδώντας: Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε Χρόνους Πολλούς. Και η τελευταία ευχή του χρόνου που ανταλλάσσουν είναι "Καλή Αποκοπή" δηλαδή "με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό το χρόνο".

"Πάλιν ακούσατε άρχοντες πάλι να σας ειπούμε ότι και αύριο εστί ανάγκη να χαρούμε και να πανηγυρίζομεν περιτομήν Κυρίου, την εορτήν του Μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου".

(Από το βιβλίο της Αγγελικής Θ. Μαστρομιχαλάκη, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα)


Έθιμα από περιγραφές προσφύγων μας από τις παλιές πατρίδες


Κίος Βιθυνίας στην Προποντίδα

Την παραμονή της Πρωτο- χρονιάς η νοικοκυρά έκανε μια πίτα, τον «Άι Βασίλη». Μέσα στην πίτα έβαζε ένα φλουρί κι απάνω πατούσε το δικέφαλο αετό, τέσσερις φορές σταυ- ρωτά, με τις κεφαλές προς τη μέση. Το βράδυ στις 8 έστηναν τον ψημένο Άι Βασίλη στην άκρη του τραπεζιού όρθιο κι ακουμπούσε στον τοίχο. Έ- παιρνε τότε ο νοικοκύρης το κλωνάρι της ελιάς που είχε κόψει το πρωί και το κάρφωνε στον Άι Βασίλη, λέγοντας τις παρακάτω ευχές: «Με το καλό να μπει Άι Βασίλης», «Να 'μαι γερός να ξανακάμομε την πίτα». Κατόπιν, αν είχαν χρυσή αλυσίδα την έβγαζαν και την κρεμούσαν στον Άι Βασίλη. Ένα - ένα μέλος της οικογένειας τότε πλησίαζε και κρεμούσε ό,τι χρυσό αντικείμενο είχε κι έλεγαν «Και του χρόνου να 'μαστε καλά!».

Το πρωί, ύστερα από την εκκλησιά, έκοβαν την πίτα. Κάθιζαν όλοι γύρω από το τραπέζι κι ο νοικοκύρης έκοβε την πίτα σε κομμάτια. Το πρώτο ήτανε του νοικοκυριού, το δεύτερο του Άι Βασίλη, το τρίτο της νοικοκυράς, το τέταρτο της δουλειάς, τα υπόλοιπα των μελών της οικογένειας και ένα για τους ξένους. Αμέσως ψάχνει καθένας να δει αν του έτυχε το φλουρί. Κοιτάζουν και το κομμάτι της δουλειάς. Αν τύχει εκεί το φλουρί η δουλειά θα πάει καλά όλο το χρόνο.


Καστανιές Ανατολικής Θράκης

Τη Βασιλόπιτα την έκαναν φυλλωτή. Έβαζαν γόμο (γέμιση) πλιγούρι και ανάμεσα στα φύλλα τον «παρά», το νόμισμα, και άλλα σημάδια. Η νοικοκυρά με τον παρά τη σταύρωνε τρεις φορές κι ύστερα τον έχωνε στο ζυμάρι, θα να βάλει πελεκούδι από την πόρτα ή κλαρί, για το σπίτι, κουκί στάρι για τα χωράφια, σταφίδα για το αμπέλι, κομματάκια τυρί για τα πρόβατα, άχερο για τα γελάδια... Στους λυπημένους που έστελναν πίτα, εκείνοι δεν την έκοβαν με το μαχαίρι αλλά ο καθένας έκοβε με το χέρι ένα κομμάτι. Την παραμονή το βράδυ έβαζαν στο τραπέζι εννιά ειδών φαγητά και πολλών ειδών οπωρικά, στη μέση τη βασιλόπιτα, τρία ψωμιά κι ένα κεράκι αναμμένο στο ένα ψωμί... Αφού έτρωγαν έκοβαν την πίτα. Σ' όποιον έπεφτε ο παράς, έλεγαν πως εκείνος «βασίλεψε». Τον «βασιλεμένο» παρά τον έριχναν μέσα σε ποτήρι με κρασί, έπιναν από λίγο και εύχονταν : «Και του χρόνου καλύτερα!». Τον παρά τον άφηναν στα εικονίσματα και τον επόμενο χρόνο τον έβαζαν στην άλλη πίτα.


Έθιμα των Καππαδόκων

Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια και έλεγαν τα κάλαντα Ομάδες, συνήθως από έξι αγόρια η καθεμιά σκόρπιζαν στο χωριό. Τα τρία παιδιά από την κάθε ομάδα ανέβαιναν στο δώμα των σπιτιών και από το φεγγίτη (πετζέ) κρατούσαν με σκοινί ένα φανάρι δικής τους κατασκευής και το άφηναν να κατέβει μέσα στο σπίτι. Ανεβοκατέβαζαν μέσα στο δωμάτιο του σπιτιού το φανάρι τους και έψελναν το τροπάριο του Αγίου Βασιλείου "Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου ...» και πολλές φορές στο τέλος πρόσθεταν: Καλησπέρα στη βραδιά σας, όποιος δώσει να κάμει αγόρι, όποιος δε δώσει, να κάνει κορίτσι, κι αυτό ως το πρωί καμπουριασμένο. Την ίδια στιγμή τα άλλα τρία παιδιά είχαν μπει μέσα στο σπίτι, για να πάρουν τα δώρα που θα τους προσφέρουν, αυγά, πλιγούρι, βούτυρο, ξηρούς καρπούς.

Τη νύχτα εκείνη γινόταν από πολλούς προσκύνημα στα λαξευτά παρεκκλήσια του Άι Βασίλη και των 40 Μαρτύρων. Οι δρόμοι φωταγωγημένοι από τα κεριά των προσκυνητών που πήγαιναν και έρχονταν παρουσίαζαν υπέροχο θέαμα.

Πίστευαν πως τα μεσάνυχτα της Πρωτοχρονιάς ανοίγει ο ουρανός. Αν τη νύχτα της παραμονής γεννιόνταν παιδιά, θα ήταν τυχερά. Αν ήταν αγόρια, τους έδιναν στη βάφτιση το όνομα Βασίλης.

Ξημερώματα Πρωτοχρονιάς οι γυναίκες έτρεχαν στη βρύση να φέρουν νερό τον Άι Βασίλη «σουγιού». Γέμισε η κάθε μία τη στάμνα της και κρατούσε ύστερα κάτω από τη βρύση σακούλα μικρή με νομίσματα, για να τρέξει μέσα το νερό και να πολλαπλασιαστούν τα νομίσματα.

Ιδιαίτερη ήταν η φροντίδα για το γεύμα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς. Στο τραπέζι έπρεπε να έχουν κότα γεμιστή με πλιγούρι, ρόδια που επάνω τους κολλούσαν μικρά κεριά και τα άναβαν, μέσα σε ταψί με ξηρούς καρπούς και κεριά αναμμένα, στημένα στη μέση.

Το είχαν σε κακό να δανείσουν ή να δώσουν ελεημοσύνη την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, θα έφευγε η σοδειά, το μπερεκέτι του σπιτιού.

Σαράντα μέρες συνέχεια μετά την Πρωτοχρονιά πολλοί συνήθιζαν να πηγαίνουν στο παρεκκλήσι του Άι Βασίλη να ανάβουν το καντήλι και να παρακαλούν να τους βοηθήσει.


Το έθιμο του ροδιού της πρωτοχρονιάς

"Χίλιοι μύριοι καλογέροι σ' ένα ράσο τυλιγμένοι". Τι είναι;

Το ρόδι είναι σύμβολο αφθονίας, γονιμότητας και καλής τύχης. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας κρεμούσαν στο κάθε σπίτι, από το φθινόπωρο, ένα ρόδι.

Μετά τη Μεγάλη Λειτουργία της Πρωτοχρονιάς το πετούσαν με δύναμη στο κατώφλι για να σπάσει σε χίλια κομμάτια κι έλεγαν: "Χρόνια Πολλά! Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος!"

(Κολλέγιο Αθηνών Δημοτικό)


Το σπάσιμο του ροδιού στην Πελοπόννησο

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας - δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του - και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.

Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: "με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά".

Τα παιδιά μαζεμένα γύρω - γύρω κοιτάζουν οι ρώγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.


Το ποδαρικό

Πολλοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ακόμα και σήμερα ποιος θα κάνει ποδαρικό στο σπίτι τους. Έτσι από την παραμονή λένε σε κάποιο δικό τους άνθρωπο, που τον θεωρούν καλότυχο και γουρλή, να έρθει την Πρωτοχρονιά να τους κάνει ποδαρικό.

Μόλις μπει στο σπίτι τον βάζουν να πατήσει ένα σίδερο για να είναι όλοι σιδερένιοι και γεροί μέσα στο σπίτι στη διάρκεια του καινούργιου χρόνου.

Η νοικοκυρά φιλεύει τον άνθρωπο που κάνει ποδαρικό για το καλό του χρόνου. Συνήθως του δίνει μήλα ή καρύδια και μια κουταλιά γλυκό κυδώνι ή ότι άλλο γλυκό έχει φτιάξει για τις γιορτές.

Αν ανήμερα την Πρωτοχρονιά έχει λιακάδα, πιστεύουν πως ο καιρός θα είναι ο ίδιος σαράντα μέρες. Λένε: "Τ’ άλιασε η αρκούδα τα αρκουδάκια της, δε θα ‘χουμε χειμώνα βαρύ".

Αν όμως ο καιρός είναι άσχημος την Πρωτοχρονιά θα συμβεί το αντίθετο, δηλαδή σαράντα μέρες θα έχουμε βαρυχειμωνιά.


Διάφορα της Πρωτοχρονιάς

Σε μερικά χωριά όταν πλένονται το πρωί της Πρωτοχρονιάς αγγίζουν το πρόσωπό τους μ' ένα κομμάτι σίδερο, για να είναι όλο το χρόνο... "σιδερένιοι".

Με την Πρωτοχρονιά είναι συνδεδεμένες και πολλές προλήψεις.

Τη μέρα αυτή αποφεύγουν να πληρώνουν χρέος, να δανείσουν λεφτά, να δουλέψουν ή να δώσουν φωτιά. Όλα αυτά ξεκινούν από την προληπτική σκέψη: ό,τι κάνει και πάθει κανείς αυτή τη μέρα θα εξακολουθεί να συμβαίνει όλο το χρόνο !

(Μιχ. Κ. Τσώλης, Γιορτές της Ρωμιοσύνης)
Περισσότερα...

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Ο Άγιος Στέφανος


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε ποιος ήταν ο Πρωτομάρτυς και Αρχιδιάκονος Στέφανος, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας τιμά στις 27 Δεκεμβρίου.

Ο Στέφανος, ήταν ένας από τους πιο διακεκριμένους μεταξύ των επτά διακόνων, που εξέλεξαν οι πρώτοι χριστιανοί για να επιστατούν στις κοινές τράπεζες των αδελφών, ώστε να μη γίνονται λάθη και τους χειροτόνησαν οι Άγιοι Απόστολοι.



Αν και κουραστική η ευθύνη του επιστάτη για τόσους αδερφούς παρ' όλα αυτά ο Στέφανος έβρισκε καιρό και δύναμη για να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Χριστού. Και όπως αναφέρει η Αγία Γραφή: «Στέφανος πλήρης πίστεως και δυνάμεως εποίει τέρατα και σημεία μεγάλα εν τω λαώ». (Πραξ.Αποστόλων, στ΄8-15, ζ΄1-60). Δηλαδή ο Στέφανος, που ήταν γεμάτος πίστη και χάρισμα ευγλωττίας δυνατό, έκανε μεταξύ του λαού μεγάλα θαύματα, που προκαλούσαν κατάπληξη και αποδείκνυαν την αλήθεια του χριστιανικού κηρύγματος.

Ο Στέφανος είχε αφιερώσει τη ζωή του στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου και στη φιλανθρωπική δράση. Για τη προσφορά και τις αρετές του τιμήθηκε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Με το χάρισμα αυτό θεράπευε ασθενείς και αποδείκνυε τη δύναμη του Χριστού. Με τη βαθιά θεολογική του κατάρτιση ανέτρεπε εύκολα τις κακοδοξίες των ιουδαίων για το έργο του Χριστού, προκαλώντας την οργή και το φθόνο τους.

Οι Ιουδαίοι, όμως, καθώς ήταν προκατειλημμένοι, εξαπέλυσαν συκοφάντες ανάμεσα στο λαό, που διέδιδαν ότι άκουσαν το Στέφανο να βλαστημεί το Μωϋσή και το Θεό.

Με αφορμή, λοιπόν, αυτές τις συκοφαντίες, που οι ίδιοι είχαν ενσπείρει, άρπαξαν με μίσος το Στέφανο και τον οδήγησαν μπροστά στο Συνέδριο, τάχα για να απολογηθεί.

Η απολογία του Στεφάνου υπήρξε πρότυπο τόλμης και θάρρους. Χωρίς να φοβηθεί καθόλου, εξαπέλυσε λόγια- κεραυνούς εναντίον των Ιουδαίων. Και από υπόδικος, ορθώθηκε θυελλώδης ελεγκτής και κατήγορος.

Τότε ακράτητοι από το μίσος οι Ιουδαίοι, τον έσυραν έξω από την πόλη, όπου τον θανάτωσαν με λιθοβολισμό.

Εκεί φάνηκε και η μεγάλη συγχωρητικότητα του Στεφάνου προς τους εχθρούς του με τη φράση του, «Κύριε, μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην». Κύριε μη λογαριάσεις σ' αυτούς την αμαρτία αυτή.

Απολυτίκιον - Ἦχος δ’ - Ταχὺ προκατάλαβε.

Βασίλειον διάδημα, ἐστέφθη σὴ κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Μαρτύρων Πρωτόαθλε· σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων, ἀπελέγξας μανίαν, εἶδες σου τὸν Σωτῆρα, τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν. Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Αναδημοσίευση κειμένου από: xfe.gr
Περισσότερα...

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

Χρόνια Πολλά!!



Το Blog Ἄνω Σχῶμεν, εύχεται σε όλον τον κόσμο Χρόνια Πολλά,
καλά και ευλογημένα!!
Ο Γεννηθείς Χριστός να δωρίζει πλούσια την υγεία, τη χαρά και την ευτυχία στις οικογένειες όλων σας και στον καθένα ξεχωριστά!!





Ψάλλετε και εσείς μαζί μας τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα, ακούγωντάς τα



Περισσότερα...

Η Γέννησις του Χριστού


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στην αναγκαιότητα της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου, μέσα από κείμενο του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού.

Η Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου είναι κορυφαία έκφραση της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο και το επιστέγασμα της εφαρμογής του θείου σχεδίου για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας στάθηκαν με δέος μπροστά στο απερινόητο αυτό μυστήριο και με γνώμονα τις άγιες Γραφές συνέλαβαν ύψιστες αλήθειες και και διατύπωσαν υψηλή θεολογία.



Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας η σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού υπήρξε απαραίτητη. Η σωτηρία του κόσμου θα ήταν αδύνατη δι' άλλου τρόπου, διότι ολόκληρη η δημιουργία, ζώσα και μη ζώσα, ήταν υποκείμενη στην πτώση. Οι δύο μεγάλες μοιραίες πτώσεις, η πρώτη των άυλων νοερών δυνάμεων και η δεύτερη των ανθρώπων, έφεραν όχι απλά αναστάτωση στην κτίση του Θεού, αλλά εισήγαγαν σε αυτή το κακό, ως μόνιμη κατάσταση, ως οντολογική αντίθεση στο πρόσωπο και το έργο του απόλυτα αγαθού Θεού. Σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, εξαιτίας της πτώσεως «η κτίσις υπετάγη, ουχ εκούσα, αλλά δια τον υποτάξαντα, επ' ελπίδι ότι και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού. Οίδαμεν γαρ ότι πάσα η κτίσις συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8:20-22). Αυτό σημαίνει πως όλα τα όντα από τους άυλους αγγέλους ως τους ανθρώπους και την υλική κτίση ήταν υποκείμενα στην φθορά της πτώσεως και άρα χρειάζονταν σωτηρία και λύτρωση. «Πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού» (Ρωμ.5:1). Κατά συνέπεια κανένα κτιστό ον δεν θα μπορούσε να πάρει τη θέση του λυτρωτή. Αυτός θα έπρεπε να προέρχεται έξω από την δημιουργία, αδιάφθορος και απόλυτα αμέτοχος του κακού. Άρα μόνο θείο πρόσωπο θα μπορούσε να καταστεί λυτρωτής του κόσμου.

Η θεία βουλή αποφάσισε να καταστεί λυτρωτής ο Υιός και Λόγος του Θεού, το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Γι' αυτό αμέσως μετά την πτώση άρχισε να υλοποιείται το θείο σχέδιο της σωτηρίας. Αυτό προέβλεπε να υπάρξει μια μακραίωνη προετοιμασία του ανθρωπίνου γένους. Η πρόνοια του Θεού άρχισε να διαμορφώνει ιστορικές συνθήκες κατάλληλες ώστε να οδηγήσουν την ανθρωπότητα στο γεγονός της εν Χριστώ αποκαταστάσεως και σωτηρίας. Δόθηκε ο Νόμος στους Ισραηλίτες ως παιδαγωγός εις Χριστόν (Γαλ.3:2), στάλθηκαν προφήτες να διαμηνύσουν το θέλημα του Θεού (Ρωμ.1:2), αναδείχθηκαν σπουδαίες προσωπικότητες (φιλόσοφοι, άρχοντες, νομοθέτες, κοινωνικοί αναμορφωτές, συγγραφείς, ποιητές, κλπ), οι οποίοι προήγαγαν το ανθρώπινο πνεύμα, επεσήμαναν την κακοδαιμονία του κόσμου και έσπειραν τον σπόρο της ανάγκης για την λύτρωσή του από αυτήν την κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι με το πέρασμα του χρόνου διαμορφώθηκε μέσα στις διάφορες παραδόσεις των λαών μια μυστηριώδης και ισχυρή τάση αναμονής μελλοντικού λυτρωτή, η οποία με το πέρασμα του χρόνου ολοένα και μεγάλωνε, ώστε στους άμεσους προχριστιανικούς χρόνους να έχουμε πια παγκόσμια εναγώνια προσμονή.

Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, «εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμου, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράσει, ίνα την υιοθεσίαν απολαύωμεν» (Γαλ.4:4). Ο αιώνιος και ο άπειρος Θεός συγκαταβαίνει και γίνεται άνθρωπος τέλειος, «γενόμενος εκ σπέρματος Δαυίδ κατά σάρκα» (Ρωμ.1:3), χωρίς να αφήσει την θεότητά του. «Νέον εξ Αδάμ παιδίον φυράματος ετέχθη Υιός και πιστοίς δέδοται» (3ο τροπ. στ΄ωδής κανόνα των Χριστουγέννων). Στο θεανδρικό θεανθρώπινο πρόσωπό Του συναντήθηκε και ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση. Τα πριν διεστώτα, εξαιτίας της αμαρτίας, τώρα πια ενώθηκαν με οργανική και αιώνια ένωση (Εφ.2:14). Αλλά για να γίνει η ένωση αυτή προηγουμένως καθαρίστηκε, λυτρώθηκε και αγιάστηκε η ανθρώπινη φύση από τον Ενανθρωπήσαντα Λόγο, διότι δεν ήταν δυνατόν να γίνει φύση του Θεανθρώπου η πτωτική ανθρώπινη φύση. Έτσι ταυτόχρονα με την θεία Ενανθρώπηση πραγματοποιήθηκε και η λύτρωση της πεπτωκυίας φύσεώς μας στο θεναδρικό πρόσωπο του Λυτρωτή.

Η Ενανθρώπηση του Θεού είναι προϊόν της θείας αγάπης. Ο Ίδιος ο Κύριος είχε τονίσει πως «ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, άλλ' έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν.3:15) και συμπλήρωσε ο απόστολος Παύλος πως ο Πατήρ «του ιδίου υιού ουκ εφείσατο, αλλ' υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν» (Ρωμ.8:32). Το ίδιο και ο μαθητής της αγάπης Ιωάννης επισήμανε εμφαντικά: «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν ημίν, ότι τον υιόν αυτού τον μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον, ίνα ζήσωμεν δι' αυτού» (Α΄Ιωάν.4:9). Η άμετρη αυτή αγάπη οδήγησε τον Λόγο στην, ασύλληπτη για τον πεπερασμένο ανθρώπινο νου, θεία «κένωση». Από τα δυσθεώρητα ύψη της θείας δόξης καταδέχτηκε να κατέλθει και να ενδυθεί την ανθρώπινη φύση, να την κάνει στο εξής αιωνίως μέρος της θεανθρώπινης υπόστασής Του. Η περί θείας κενώσεως διδασκαλία αποτελεί θεμέλιο της θεολογίας του αποστόλου Παύλου. «Τούτο φρονείσθω εν υμίν ο και εν Χριστώ Ιησού, ός εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ' εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν, γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλπ.2:5-8). Η θεία ταπείνωση λειτούργησε ως ισχυρό αντίδοτο κατά της ανθρώπινης έπαρσης, η οποία είναι η ρίζα της αμαρτίας. Ο Αδάμ αμάρτησε και ξέπεσε διότι υπερέβη τα όρια της αυτοσυνειδησίας του και ακολουθώντας τον πατέρα της αλαζονείας, τον διάβολο, έφτασε στην δική του απατηλή αυτάρκεια και στην ανταρσία. Το γεγονός αυτό όχι μόνο τον απομάκρυνε από την πηγή της αγάπης και της συνδιαλλαγής, τον Θεό, αλλά τον περιχαράκωσε μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια της νοσηρής εγωπάθειάς του, ώστε να μην μπορεί πια να απελευθερωθεί και να αποκατασταθεί. Η θεία ταπείνωση λειτούργησε καταλυτικά κατά της εωσφορικής έπαρσης. Στην θεσπέσια υμνολογία των Χριστουγέννων ψάλλουμε: «Ιδών ο Κτίστης ολλύμενον τον άνθρωπον χερσίν ον επόιησε, κλίνας ουρανούς κατέρχεται· τούτον δε εκ Παρθένου θείας αγνής όλον ουσιούται αληθεία σαρκωθείς, ότι δεδόξασθε» (3ο τροπ. Α΄ ωδής του κανόνος των Χριστουγέννων). Η σωτηρία μας είναι έργο και χάρις του Θεού.

Η είσοδος του Θεού Λόγου στην ανθρώπινη ιστορία άλ- λαξε τη ροή της σταθερά καθοδικής πορείας των αν- θρώπων. Η θεία Ενανθρώ- πησή Του είναι η ευλογημέ- νη αρχή της μεγαλύτερης επανάστασης όλων των ε- ποχών. Η ανατολή του νοη- τού Ηλίου της Δικαιοσύνης στη γη διέλυσε τα πυκνά σκοτάδια του προχριστιανι- κού παρελθόντος και απο- δυνάμωσε όλους τους εργα- ζομένους των σκοτεινών έρ- γων. Τα ανθρώπινα γεγονό- τα και η ιστορία έχουν πια κατευθυντήρια φορά και στόχο το μοναδικό πρόσωπο του Θεανθρώπου. Μπορεί, βεβαίως, η πορεία της αλλαγής του κόσμου να είναι αργή και οι δυνάμεις του κόσμου να αντιστέκονται, αλλά η έκβαση είναι προδιαγεγραμμένη, ο κόσμος τελικά θα χριστοποιηθεί. Ο απόστολος Παύλος ορίζει σαφέστατα την αφάνταστη ευεργεσία που προσέφερε στην ανθρωπότητα ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος με τα εξής: «Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν Χριστώ, καθώς εξελέξατο ημάς εν αυτώ προ καταβολής κόσμου είναι ημάς αγίους και αμώμους κατενώπιον αυτού, εν αγάπη προορίσας ημάς εις υιοθεσίαν δια Ιησού Χριστού ... εν ω έχομεν την απολύτρωσιν δια του αίματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων, κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού» (Εφ.1:3-7). Η έννοια της υιοθεσίας αποδίδει καλλίτερα παντός άλλου την οργανική προσκόλλησή μας στο Θεό. Δια της πτώσεως και αποστασίας γίναμε πάροικοι και «ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας» του Θεού (Εφ.2:12). Όμως «Ο Λόγος σάρξ εγένετο» (Ιωάν.1:14), «ίνα την υιοθεσίαν απολαύωμεν». Να μην είναι πια ο καθένας μας «δούλος, αλλ' υιός΄ ει δε υιός, και κληρονόμος Θεού δια Χριστού» (Γαλ.4:4-7). Αυτή είναι η μεγαλύτερη ευλογία, που απολαμβάνουμε χάρις στην Θεία Ενανθρώπηση!

Το μήνυμα της Βηθλεέμ, το οποίο διαλαλήθηκε από τους αγίους αγγέλους της Γεννήσεως (Λουκ.2:14), είναι το πιο χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο άγγελμα της ιστορίας. Ήρθε Εκείνος, τον Οποίον εναγωνίως περίμενε η ανθρωπότητα δια να «σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών» (Ματθ.1:21). «Ο Πατήρ ευδόκησεν, ο Λόγος σαρξ εγένετο και η Παρθένος έτεκεν Θεόν ενανθρωπήσαντα». (2ο τροπ. των Αίνων των Χριστουγέννων). Τα αποτελέσματα του έργου Του είναι φανερά. Ο μονόδρομος, ο οποίος οδηγούσε αποκλειστικά τον άνθρωπο και ολόκληρη την πλάση στην απώλεια, έπαψε να υπάρχει για τους πιστούς του Χριστού, διότι εγκαινίασε Αυτός νέα οδό, η οποία οδηγεί στην σωτηρία, στον Θεό, που είναι το φυσικό πέρας της πορείας του ανθρώπου. Την μεγάλη και ελπιδοφόρα αυτή αλήθεια εκφράζει απόλυτα και χαρακτηριστικά ο απόστολος Παύλος ως εξής: «Αυτός γαρ εστιν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας τα αμφότερα εν και το μεσότοιχον του φραγμού λύσας, την έχθραν, εν τη σαρκί αυτού τον νόμον των εντολών εν δόγμασι καταργήσας, ίνα τους δύο κτίση εν εαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών ειρήνην και καταλλάξη τους αμφοτέρους εν ενί σώματι τω Θεώ δια του σταυρού, αποκτείνας την έχθραν εν αυτώ... άρα ουν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφεσ. 2:14-19). Ακόμα «ώσπερ εβασίλευσεν η αμαρτία εν τω θανάτω, ούτω και η χάρις βασιλεύση δια δικαιοσύνης εις ζωήν αιώνιον δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών» (Ρωμ.5:21). Τέτοιου δυσθεώρητου μεγέθους ευεργεσία αξιωθήκαμε χάρις στην οικονομία της θείας συγκαταβάσεως.

Το Θείο Βρέφος της Βηθλεέμ «συνενηπίασε τοις νηπίοις» για χάρη της σωτηρίας μας. «Αυτός εστι Θεός σαρκοφόρος και ημείς άνθρωποι πνευματοφόροι... Αυτός ο αληθινός και φύσει Υιός του Θεού τους πάντας φορεί, ίνα οι πάντες τον ένα φορέσωμεν Θεόν» (Μ.Αθανάσιος, ΒΕΠΕΣ 33,226). «Νυν ο επουράνιος και ημίν επουρανίους εποίησεν» (Γρηγ. Νύσσης, P.G.46,681D). Αυτοί οι περιεκτικoί πατερικoί λόγοi φανερώνουν περίτρανα ολόκληρο το μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως. Αυτό είναι και το κεντρικό νόημα της μεγάλη εορτής.

Με την ποιητική γραφίδα, τέλος, του αγίου Αμφιλοχίου, επισκόπου Ικονίου (4ος αιών.), μπορούμε να υμνήσουμε κι' εμείς την ευφρόσυνη εορτή, η οποία κατέστη απαρχή της σωτηρίας μας ως, εξής: «Ω Ημέρα (των Χριστουγέννων) μύρων αξία εν ή ανέτειλεν ημίν το άστρον εξ Ιακώβ, ο άνθρωπος ο επουράνιος ός ώφθη εξ Ισραήλ! Επεδήμησεν ημίν ο ισχυρός Θεός και ο της Δικαιοσύνης επέλαμψεν Ήλιος! Ο των θείων αρετών ηνέωκται ο θησαυρός, και το της ζωής φυτόν ανθρώποις εβλάστησε και η ανατολή εξ ύψους επέλαμψεν! Ο των ουρανίων και των επιγείων Δεσπότης εκ παρθενικών λαγόνων υπέρ κόσμου λυτρώσεως εις κόσμον φθαρτόν ελήλυθεν» (P.G 39,40B).
Περισσότερα...

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Ήθη και έθιμα Χριστουγέννων


Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε τα ήθη και τα έθιμα των Χριστουγέννων, όπως τα συνα- ντούμε σε πολλές περιοχές της πατρίδας μας, αλλά και σε διάφορες χώρες των Βαλκανίων.

Αξίζει τον κόπο να τα διαβάσουμε, αλλά και να συνεχίσουμε να τα τηρούμε!


Η προέλευση των καλάντων


Την ονομασία τους, την πήραν από την λατινική λέξη calenda, που διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Παιδιά, κατά ομάδες, περιφέρονταν και περιφέρονται στα σπίτια, στους δρόμους, στα καταστήματα και τραγουδούν με ειδικό όργανο τραγούδια, που αφορούν τα Χριστούγεννα, τη γιορτή της Πρωτοχρονιάς, τη γιορτή του Μ. Βασιλείου και μερικά και την Περιτομή του Χριστού.

Το έθιμο αυτό προϋπήρχε στην Ελλάδα, πριν από την Ρώμη.

Τα παιδιά κρατούσαν ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης, στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη, από το έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα.

Μετά, πήρε το έθιμο αυτό και η Ρώμη. Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας, συνόδευαν το τραγούδι με κρούση τριγώνου ή τύμπανου... (περίφημος ο σχετικός πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα ο τυμπανιστής - 1832 - 1927).

Σήμερα η βάση, και μάλιστα στους Πόντιους, διασώζεται άθικτη. Ακούμε κάλαντα πολλά και ποικίλα, με πολλές παραλλαγές και αποχρώσεις, στα διάφορα διαμερίσματα της χώρας μας.

(Από το βιβλίο «Ήθη, έθιμα και… άλλα» του π. Τιμόθεου Κ. Κιλίφη)


Τα Κόλιεντα (Καστοριά)

Τα τοπικά παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα κάλαντα της Καστοριάς εξακολουθούν να τραγουδιούνται και σήμερα τα χαράματα της 23ης Δεκεμβρίου από τις παρέες μικρών και μεγάλων και από τα μέλη πολιτιστικών σωματείων, τα οποία, νιώθοντας την περιθωριοποίηση που δέχονται τα τελευταία χρόνια από κάλαντα άλλων περιοχών, κατορθώνουν κάθε παραμονή Χριστουγέννων να μας τα θυμίζουν, προστατεύοντάς τα από τη λησμονιά και τη φθορά του χρόνου.

Χαρά και συγκίνηση προσφέρουν οι στίχοι τους, γιατί απευθύνονται σ’ όλα τα μέλη της οικογένειας, από τον μεγαλύτερο έως τον πιο μικρό.

Τα παλαιότερα χρόνια, οι νοικοκυραίοι έδιναν για δώρο στα παιδιά που τραγουδούσαν τα κάλαντα, καρύδια, μήλα και μπιλίτσκες (μικρά χοιρινά λουκάνικα) και σπανιότερα χρήματα.


Κόλλιντα και Καλαντάρηδες (Φυλακτό)


Αντίστοιχο έθιμο με τα κάλαντα σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, οι καλαντάρηδες την παραμονή των Χριστουγέννων αφορούν στην περιφορά των νεαρών που πρόκειται να πάνε φαντάροι, κατά την οποία τραγουδούν το παραδοσιακό τραγούδι: "Σαράντα μέρες έχουμι Χριστόν που καρτερούμι, κι αυτές σαράντα τώρα θέλω να τον τραγουδήσω. Χριστούγεννα, να Χριστούγεννα, Χριστός τώρα γεννιέται. Γεννιέτι και βαφτίζετι, στο μέλι και στο γάλα. Το μέλι το τρων οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες. Και μεις να σας τραγουδήσουμι, Χριστός να σας φυλάει, Και του χρόνου". Σκοπός των καλαντάρηδων είναι η συλλογή κάποιου χρηματικού ποσού, που θα έχουν στη διάθεσή τους όσο διαρκεί η θητεία τους, η οποία θεωρείται προθάλαμος της ωρίμανσής τους. Έτσι, το έθιμο συνδυάζει τον εορτασμό των Χριστουγέννων με το πέρασμα των νεαρών στην ενηλικίωση.

(πηγή: in.gr)

«Καληνεσπέρα» (Χωριά της Έξω Μάνης)


Την παραμονή των Χριστουγέννων, με το ηλιοβασίλεμα βγαίναμε στην "Καληνεσπέρα". Όλα τα παιδιά είχαν φτιάξει τις παρέες τους, είχαν σχηματίσει ομαδούλες και είχαν ετοιμαστεί για τα κάλαντα με πολλές πρόβες.

Μπαίναμε στα σπίτια, που ήταν όλα ανοιχτά και περίμεναν, και αφού χαιρετούσαμε ρωτάγαμε:

- Να τα πούμε; να τα πούμε;

- Πέστε τα.

Ήταν πάντοτε καταφατική η απάντηση. Αρχίζαμε τότε δυνατά και πολλές φορές παράτονα "Καλήν εσπέρα άρχοντες..." και τελειώναμε: "σ’ αυτό το σπίτι πού ‘ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει...". Οι νοικοκυρές μας εύχονταν "και του χρόνου" και μας έδιναν χρήματα ή μας έριχναν από το ρογί του σπιτιού, λάδι στο ντενεκάκι που κάποιος από μας κρατούσε... Φυσικά το ύψος της αμοιβής ήταν πάντα σχετικό με την οικονομική κατάσταση και την... τσιγκουνιά του καθενός. Στα λυπημένα σπίτια δεν λέγαμε τα κάλαντα. Όταν τελείωνε η γύρα και περνούσαμε όλα τα σπίτια του Χωριού, πηγαίναμε και πουλάγαμε το λάδι στον μπακάλη και κάναμε δίκαιη μοιρασιά σε όλα τα έσοδα.

(Από το περιοδικό «Μάνη, χθες, σήμερα, αύριο»)


Η ιστορία του Χριστογεννιάτικου Δέντρου

Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο ως σύμβολο

Ο Άγγλος ιερομόναχος Άγιος Βονιφάτιος ήταν αυτός που καθιέρωσε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο ως σύμβολο τον 8ο αιώνα μ.Χ. Σύμφωνα με την παράδοση για να εξαλείψει την ιερότητα που απέδιδαν οι ειδωλολάτρες στη δρυ, έβαλε στη θέση του το έλατο σαν σύμβολο χριστιανικό και ειδικότερα σαν σύμβολο των Χριστουγέννων.

Η παράδοση θέλει το ιδρυτή του Προτεσταντισμού Μαρτίνο Λούθηρο να είναι αυτός ο οποίος καθιέρωσε το στόλισμα του Χριστουγεννιάτικου δέντρου ενώ το 1882 στην Νέα Υόρκη στολίστηκε το πρώτο ηλεκτρικά φωτισμένο Χριστουγεννιάτικο δέντρο από ένα συνάδελφο του Τόμας Έντισον.


Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο στην Ελλάδα


Το έθιμο του Χριστουγεννιάτικου δέντρου το έφεραν στην χώρα μας οι Βαυαροί και στην Ελλάδα για πρώτη φορά στολίστηκε δέντρο στα Ανάκτορα του Όθωνα το 1833.

Πρόδρομος του χριστουγεννιάτικου δέντρου στην Ελλάδα ήταν το παραδοσιακό Χριστόξυλο ή Δωδεκαμερίτης ή Σκαρκάνζαλος κυρίως στα χωριά της Βορείου Ελλάδος.

Κάθε Χριστούγεννα έβαζαν ένα μεγάλο κούτσουρο από άγρια κερασιά, πεύκο ή ελιά στο τζάκι όπου θα έκαιγε για όλο το 12ήμερο των γιορτών από τα Χριστούγεννα ως τα Φώτα. Σύμφωνα με την παράδοση φέρνει καλοτυχία και κυρίως προστατεύει το σπίτι από τους καλικάντζαρους που μπαίνουν από τις καμινάδες και κλέβουν ή κάνουν ζημιές στο νοικοκυριό.

(Πηγή: madata.gr)

Το ελληνικό καραβάκι

Το έθιμο του χριστουγεν- νιάτικου δέντρου, όπως και να έχει, δεν είναι ελληνικό. Ελληνικό είναι το καραβάκι που εμφανίστηκε λίγο μετά την τουρκοκρατία. Με την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, οι Έλληνες προσπά- θησαν να αναπτύξουν τη ναυτιλία και το εμπόριο. Έτσι, όταν κατά την περίο- δο των Χριστουγέννων, οι ναυτικοί γύριζαν στα σπίτια τους για τις γιορτές, οι νοικοκυρές στόλιζαν ένα καράβι.


«Το Χριστόψωμο» (Έθιμο Κρήτης)


Το ζύμωμα του χριστόψωμου θεωρείται έργο θείο και είναι έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Οι γυναίκες φτιάχνουν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια και υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα, και κατά τη διάρκεια του ζημώματος λένε: "Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει." Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα. Στην υπόλοιπη επιφάνεια σχεδιάζουν σχήματα με το μαχαίρι ή με το πιρούνι, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς, πουλάκια. Σε πολλά μέρη τα χριστόψωμα, τα έφτιαχναν κεντημένα με ωραία σχήματα που γίνονταν πάνω στο ζυμάρι με διάφορα ποτήρια, μικρά ή μεγάλα ή κούπες από βελανίδια που συμβόλιζαν την αφθονία που ήθελαν να έχουν στην παραγωγή των ζώων και της σοδειάς του σπιτιού τους.

Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές. Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Την ημέρα του Χριστού, ο νοικοκύρης παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Μερικοί, εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας, όπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του.

Από τις προετοιμασίες της παραμονής των Χριστουγέννων πιο χαρακτηριστική είναι εκείνη που αναφέρεται στο ζύμωμα του χριστόψωμου. Κατά τόπους φτιάχνεται σε διάφορες μορφές και έχει διαφορετικές ονομασίες όπως: "το ψωμί του Χριστού", "Σταυροί", "βλάχες" κ.ά."


«Το Χριστόξυλο» (Έθιμο Μακεδονίας)


Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας, από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό, το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα, στο τζάκι του σπιτιού. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Σε κάθε σπιτικό, οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα.


«Η κοτόσουπα» (Έθιμο Κρήτης)


Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα. Την πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν να φτιάχνουν κότα ή "κούρκο" (γαλοπούλα) γεμιστό με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρεμμύδι, πιπέρι και μαϊντανό, όλα καβουρδισμένα. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Ενα άλλο συνηθισμένο πιάτο είναι το ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού). Υπήρχε όμως και η εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι.

Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας, ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και στην Κρήτη. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο που έτρωγαν οι Έλληνες όταν επέστρεφαν από την εκκλησία.


«Tο αναμμένο πουρνάρι» (Έθιμο Ηπείρου)


Μια ωραία συνήθεια που βασίζεται σε μια παλιά παράδοση. Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, λέει, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού.

Ακόμη και στα Γιάννενα το ίδιο κάνουν. Μόνο που εκεί δεν κρατούν ολόκληρο το κλαρί το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους - είναι μεγάλη πολιτεία τα Γιάννενα - αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!» Αυτή είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δε θ’ αφήσουν τ’ όνομα το πατρικό να σβήσει.


Οι καλικάντζαροι


Οι καλικάντζαροι είναι μια παλιά παράδοση στην πατρίδα μας. Και σε κάθε τόπο, και πιο πολύ στα χωριά, υπάρχουν χίλιοι θρύλοι και έθιμα γύρο από αυτούς. Εμφανίζονται κάθε Χριστούγεννα. Μερικοί λένε ότι είναι πνεύματα, άλλα καλά και άλλα κακά. Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι είναι παράξενα όντα, μαλλιαρά και ότι τρυπώνουν στα σπίτια από τις καμινάδες. Τις νύκτες πηγαίνουν και κλέβουν τα φαγητά που βρίσκουν και πιο πολύ τα σύκα γιατί τους αρέσουν πολύ. Όταν τελειώσουν το φαγητό τους αρχίζουν να χορεύουν.

Όλοι οι χωρικοί, όταν πλησιάζει βράδυ, φοβούνται να ξεμυτίσουν από το σπίτι τους, προπάντων τα μικρά παιδιά, ως ότου έρθει η γιορτή των Φώτων, που ρίχνουν το σταυρό και οι καλικάντζαροι εξαφανίζονται. Τότε πάνε και ζούνε κάτω από τη γη. Και εμφανίζονται πάλι τα άλλα Χριστούγεννα.

Σε πολλά χωριά ρίχνουνε αναμμένα κάρβουνα στα πηγάδια, για να μην μαγαρίσουν οι καλικάντζαροι.

Δεν μπορώ να σας εξηγήσω καλύτερα, τι είναι ένας Καλικάντζαρος, γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν.

(Από την εγκυκλοπαίδεια του Χάρη Πάτση)


Τα Χριστούγεννα στα Βαλκάνια


Οι ημέρες των Χριστου- γέννων είναι αφιερωμένες στην παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα. Τα Χριστούγεννα εορτάζονται με διάφορους τρόπους στις βαλκανικές χώρες, με τα ξεχωριστά ήθη και τα έθιμα του κάθε τόπου να “χρωματίζουν” τις γιορτινές ημέρες και να αποτελούν “όαση” χαράς για μικρούς και μεγάλους..



Στη Ρουμανία, την παραμονή των Χριστουγέννων, στους δρόμους αντηχούν οι χαρούμενες φωνές μικρών αλλά και… μεγαλύτερων που ψάλλουν τα κάλαντα. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιοχές τα κάλαντα αναφέρονται στον Τραϊανό, τον Ρωμαίο αυτοκράτορα που κατέλαβε τη Δακία το 106 μ.Χ.

Οι παρέες των “καλαντάδων” γυρίζουν τα σπίτια και μοιράζονται ό,τι τους προσφέρουν οι σπιτονοικοκύρηδες: καρύδια, μήλα και τοπικά εδέσματα, όπως αλμυρά κουλουράκια.

Ένα άλλο έθιμο που διατηρούν οι “καλαντάδες” είναι ότι κρατούν ένα αστέρι- που συμβολίζει το άστρο της Βηθλεέμ- όταν ψάλλουν τα κάλαντα. Το αστέρι φέρει χρωματιστά χαρτιά και καμπανούλες, ενώ έχει και παραστάσεις αγγέλων και τα κάλαντα με το αστέρι αντηχούν στα δρομάκια από τις 24 μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου.

Την ημέρα των Χριστουγέννων το ψωμί μπαίνει κάτω από το τραπέζι για να φέρει καλοτυχία στο σπίτι και το γουρουνόπουλο αποτελεί το κυρίως χριστουγεννιάτικο γεύμα.

Στη Βουλγαρία, η έναρξη του εορτασμού των Χριστουγέννων είναι η 22η Δεκεμβρίου, ημέρα που γιορτάζεται ο άγιος Ιγνάτιος. Σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, η ημέρα αυτή είναι η αρχή της νέας χρονιάς, άρα είναι πολύ σημαντικό το ποδαρικό στο σπίτι να γίνει από έναν άνθρωπο που θα φέρει γούρι. Ο δανεισμός αποφεύγεται την ημέρα του αγίου Ιγνατίου, ώστε ο πλούτος να μείνει στο σπίτι όλο το νέο έτος.

Ανήμερα τα Χριστούγεννα διεξάγεται η τελετή των “Koleduvane”, όπου νεαρά αγόρια, μεταμφιεσμένα, ψάλλουν τα κάλαντα και εύχονται υγεία και ευτυχία. Τα Χριστούγεννα ετοιμάζεται ένα ειδικό ψωμί (όπως η βασιλόπιτα της Πρωτοχρονιάς), όπου τοποθετείται ένα νόμισμα και το βράδυ κόβεται από τον ιδιοκτήτη και μοιράζεται στα μέλη της οικογένειας, αφού πρώτα ορισμένα κομμάτια κοπούν για την Παναγία και το σπίτι. Οι στάχτες από τα τζάκια που καίνε σκορπίζονται στα χωράφια για να φέρουν καρποφορία σύμφωνα με τις βουλγαρικές δοξασίες.

Στη Βουλγαρία δεν βάζουν ποτέ κρέας στο τραπέζι παραμονή των Χριστουγέννων, μόνο ανήμερα και φτιάχνουν επτά διαφορετικά πιάτα φαγητού την παραμονή των Χριστουγέννων, όπως ντολμαδάκια με κληματόφυλλα και ρύζι, βρασμένα φασόλια και πιπεριές, μαμαλίγκα-ψωμί από καλαμποκάλευρο. Δεν μαζεύουν ποτέ το τραπέζι που φάγανε πριν από τα Χριστούγεννα και αφήνουν το τζάκι αναμμένο μέχρι να ξημερώσει.

Στην Κροατία, η εορταστική περίοδος αρχίζει στις 6 Δεκεμβρίου, οπότε γιορτάζεται ο Άγιος Νικόλαος και στις 13 Δεκεμβρίου, την ημέρα της Αγίας Λουκίας. Ο Άγιος Νικόλαος φέρνει δώρα στα παιδιά που δεν έκαναν αταξίες όλη τη χρονιά. Το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι κοσμεί ένα κομμάτι σανό με μία κόκκινη κορδέλα και ένα μήλο, που συμβολίζει τη γονιμότητα. Το σανό, μετά τις γιορτές, το ταΐζουν στα ζώα, σύμφωνα με τα έθιμα. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο στολίζεται με καρύδια, γλυκά, κεριά και γυάλινα παιχνίδια.

Στη Σερβία και στο Μαυροβούνιο τα Χριστούγεννα κόβουν ένα ψωμί με νόμισμα που ονομάζεται “cesnica” (τσέσνιτσα) και όποιος τύχει το φλουρί έχει καλοτυχία για τη νέα χρονιά. Στο τραπέζι σκορπούν άχυρα, όπως και στην Κροατία, για να υπάρχει υγεία. Την παραμονή των Χριστουγέννων επίσης αγοράζουν μια βελανιδιά για να την κάψουν στο τζάκι ώστε να φέρει τύχη.

Στη Σλοβενία κυριαρχούν τα κάλαντα αλλά και το στόλισμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου, ενώ κόβουν επίσης ψωμί-βασιλόπιτα “potica” (πότιτσα) για υγεία και καλοτυχία.

Στην Αλβανία, όπως και στη Βουλγαρία, παλιά το φλουρί τοποθετούνταν στον μπακλαβά αλλά σήμερα υπάρχει η βασιλόπιτα, ενώ το φαγητό των Χριστουγέννων ήταν πιλάφι με αρνί και σήμερα κυριαρχεί η γαλοπούλα ως κύριο πιάτο. Στην Αλβανία στολίζουν δέντρο και τα παιδιά ψάλλουν τα κάλαντα όπως στις περισσότερες χώρες των Βαλκανίων.

Στη Βοσνία Ερζεγοβίνη συναντάμε, επίσης, τα κάλαντα και το στόλισμα του Χριστουγεννιάτικου δέντρου, ενώ ανήμερα τα Χριστούγεννα στο τραπέζι υπάρχει μοσχαρίσιο κρέας, πίτες και γλυκά.

Ανεξάρτητα από το πώς γιορτάζονται τα Χριστούγεννα σε κάθε μια από τις χώρες της Βαλκανικής, η ευχή είναι μία: “Ευχές σε όλους για χαρούμενες γιορτές και στον καινούργιο χρόνο πάμπλουτοι να ‘στε στη χαρά και πάμφτωχοι στον πόνο”.

(Πηγή: ana-mpa)
Περισσότερα...

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Το άστρο της Βηθλεέμ


Τι ήταν άραγε το Άστρο της Βηθλεέμ, που οδή- γησε τους Mάγους εκεί που γεννήθηκε ο Χριστός;

Από την ημέρα της εμφάνισης του Άστρου της Βηθλεέμ έχουν περάσει περισσότερα από 2.000 χρόνια, αλλά ακόμα και σήμερα δεν έχει δοθεί μια επιστημονική εξήγηση για το τι μπορούσε να είναι αυτό το «φαινόμενο», καθώς η θρησκευτική άποψη τονίζει ότι ήταν ένα θαύμα της ανθρώπινης πίστης.



Θρησκευτική θεωρία

Αν δούμε την παρουσίαση αυτού από την πλευρά της θρησκείας, θα παρατηρήσουμε ότι η εμφάνιση του Άστρου αναφέρεται από τον ευαγγελιστή Ματθαίο στο δεύτερο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του, τέσσερις φορές.

Από τα λόγια του Ματθαίου, προκύπτουν κάποια συμπεράσματα αρκετά χρήσιμα για την κατανόηση αυτού του φαινομένου.

Το Άστρο της Βηθλεέμ θα έπρεπε να ήταν κάτι το ασυνήθιστο, προκειμένου να έλξει την προσοχή των Μάγων και να κάνουν το μακρινό τους ταξίδι. Παράλληλα, θα έπρεπε να έχει και αρκετά μεγάλη διάρκεια ζωής - εβδομάδες ή μήνες - γιατί οι Μάγοι είχαν αρκετά μεγάλη απόσταση να διασχίσουν την απόσταση από τον τόπο τους μέχρι τη Βηθλεέμ.

Επίσης, θα έπρεπε να είναι αρκετά δυσδιάκριτο στο πολύ κόσμο, καθώς φαίνεται πως μόνο οι Μάγοι τα είχαν δει. Δεν το διέκριναν στον ουρανό ή είχαν ακούσει κάτι γι' αυτό ούτε οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, το ίδιο και ο Ηρώδης, ενώ δεν το είχαν προσέξει ούτε και οι βοσκοί που ήταν με τα κοπάδια τους στους κάμπους.

Ακόμα, το Άστρο των Χριστουγέννων ίσως να μην ήταν ένα άστρο με τη σημερινή έννοια της λέξης, καθώς την εποχή που γράφτηκε το Ευαγγέλιο του Ματθαίου η λέξη «αστήρ» προσδιόριζε οτιδήποτε φαινόταν στον ουρανό.

Τέλος, όσον αφορά στη θέση του Άστρου στον ουρανό, θα πρέπει να σκεφτούμε ότι οι Μάγοι είδαν το Άστρο βρισκόμενοι στις ανατολικά από την Παλαιστίνη χώρες της Ασίας, συνεπώς θα έπρεπε αυτό να ήταν στο δυτικό μέρος του ουρανού - και να κατευθυνθούν δυτικά για να φτάσουν στη Βηθλεέμ και όχι στην Κίνα ή στις Ινδίες.


Επιστημονικές εξηγήσεις

Τι όμως μπορούσε να είναι αυτό το φαινόμενο; Όλα αυτά τα χρόνια που ακολούθησαν διάφοροι επιστήμονες προσπάθησαν να δώσουν μια εξήγηση στο ερώτημα αυτό.

Μερικοί ερευνητές υπέθεσαν ότι το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν κάποιο μετέωρο. Τα μετέωρα όμως δεν είναι καθόλου σπάνιο φαινόμενο και λογικό είναι να αποκλειστεί ότι αυτή η περίπτωση να προκάλεσε τόση μεγάλη αναστάτωση στους Μάγους, ώστε να τους υποχρεώσει να ξεκινήσουν το μακρινό τους ταξίδι προς τη Βηθλεέμ.

Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι η εμφάνιση κάποιου κομήτη. Συνολικά, έχουν καταγραφεί από τους αρχαίους χρόνους έως και τη Γέννηση του Χριστού 135 κομήτες. Όπως αναφέρει ο Ωριγένης, τον 3ο μ.Χ. αιώνα: «Έχω τη γνώμη ότι το άστρο που εμφανίστηκε στους σοφούς της Ανατολής… ήταν ένα από εκείνα τα φωτεινά σώματα που εμφανίζονται από καιρό σε καιρό και που οι Έλληνες οι οποίοι συνηθίζουν να τα ξεχωρίζουν με ονομασίες ανάλογα με τη μορφή και το σχήμα τους τα ονόμαζαν κομήτες, φωτεινές δοκούς, θυσάνους, άστρα με ουρά, καράβια και με διάφορα άλλα ονόματα».

Εν τούτοις είναι δύσκολο να θεωρηθεί ότι το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν ένας κομήτης αφ' ενός μεν γιατί θα τον έβλεπαν όλοι, αφ' ετέρου δε γιατί οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν τους κομήτες ως προάγγελους δυσάρεστων γεγονότων και καταστροφών. Όταν, για παράδειγμα ο Ιούλιος Καίσαρας δολοφονήθηκε το 44 π.Χ. εμφανίστηκε ένας πολύ φωτεινός κομήτης, όπως και το 14 μ.Χ. με το θάνατο του Καίσαρα Αυγούστου.

Μήπως το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν κάποιος νόβα, κάποιο «καινοφανές» άστρο ή μήπως σουπερνόβα; Καθώς τα άστρα γερνάνε γίνονται ασταθή στις θερμοπυρηνικές τους αντιδράσεις και φτάνει μια στιγμή που το άστρο αυτό αποβάλλει με μια ή περισσότερες εκρήξεις μερικά από τα εξωτερικά του στρώματα αερίων και έτσι παρουσιάζεται λαμπρότερο από ότι ήταν πριν. Έτσι, άστρα που ήταν πολύ αμυδρά, όταν μετατραπούν σε νόβα γίνονται εύκολα ορατά.

Όταν ένα άστρο μεταβληθεί σε σουπερνόβα, διασπάται κυριολεκτικά στα «εξ ων συνετέθη» και μπορεί να εκπέμψει εκατομμύρια φορές περισσότερο φως και ακτινοβολία απ' ότι ο Ήλιος μας.

Το Άστρο της Βηθλεέμ όμως, δεν θα πρέπει να ήταν ένα παρόμοιο άστρο, καθώς θα υπήρχε κάποια ένδειξη των αστρονόμων της εποχής εκείνης και ο κάθε άνθρωπος της εποχής θα μπορούσε να δει ένα νόβα ή σουπερνόβα, ενώ όπως φαίνεται το παρατήρησαν μόνο οι Μάγοι.

Μία ακόμα θεωρία για την εξήγηση αυτού του φαινομένου διατυπώθηκε από τον Γιόχαν Κέπλερ, ο οποίος υποστήριξε πως αυτό που οδήγησε τους Μάγους στον Ιησού ήταν μια σύνοδος πλανητών ή συζυγία.

Οι πλανήτες, στις κανονικές τους κινήσεις γύρω από τον Ήλιο φαίνονται να κινούνται από τη Δύση προς την Ανατολή. Οι πλανήτες που βρίσκονται πλησιέστερα στον Ήλιο φαίνονται όμως να κινούνται ταχύτερα και οι πιο απομακρυσμένοι δείχνουν να κινούνται βραδύτερα. Μ' αυτόν τον τρόπο, ένας από τους πλανήτες είναι δυνατόν να φτάσει και να προσπεράσει κάποιον άλλον. Το προσπέρασμα αυτό ονομάζεται σύνοδος ή συζυγία των δύο πλανητών. Οι πλανήτες Δίας και Κρόνος στη διάρκεια του 7 και του 6 π.Χ έλαβαν μέρος σε μία τριπλή ή μεγάλη συζυγία. Αν το Άστρο της Βηθλεέμ όμως ήταν μια συζυγία, θα το γνώριζαν οι αστρονόμοι της εποχής καθώς η μελέτη του ουρανού ήταν αρκετά ανεπτυγμένη την εποχή εκείνη.

Στην πορεία των χρόνων διατυπώθηκαν και άλλες θεωρίες για την «ταυτότητα» του Άστρου. Το 1911, ο Γερμανός Alfred Jeremias υποστήριξε πως το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν το λαμπρότερο άστρο του αστερισμού του Λέοντος, ο Βασιλίσκος, ενώ το 1913 ο A. Stenzel υποστήριξε πως «οδηγός» των Μάγων ήταν ο κομήτης του Χάλεϊ.

Μία ακόμη θεωρία, του Έλληνα αστρονόμου Κωνσταντίνου Χασάπη υποστηρίζει πως το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο πλανήτης Κρόνος τον οποίο αποκαλεί «ηγετικό πλανήτη της μεγάλης συγκεντρώσεως του 6 π.Χ.», ενώ ο αείμνηστος Κ. Χασάπης ορίζει τη γέννηση του Χριστού στις 6 Δεκεμβρίου του 5 π.Χ. και το προσκύνημα των Μάγων στις 19 του ίδιου μήνα.

Αυτή η ημερομηνία γέννησης του Χριστού φαίνεται αρκετά δύσκολο να είναι και η σωστή, καθώς ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την εποχή που οι βοσκοί «φυλλάσουν φυλακάς νυκτός επί την ποίμνην αυτών». Αυτή η εποχή είναι απίθανο να είναι οι τελευταίες μέρες του Δεκεμβρίου καθώς τότε η Βηθλεέμ είναι βυθισμένη στην παγωνιά και τη βροχή. Πιθανότερη εποχή να συνέβη η γέννηση του Χριστού είναι η άνοιξη, όταν τα νεογέννητα αρνάκια χρειάζονται τη βοήθεια των βοσκών, ερμηνεύοντας κατά γράμμα αυτά που αναφέρει το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο.

Βλέπουμε πως οι θρησκευτικές και επιστημονικές αντιλήψεις και θεωρίες δεν «συμβαδίζουν» σε κάποιο σημείο για την ταυτότητα του Άστρου της Βηθλεέμ.

Θα μπορούσαμε όμως να πούμε ότι δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία το τι συνέβη στον ουρανό εκείνη τη νύχτα των Χριστουγέννων, γιατί κάτι πολύ πιο σπουδαίο συνέβαινε επάνω στη Γη μας· η Γέννηση του Χριστού.

Μια σπουδαία προσέγγιση του Άστρου των Χριστουγέννων, και το τι μπορεί να σημαίνει για τον καθένα γίνεται από τον ποιητή Γεώργιο Δροσίνη.

«Την άγια νύχτα την χριστουγεννιάτικη ποιός δεν το ξέρει; 
των Μάγων κάθε χρόνο τα μεσάνυχτα λάμπει τ' αστέρι.
Κι όποιος το βρη μες στ' άλλα αστέρια ανάμεσα και δεν το χάση,
σε μιαν άλλην Βηθλεέμ ακολουθώντας το μπορεί να φτάση!

Αναδημοσίευση κειμένου από: paterikoslogos.com
Περισσότερα...

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Ο Άγιος Διονύσιος, Επίσκοπος Αιγίνης


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε τον βίο του Αγίου Διονυσίου Επισκόπου Αιγίνης, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας τιμά στις 17 Δεκεμβρίου, όπως καταγρά- φεται από τον Αρχιμ. Χαράλαμπο Δ. Βασιλόπουλο.

Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἐλέγετο κατὰ κόσμον Γραδενῖγος ἢ Δραγανῖγος Σιγοῦρος. Ἦταν υιὸς τοῦ Μωκίου Σιγούρου καὶ τῆς Παυλίνας Βάλβη. Γεννήθηκε τὸ 1547 στὸ χωριὸ Αἰγιαλὸς τῆς νήσου Ζακύνθου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν περιφανῆ καὶ ἐπίσημη οἰκογένεια τῶν Σιγούρων.


Τὶς ρίζες της τὶς εἶχε ἡ οἰκογένεια αὐτὴ στὴ Νορμανδία. Κατόπιν ἤρθανε στὴν Ἰταλία καὶ ἀπὸ ἐκεῖ διαπεραιώθηκαν στὴν Ζάκυνθο. Ὁ ἄρχοντας τῆς Ζακύνθου τοὺς δώρησε κτήματα νοτιοδυτικά του νησιοῦ.

Ἡ οἰκογένεια αὐτὴ ἦταν ἡρωϊκή. Διακρίθηκε στοὺς πολέμους τῶν Βενετῶν ἐναντίον τῶν Τούρκων. Γι᾿ αὐτὸ πέτυχαν ἀπὸ τὴν Βενετικὴ Γερουσία, ὄχι μόνο τὴν ἀναγνώριση τῆς κτηματικῆς δωρεᾶς, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐγγραφή τους στὸ βιβλίο τῶν ἀριστοκρατῶν. Ἀπὸ αὐτὴν τὴν οἰκογένεια οἱ περισσότεροι ἔγιναν Ὀρθόδοξοι. Μεταξὺ αὐτῶν ἦσαν καὶ οἱ πρόγονοι τοῦ Ἁγίου.

Ὁμοίως καὶ ἡ μητέρα του προερχόταν ἀπὸ τὴν ἀρχοντικὴ Ἑνετικὴ οἰκογένεια Βάλβη. Ἀπὸ τὸν γάμον τοῦ Μωκίου καὶ τῆς Παυλίνας γεννήθηκαν τρία παιδιά, ὁ Δραγανῖγος, ὁ Κωνσταντῖνος καὶ ἡ Σιγοῦρα.


Ἡ μόρφωσι τοῦ Ἁγίου

Ὑπάρχει καὶ μία παράδοσις, ποὺ ἀναφέρει, ὅτι ἀνάδοχος τοῦ Ἁγίου εἶναι ὁ Ἅγιος Γεράσιμος. Ἀπὸ πολὺ μικρὸς μορφώθηκε, ὅπως πρέπει σὲ ἕνα χριστιανόπουλο.

Στὸ ἀρχειοφυλάκειο τῆς Ζακύνθου ὑπῆρχε ἕνα συμβόλαιον τοῦ πατέρα του, μὲ τὸν πολὺ μορφωμένον δάσκαλο Καιροφύλα. Σύμφωνα μὲ αὐτὸ ὁ Καιροφύλας ἀνελάμβανε τὴν ὑποχρέωσι νὰ διδάξῃ τὸ δεκάχρονο παλληκάρι «τὰ γράμματα τῆς Ἐκκλησίας, ἤγουν προοιμιακόν, ὀκτώηχον, ψαλτήριον, Ἀπόστολον καὶ γράψιμον». Αὐτὸ τὸ συμβόλαιο φέρει τὴν ἡμερομηνίαν 1557, Ὀκτωβρίου 27. Δυστυχῶς τὸ 1953 ἐκάη ἀπὸ πυρκαϊά.

Μετὰ τὴν στοιχειώδη μόρφωσι, ἀκολούθησε εὐρύτερες σπουδές, μὲ θεοσεβεῖς καὶ εὐπαιδεύτους διδασκάλους κατ᾿ οἶκον. Ἔξω ἀπὸ τὴν πατρίδα του δὲν πῆγε. Ἴσως ὅμως νὰ ἐμαθήτευσε κοντὰ σὲ ἐπιφανεῖς θεολόγους, οἱ ὁποῖοι πήγαιναν καὶ ἐρχόταν ἀπὸ τὴν Ἑσπερία καὶ ἐστάθμευαν στὴν Ζάκυνθο.

Πάντως ἔμαθε πολὺ καλὰ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά, τὴν λατινικὴ καὶ ἰταλικὴ γλώσσα. Ἰδιαίτερα μελέτησε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως συμπεραίνουμε ἀπὸ μία του ἐπιστολή, ἔγραφε σχόλια στὰ ἔργα τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.


Ἔνθεος ζῆλος

Τίποτε ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια δὲν συγκινοῦσε τὸν Ἅγιο. Τίποτε δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ τὸν κάμῃ νὰ «ξεστρατίση» ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ἡ εὐγένεια τῆς καταγωγῆς, οὔτε τὰ πολλὰ πλούτη, οὔτε ἡ δόξα καὶ ἡ γοητεία τῶν ἀξιωμάτων τὸν παρέσυραν. Ἀνέθρεψε καὶ καλλιεργοῦσε μὲ αὐστηρότητα τὸν ἑαυτό του. Ὁ ζῆλος του, γιὰ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὸν ἔκαιγε ἐσωτερικὰ σὰν καμίνι.

Σὲ ἡλικία 21 ἐτῶν ἀποφασίζει νὰ κόψῃ κάθε δεσμὸ μὲ τὸν κόσμο. Φαίνεται, ὅτι πολὺ σύντομα στερήθηκε τοὺς γονεῖς του. Ἀναχωρεῖ, λοιπόν, γιὰ τὴ Μονὴ Στροφάδων, ποὺ εὑρίσκεται ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Ζάκυνθο, στὸ νότιο μέρος. Δωρίζει στὸν ἀδελφό του Κωνσταντῖνο ὅλη του τὴν περιουσία μὲ τὴν ὑποχρέωσι νὰ «προικίσῃ» τὴν ἀδελφή τους Σιγοῦρα.

Στὸ Μοναστήρι ἔκανε ἀγρυπνίες, νηστεία πολλὴ καὶ θαυμαστοὺς ἀγῶνες. Παρ᾿ ὅτι νέος στὴν ἡλικία, ὑπερεῖχε κατὰ πολὺ ἀπ᾿ ὅλους τους πατέρες. Ἠσχολεῖτο πολὺ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἀνάγνωσι τῶν θείων Γραφῶν καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων. Τέτοια ἦταν ἡ ἀρετή του, ποὺ γέροντες πατέρες προσπαθοῦσαν νὰ τὴν μιμηθοῦν.

Ἔλαβε τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα τοῦ Μοναχοῦ. Ὁ Γέροντάς του ἔδωσε σ᾿ αὐτὸν τὸ ὄνομα Δανιήλ. Ἡ φήμη του γιὰ τὴν ἀρετή του διαδόθηκε πολὺ γρήγορα στὸ νησί. Ἡ κοινότητα τῆς Ζακύνθου ἐξετίμησε τόσο πολὺ τὴν προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου, ὥστε τοῦ ἔδωσε τὴν ὀρεινὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου Ἀναφωνητρίας.


Ἡ χειροτονία του

Ἕνα χρόνο ἀργότερα χειροτονήθηκε ἱερεὺς ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Ζακύνθου καὶ Κεφαλληνίας Φιλόθεον. Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1577 ἀνεχώρησε γιὰ τὸν Πειραιᾶ, θέλοντας νὰ μεταβῇ στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ τοὺς προσκυνήσῃ.

Μόλις ἦλθε στὴν Ἀθήνα ἐθεώρησε καθῆκον του νὰ πάρῃ τὴν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου Ἀθηνῶν Νικάνορος. Ὁ Ἐπίσκοπος ἐξετίμησε πολὺ τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ἔπεισε ν᾿ ἀναλάβῃ τὴ χηρεύουσα ἐπισκοπὴ τῆς Αἰγίνης, ποὺ ὑπήγετο τότε στὴν Μητρόπολι Ἀθηνῶν. Ἐγνωστοποίησε τοῦτο στὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμία. Ὁ Πατριάρχης συγκατατέθηκε καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν ἄδεια νὰ τὸν χειροτονήσῃ.

Ἔτσι ὁ Ἱερομόναχος Δανιὴλ χειροτονεῖται ἐπίσκοπος Αἰγίνης κι ὀνομάζεται Διονύσιος, πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Ἡ χειροτονία του ἐτελέσθη στὸν Ἅγιο Ἐλευθέριο, ποὺ εἶναι παραπλεύρως στὸν σημερινὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῶν Ἀθηνῶν.

Ποιμένας καὶ διδάσκαλος

Τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα ἐξετέλεσε ὁ Ἅγιος Διονύσιος μὲ πλήρη εὐσυνειδησίαν καὶ τελείαν ἀκρίβειαν. Ἦταν ἀκούραστος. Ἀνεδείχθη διδάσκαλος, πατέρας καὶ παιδαγωγὸς τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἴδιος ζοῦσε ζωὴ ἀσκητική.

Ἐφρόντιζε μὲ κάθε τρόπο νὰ ἀνταποκρίνεται στὶς ἀνάγκες τῶν χριστιανῶν. Ὅπου πρόβλημα, δυσκολία, φτώχεια καὶ χαρὰ ὁ Ἅγιος ἦταν παρών. «Ἔχαιρε μετὰ χαιρόντων καὶ ἔκλαιε μετὰ κλαιόντων». Ἦταν ὁ προστάτης τῶν ὀρφανῶν καὶ χηρῶν καὶ ὁ πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Κυρίως ἐπικοινωνοῦσε μὲ τοὺς Χριστιανοὺς διὰ τοῦ κηρύγματος. Ἐκύρυττε τὶς μεγάλες ἀλήθειες ἁπλὰ καὶ μὲ τέχνη, ὥστε νὰ εἶναι καταληπτὲς καὶ ἐποικοδομητικές.

Στὴν Περαχώρα τῆς Αἴγινας, ποὺ ἀπέχει ὀλίγα χιλιόμετρα ἔξω ἀπὸ τὴ σημερινὴ πόλι, κοντὰ στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, σώζεται ὁ Μητροπολιτικὸς Ναὸς τῆς Παλαιᾶς Αἴγινας. Ἔξω ἀπ᾿ αὐτὸν ὑπάρχει πέτρινη ἕδρα, ποὺ ἀκόμα καὶ σήμερα ὀνομάζεται ἀπὸ τοὺς κατοίκους «ὁ Θρόνος τοῦ Ἁγίου». Ἀπὸ ἐκεῖ ἐδίδασκε καὶ νουθετοῦσε μὲ ἀποστολικὴ ἁπλότητα τὸ ποίμνιό του.

Ἡ φήμη του ξαπλώθηκε στὰ γύρω νησιά. Γι᾿ αὐτὸ ἐρχόντανε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, τὰ Μέγαρα, τὴ Σαλαμίνα καὶ ἀπὸ τὸν Πόρο θαυμαστές του νὰ τὸν ἀκούσουν. Ἡ συρροὴ αὐτὴ ποτὲ δὲν τὸν ἔκαμε νὰ ὑπερηφανευθῇ, τοὐναντίον, συνέχισε νὰ εἶναι ὁ ἁπλὸς καὶ ταπεινὸς Ἱεράρχης.

Τὸ διορατικὸ χάρισμα

Ὁ Ἅγιος εἶχε καὶ τὸ χάρισμα τῆς διορατικότητος. Τοῦτο φαίνεται ἀπὸ τὸ ἑξῆς γεγονός:

Ἕνας Ἱερομόναχος, Παγκράτιος ὀνόματι, ἀκούοντας γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἐπῆγε στὸν Ἅγιο νὰ ἐξομολογηθῇ. Ὅταν ἐτελείωσε τὴν ἐξομολόγηση, τὸν ἐρώτησε ὁ Ἅγιος, ἂν εἶχε τίποτε ἄλλο νὰ πῇ, ποὺ ἴσως τὸ εἶχε ξεχάσει.

- Πρόσεχε, παιδί μου τοῦ λέγει: Μήπως ξέχασες κανένα ἁμάρτημα καὶ μείνῃς ἀδιόρθωτος; Νομίζω, ὅτι δὲν ἔκαμες εἰλικρινῆ καὶ τελείαν ἐξομολόγησιν.

Σκέφτεται πολλὴ ὥρα ὁ Ἱερομόναχος καὶ τοῦ ἀπαντᾷ:

- Δὲν ἔχω ἄλλο κρίμα.

Ὁ Ἅγιος τότε, μὲ τὴ σχετικὴ αὐστηρότητα, τοῦ λέγει:

- Δὲν θυμᾶσαι τὴν (δεῖνα) μέρα, ποὺ λειτουργοῦσες καὶ σοῦ ἔπεσεν Τίμιος Μαργαρίτης, ἐπειδὴ δὲν ἔδειξες τὴν ἀπαιτούμενη προσοχή;

Ὁ Ἱερομόναχος ἔμεινε κατάπληκτος, μόλις ἄκουσε τὰ ἀποκαλυπτικὰ λόγια του Ἁγίου. Ἔπεσε μὲ δάκρυα μετανοίας, ὡμολόγησε τὴν ἐνοχή του καὶ ζήτησε συγχώρησι. Ὁ Ἅγιος ἐνουθέτησε τὸν Ἱερομόναχο νὰ προσέχῃ στὸ μέλλον. Τοῦ συνέστησε νὰ πλησιάζῃ τὸν ἐπουράνιο Βασιλέα μὲ εὐλάβεια, φόβο καὶ τρόμο, τὸν ὁποῖον οὔτε καὶ αὐτοὶ οἱ ἄγγελοι δὲν ἠμποροῦν νὰ κοιτάξουν. Ἔτσι τὸν ἀπέλυσε ἐν εἰρήνῃ.

Παραίτηση καὶ ἐπιστροφὴ στὴ Ζάκυνθο

Τὸ 1579 ὁ Ἅγιος ἔρχεται ξανὰ στὴ Ζάκυνθο, ἀφοῦ παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν θρόνο τῆς Αἰγίνης. Διατί παραιτήθηκε; Διότι ἡ φήμη τοῦ πανταχοῦ διεδίδετο καὶ ὅπως ὁ μαγνήτης τραβάει τὸν σίδηρον, ἔτσι καὶ ὁ Ἅγιος ἔσυρεν ὅλους πρὸς αὐτὸν γιὰ νὰ ἀκούσουν τοὺς μελιρρύτους καὶ θεοσόφους λόγους του. Ὕστερα ἀπὸ ἀρκετὸν χρόνον διοικήσεως φοβήθηκε μήπως οἱ ἔπαινοι τῶν ἀνθρώπων, ποὺ τόσον πολὺ τὸν ὕψωναν, τὸν κρημνίσουν στὰ φαράγγια τῆς κενοδοξίας. Γι᾿ αὐτὸ ἐστοχάσθηκε νὰ παραιτηθῇ ἀπὸ τὸν θρόνο του.

Οἱ Αἰγινῆτες κατεθλίβησαν, διότι ἔχαναν τὸν πατέρα τους. Αὐτὸς μετὰ τὴν ἄφιξι τοῦ διαδόχου του, ἀπεχαιρέτησε συγκινητικώτατα τὸ ποίμνιό του καὶ ἀνεχώρησε, γιὰ τὴν ἰδιαίτερή του πατρίδα, τὴν Ζάκυνθο.

Οἱ Ζακύνθιοι τὸν δέχθηκαν μὲ ἐνθουσιασμό. Ἤθελε καὶ ἐδῶ ὁ Διονύσιος νὰ δουλέψῃ, γιὰ τὸ καλὸ τῶν πατριωτῶν του. Ἐφοδιάσθηκε μὲ γράμμα ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱερεμία καὶ διωρίσθηκε χωρεπίσκοπος καὶ πρόεδρος Ζακύνθου. Χειροτονοῦσε κληρικούς, διότι δὲν εἶχαν χρήματα νὰ πηγαίνουν στὸν ἐπίσκοπο Κεφαλληνίας νὰ χειροτονηθοῦν. Χοροστατοῦσε σὲ κηδεῖες, γιορτὲς καὶ λειτουργίες.

Ἡ εὐγενικὴ ὅμως χειρονομία τοῦ Ἁγίου ἔθιξε τὰ συμφέροντά του τότε ἐπισκόπου Κεφαλληνίας. Ὁμάδα ἀπὸ Κεφαλλῆνες πῆγε στὴ Βενετία, ὅπου κατηγόρησε τὸν Διονύσιο, ὅτι τάχα ἀναμιγνύεται σὲ ξένη δικαιοδοσία. Γιὰ τὶς διαμαρτυρίες αὐτὲς ὁ ἡγεμὼν τῆς Βενετίας, Νικόλαος Δαπόντε διέταξε τὸ 1581 τὸν προβλεπτὴν Ζακύνθου, Κονταρίνην, ὅπως «ὁ σεβ. Διονύσιος Σιγοῦρος παραιτηθῇ πάσης Ἐκκλησιαστικῆς πράξεως, ὑπαγομένης εἰς τὴν δικαιοδοσίαν Κεφαλληνίας – Ζακύνθου, ἀποδίδων τῷ αὐτῷ ἐπισκόπῳ… καὶ τὰ ὅσα… τῆς δικαιοδοσίας του εἶχεν ἰδιοποιηθῆ».

Ὁ Διονύσιος, παρ᾿ ὅτι ἦταν διωρισμένος ἀπὸ τὸν Πατριάρχην, ἐδήλωσε, ὅτι παραιτεῖται. Ἔτσι ἀπεφεύχθησαν τὰ σκάνδαλα καὶ οἱ φιλονικεῖες.

Τὸν ἄλλο χρόνο ἐξελέγη ἐφημέριος τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου. Οἱ Ζακύνθιοι τὸν ἐσέβοντο καὶ τὸν ἀποκαλοῦσαν «πρόεδρο Ζακύνθου».

Ἡ ἀφωρισμένη

Ὁ Ἅγιος βρισκόταν στὴν πόλι Ζακύνθου ὅταν ἔτυχε ν᾿ ἀνοίξουν ἕνα τάφο στὸν Ἱ. Ναὸ Ἁγίου Νικολάου τῶν Ξένων. Ἐλέγετο ἔτσι ὁ ναὸς διότι ἐκεῖ ἐνεταφιάζοντο οἱ ξένοι. Ὁ ναὸς αὐτὸς εἶναι καὶ ἡ Μητρόπολις τῆς Ζακύνθου. Στὸν τάφο αὐτὸν ἐπρόκειτο νὰ ἐνταφιάσουν ἄλλο λείψανο. Μέσα στὸν τάφο βρῆκαν τὸ σῶμα μίας γυναικὸς ἀδιάλυτο. Αὐτὴ παρ᾿ ὅτι εἶχε πολὺ καιρὸ πεθάνει, ἔμεινε ἄλυωτη διότι ἦταν ἀφωρισμένη. Οἱ συγγενεῖς της παρεκάλεσαν μὲ δάκρυα τὸν Ἅγιο νὰ κάμῃ δέησι, νὰ διαβάσῃ συγχωρητικὴ εὐχὴ καὶ νὰ λυθῇ ἔτσι τὸ σῶμα.

Ὁ Ἅγιος λυπήθηκε τοὺς δυστυχισμένους ἀνθρώπους. Τὰ βαθειὰ μεσάνυχτα μὲ τὸν διάκονό του καὶ τὸν ἐφημέριο τοῦ Ναοῦ καὶ παρεκάλεσε νὰ βάλουν τὸ πτῶμα σ᾿ ἕνα στασίδι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐφόρεσε τὸ ἐπιτραχήλι, καὶ τὸ ὠμοφόριόν του. Προσευχόταν ἀρκετὴ ὥρα μὲ δάκρυα. Παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ λύσῃ τὸ δεμένο ἀπὸ τὸν ἀφορισμὸ σῶμα. Ἐνῶ ἀκόμη, ἐδιάβαζε τὴ συγχωρητικὴ εὐχὴ τὸ σῶμα σωριάστηκε χάμω καὶ διελύθη «εἰς τὰ ἓξ ὧν συνετέθη» σὲ χῶμα καὶ κόκκαλα. Τότε ἐπετίμησε αὐστηρὰ τὸν ἐφημέριο καὶ τὸν διάκονο, ἐφ᾿ ὅσον ζῇ, νὰ μὴ τὸ ποῦν αὐτό σε κανένα. Παρόμοιο θαῦμα ἔγινε καὶ στὸ χωριὸ Καταστάριον.

Ἔπειτα ἀπεσύρθη στὸ Μοναστήρι τῆς Ἀναφωνήτριας. Συχνὰ ἐρχότανε στὴν πόλι καὶ σπάνια στὶς Στροφάδες. Στὸ Μοναστήρι βοηθοῦσε τὰ ἄπορα παιδιὰ νὰ μάθουν γράμματα καὶ τὰ καθοδηγοῦσε στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Ἔζησε μὲ ὁσιότητα καὶ ἀρετή, σφυρηλατώντας μὲ τοὺς ἀγῶνες τοῦ τὸν φωτοστέφανο τῆς ἁγιότητος, μὲ τὸν ὁποῖον τὸν ἐστόλισε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Ἔκρυψε τὸν φονιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του

Ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ ἀρχειοφυλάκιον τῆς Βενετίας, ὑπῆρχε θανάσιμη ἔχθρα μεταξὺ τῶν οἰκογενειῶν Μονδίνων καὶ Σιγούρων. Ὁ Ἅγιος προσπάθησε νὰ τοὺς συμφιλιώσῃ, ἀλλὰ ματαίως. Ἀντιθέτως δημιουργήθηκαν φόνοι, διότι διηρέθησαν σὲ δύο παρατάξεις οἱ κάτοικοι. Σὲ μία ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς συμπλοκὲς ἐφόνευσαν τὸν ἀδελφόν του Ἁγίου, Κωνσταντῖνον.

Ὁ φονιὰς τρέχει, διωκόμενος ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς καὶ τὴν ἀστυνομία. Ζητεῖ καταφύγιο σὲ ἐρήμους τόπους. Καταλήγει στὸ Μοναστήρι τῆς Ἀναφωνήτριας, ζητώντας ἄσυλο. Βέβαια δὲν ἤξερε, ὅτι ὁ Ἡγούμενος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ θύματος. Ἐδῶ ζήτησε καταφύγιο.

Ὁ Ἅγιος εἶδε τόσο φοβισμένο τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἐρώτησε τί ἔχει. Ἐκεῖνος ὠμολόγησε, ὅτι καταδιώκεται ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς τοῦ Σιγούρου, τὸν ὁποῖον ἐφόνευσε. Ὁ Διονύσιος, σὰν ἄνθρωπος καὶ ἀδελφὸς λυπήθηκε πολύ. Πειράχθηκε ἀφάνταστα, διότι ἦταν ὁ μόνος ἀδελφὸς ποὺ εἶχε. Ἐλᾶτε στὴ θέσι του. Ἀλλὰ χωρὶς νὰ φανερώσει τὴν ταυτότητά του τὸν ἐρώτησε μὲ παράπονο:

- Ἄνθρωπε, σὲ τί σοῦ ἔφταιξε ἐκεῖνος ὁ καλὸς ἄρχοντας καὶ τὸν θανάτωσες ἄδικα;

Παρ᾿ ὅτι πληγώθηκε ἡ καρδιά του, τοῦ πρόσφερε φαγητό, νερὸ καὶ τὸν συμβούλεψε. Προσπάθησε νὰ τὸν κάμῃ νὰ μετανοήσῃ γιὰ νὰ γλυτώσῃ τὴν αἰώνια Κόλασι.

Σ᾿ ὅλη του δὲ τὴ μετέπειτα ζωὴ προσπάθησε ὁ φονιὰς διὰ τῆς μετανοίας νὰ ἐξιλεωθῇ. Ἀκολούθως τὸν ἔβγαλε στὸ γιαλό, κάτω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι. Τοῦ ἔδωσε τὰ ἀπαραίτητα ἐφόδια, χρήματα καὶ τροφές, γιὰ τὸ ταξίδι, τὸν ἔβαλε μέσα σ᾿ ἕνα πλοῖο καὶ τὸν ἐφυγάδευσε πρὸς τὴν Πελοπόννησο.

Πόση μεγάλη ἀνεξικακία εἶχε, γιὰ νὰ φερθῇ ἔτσι στὸ φονιὰ τοῦ ἀγαπημένου καὶ μόνου ἀδελφοῦ του!

Γιὰ τὴ ζωή του στὸ Μοναστήρι γράφει ὁ βιογράφος του τὰ ἑξῆς:

«Καθὼς λοιπὸν ἀνέβη μὲ τὸ σῶμα ὑψηλὰ ὁ Διονύσιος, πορευόμενος εἰς τὰ ὑψίβατα ἐκεῖνα ὄρη, τοιουτοτρόπως ὕψωσε καὶ τὸν νοῦν, ὅλως διόλου εἰς τὰ οὐράνια. Δὲν ἐφαντάζετο τίποτε ἄλλο, εἰμὴ μόνον τὸ ἀσύγκριτον κάλλος τῆς Τρισυλίου Θεότητος. Καὶ τόσον ἐλέπτυνε τὴν ψυχήν του μὲ τὰς νοερὰς θεωρίας, ὥστε δύναμαι νὰ εἴπω, ὅτι ἔγινε ὅλος οὐράνιος. Ἀφήνω διηγούμενος τὰς παθοκτόνους νηστείας, τὰς νυχθημέρους προσευχάς, τὰς χαλεπὰς καὶ σωματοτιμωρητικὰς χαμευνίας… Δὲν λέγω τὴν ἀσχόλαστον ἐλεημοσύνην, διὰ τῆς ὁποίας ἐφαίνετο μία βρύσις ἀέναος, ποτίζουσα δαψιλῶς τοὺς διψασμένους πένητας, ἔχων τὴν συνήθειαν κάθε χρόνον, πρὸς τὸ Ἅγιον Πάσχα, νὰ στέλλῃ μίαν μεγάλην λέμβον τοῦ Μοναστηρίου εἰς τὴν πόλιν, φορτωμένην ἀπὸ σιτάρι, ὄσπρια, ἀρνία, ἐρίφια καὶ ἄλλα βρώσιμα, νὰ τὰ διαμοιράζουν εἰς τοὺς πτωχοὺς κυρίως, κατὰ τὴν παραγγελίαν του».

Ἡ κοίμησί του

Ἡ ζωὴ τοῦ Ἁγίου ἔτσι συνέχισε μέχρι τέλους. Σὲ βαθειὰ γεράματα αἰσθάνθηκε τὸν ἑαυτόν του, ὅτι ἐπλησίαζε ὁ καιρὸς νὰ ἀπέλθῃ. Ἐφανέρωσε τοῦτα στὰ πνευματικά του παιδιά, τὰ ὁποῖα θρηνοῦσαν τὴν στέρησι τοῦ Γέροντά τους. Ἔτσι δεόντως, προετοιμασμένος, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὰ χέρια τοῦ Πλάστου, τὴν 17ην Δεκεμβρίου 1622, εἰς ἡλικίαν 75 ἐτῶν. Ὅλη τὴν περιουσία του τὴν ἄφησε στὸ μοναστήρι.

Τελευταία του ἐπιθυμία ἦταν νὰ τὸν ἐνταφιάσουν στὸν Ἱ. Ναὸ Ἄγ. Γεωργίου Στροφάδων, ὅπου ἔγινε μοναχός. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Μετὰ τριετίαν ἐπραγματοποιήθη ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν του λειψάνων. Εὑρέθη ὁλόσωμος καὶ μὲ εὐωδίαν. Γι᾿ αὐτὸ τὸ ἐναπέθεσαν στὸν νάρθηκα τοῦ ναοῦ καὶ ὕστερα ὄρθιον στὸ δεσποτικό. Ὁ Ἱστορικὸς Φερράρι, στὸ ἔργο του «Ἱστορικαὶ σημειώσεις», ἀναφέρει, ὅτι διελθὼν ἐκ τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ «εἶδε τὸ ἅγιον λείψανον ἐπὶ τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου ἀκέραιον, ἐκτὸς δύο ὀδόντων καὶ τοῦ ἄκρου τῆς ρινός».

Ἀνακηρύσσεται Ἅγιος

Τὰ θαύματα, ποὺ ἐπιτέλεσε ὁ ἅγιος ζωντανὸς καὶ μετὰ θάνατον εἶναι πολλά. Ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια, μετὰ τὸν θάνατόν του, εἶχεν ἐπιβληθῆ στὴ συνείδησι τῶν Χριστιανῶν ὡς ἅγιος. Χωρὶς ἐπισήμως νὰ τὸν ἔχῃ ἀνακηρύξει ἡ Ἐκκλησία, οἱ πιστοὶ τὸν ἐσέβοντο καὶ τὸν τιμοῦσαν ὡς Ἅγιον. Συνέβη κάτι παρόμοιο καὶ μὲ τὸν νεοφανέντα Ἅγιο Νεκτάριο.

Τὸ 1703 οἱ μοναχοὶ τῶν Στροφάδων ἀποστέλλουν ἐπιτροπὴ μὲ δύο πατέρες τῆς Μονῆς στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἔφεραν μαζύ τους καὶ πολυσέλιδη ἀναφορὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ζακύνθου – Κεφαλληνίας, εἰς τὴν ὁποίαν ἐξετίθεντο λεπτομερῶς τὰ τῆς ζωῆς καὶ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου. Τὴν ἀναφορὰν ὑπέγραψε ὁ ἐπίσκοπος Τιμόθεος καὶ ὁ ἡγούμενος τῶν Στροφάδων, Ἄνθιμος Κοριανίτης. Μὲ αὐτὴ ἐπρότειναν τὴν ἀνακήρυξι τοῦ Διονυσίου σὲ ἅγιο.

Πράγματι, ὁ Πατριάρχης ἐξέδωκε ἕνα ἐκτενῆ συνοδικὸν τόμον, ὁ ὁποῖος ἐχωρίζετο σὲ τρία μέρη. Στὸ πρῶτο μέρος ἐκτίθεται ἡ ὑποχρέωσις τῆς Ἐκκλησίας νὰ τὸν τιμᾶ ὡς Ἅγιο. Εἰς τὸ δεύτερο μέρος ἐκτίθεται ὁ βίος τοῦ ἁγίου. Εἰς δὲ τὸ τρίτον μέρος καθορίζεται ἡ ἁγιωνυμία καὶ ἡ ἑορτὴ ἐπὶ τῇ μνήμῃ τοῦ Ἁγίου εἰς τὴν Μονὴν Μεταμορφώσεως στὶς Στροφάδες. Ὁ τόμος φέρει χρονολογίαν 1703 καὶ ἔχει τὴν ὑπογραφὴν δέκα συνοδικῶν.

Μετάθεσι τοῦ ἱεροῦ λειψάνου στὴ Ζάκυνθο

Μετὰ τὸν πόλεμο ποὺ ἔγινε μεταξὺ τῶν Τούρκων καὶ τῶν Βενετῶν τὸ 1716, ὁ Τοῦρκος ναύαρχος Χοτζᾶ Πασᾶς ἀπείλησε τὴ Ζάκυνθο, ὅτι θὰ τὴν κατέστρεφε ἂν δὲν ὑπετάσσετο στὸ Σουλτάνο. Οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς ἔκρυψαν τὰ πολύτιμα κειμήλια καὶ τὸ Ἱ. Λείψανο μέσα σὲ μία σπηλιά, ἐπειδὴ φοβήθηκαν, μήπως λεηλατηθῇ καὶ τὸ Μοναστήρι. Εὐτυχῶς οἱ Τοῦρκοι νικήθηκαν καὶ ἔφυγαν. Μία ὅμως μοίρα ἀπὸ ἑπτὰ πλοῖα ἦλθαν στὸ Μοναστήρι καὶ τὸ λεηλατοῦσαν ἐπὶ τέσσαρες ἡμέρες.

Πολλοὺς μοναχοὺς ἐφόνευσαν καὶ τέλος ἔκαψαν τὰ σώματά τους. Τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου δὲν τὸ ἐπείραξαν, παρὰ μόνον τέσσερις χριστιανοὶ τοῦ πληρώματος τοῦ ἔκοψαν τὰ δύο χέρια καὶ τὰ ἐτεμάχισαν σὲ τέσσερα μέρη. Ὁ ἀρχηγὸς σκέφθηκε, ὅτι τὰ χέρια αὐτὰ θὰ εἶχαν ἀξία. Τὰ πῆρε ἀπὸ ἐκείνους καὶ τὰ ἐπώλησε τὸ μὲν ἕνα στὸν ἐπίσκοπο Χίου Ἀγαθάγγελο, τὸ δὲ ἄλλο σὲ ἕνα εὐσεβῆ μοναχὸ Ἀκάκιο. Αὐτοὶ ἀργότερα τὰ ἐπέστρεψαν στὶς Στροφάδες. Τὸ ἀριστερὸ χέρι εὑρίσκεται στὴ Μονὴ τῆς παναχράντου στὴν Ἄνδρο.

Μετὰ τὴ λεηλασία πέντε μοναχοὶ ἐπεβιβάσθησαν τοῦ Δαλματικοῦ πλοίου «Ἅγιος Ἀντώνιος» καὶ μὲ τὸ Ἱ. λείψανο ἦλθαν στὴ Ζάκυνθο τὴν 22αν Αὐγούστου τοῦ 1717. Τὸ σκήνωμα ἐναπετέθη στὸν ἐπισκοπικὸ Ναό. Ἀπὸ τότε ἡ κοινότης τῆς Ζακύνθου ἐνεκήρυξε τὸν Ἅγιο Πολιοῦχον τοῦ νησιοῦ, ἀντὶ τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ποὺ εἶχαν προηγουμένως. Τὴν 24ην Αὐγούστου ὥρισε ὡς ἐπέτειον τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου. Ἡ λιτανεία τῆς ἰδίας ἡμέρας καθιερώθηκε ἀργότερα κατὰ τὸ 1901, ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Ζακύνθου Διονυσίου Πλέσα.


Θαύματα μετὰ τὴν κοίμησι

Ἀπὸ τότε ποὺ ἐκοιμήθη ὁ Ἅγιος μέχρι σήμερα ἐπετέλεσε ἀναρίθμητα θαύματα. Ἀνθρώπινες πονεμένες ὑπάρξεις ἔρχονται μπροστὰ στὸ σκήνωμα τοῦ Ἁγίου καὶ τὸν παρακαλοῦν νὰ τοὺς κάνῃ καλά. Ξέρουν τὴν παρρησία, ποὺ ἔχει στὸ Θεό. Γι᾿ αὐτὸ μὲ ἐπιμονὴ καὶ πίστη στὴν Παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ ζητοῦν τὴν γιατρειά τους.


Τὸ λάδι τῆς κανδήλας τοῦ Ἁγίου

Στὸ Μοναστήρι ἔτυχε νὰ εἶναι κάποιος ξένος δαιμονιζόμενος. Βλέποντας οἱ Πατέρες τὸν ἄνθρωπο νὰ βασανίζεται ἀπὸ τὸ πονηρὸ πνεῦμα, πῆραν λάδι ἀπὸ τὴν κανδήλα τοῦ Ἁγίου. Τὸν ἔχρισαν μὲ αὐτὸ καὶ διάβασαν τοὺς ἐξορκισμοὺς τοῦ Μ. Βασιλείου. Ὕστερα ἀπὸ λίγο ὁ ἄνθρωπος ἔγινε καλὰ καὶ ἐπέστρεψε στὸ σπίτι του. Ἐδόξαζε τὸ Θεὸ καὶ εὐχαριστοῦσε τὸν Ἅγιο ποὺ τὸν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ φοβερὸ δαιμόνιο.


Ξαναμπαίνει μόνος του στὴ λάρνακα

Στὸ Μοναστήρι ἦταν Ἡγούμενος ὁ Δανιήλ. Ἦταν καλὸς καὶ σεμνός. Ἀργότερα ἔγινε καὶ ἐπίσκοπός της περιοχῆς. Αὐτὸν τὸν ἐβασάνιζε κάποια ἀμφιβολία σχετικὰ μὲ τὴν ἁγιότητα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου. Ἔλεγε πολλὲς φορὲς μὲ τὸ μυαλό του:

- Ἄραγε ὁ Διονύσιος νὰ εὑρίσκεται στὸ χορὸ τῶν Ἁγίων, ὅπως ἐμεῖς τὸν τιμοῦμε ἢ ὄχι;

Αὐτὴ ἡ σκέψη, εἴπαμε τὸν βασάνιζε πολύ. Μία μέρα ὅμως στὸν ὕπνο τοῦ βλέπει τὸν ἐκκλησιάρχη νὰ τοῦ χτυπᾶ τὴν πόρτα καὶ νὰ ζητᾶ τὴν εὐλογία του, γιὰ νὰ σημάνῃ τὸν Ὄρθρο. Μετὰ ἀπὸ ὀλίγη ὥρα ξύπνησε καὶ νόμισε, ὅτι πραγματικὰ εἶχε δώσει τὴν ἄδεια νὰ σημάνῃ. Κατηγοροῦσε δὲ τὸν ἑαυτό του, γιατὶ τὸν πῆρε ὁ ὕπνος καὶ ἄργησε νὰ πάῃ στὸν Ὄρθρο.

Ντύνεται βιαστικὰ καὶ κατεβαίνει στὴν Ἐκκλησία. Μόλις ὅμως ἔφθασε ἀπέναντι ἀπὸ τὴ λάρνακα, βλέπει ὄρθιο τὸν Ἅγιο ἐν μέσῳ δύο ἱερέων λευκοφορεμένων καὶ δύο ἱεροδιακόνων. Τὰ χέρια του ὁ Ἅγιος τὰ εἶχε ἀκουμπισμένα πάνω στοὺς ὤμους τους. Οἱ διάκονοι ἕντυναν τὸν Ἅγιο μὲ τὴν ἀρχιερατικήν του στολήν. Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς λέγει στὸν Ἡγούμενο:

Πείσθηκες τώρα ἢ ἀκόμα ἀμφιβάλλεις;

Ταράχθηκε ὁ Ἡγούμενος ἀπὸ τὸ ὅραμα, φοβήθηκε καὶ βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὸ Ναό.

Μετάνοιωσε ὅμως καὶ ξαναγύρισε νὰ ἰδῇ, ἂν πραγματικὰ τοῦτο ἦταν ἀληθινό. Στὴν πόρτα φθάνοντας, βλέπει τὸν Ἅγιο νὰ σύρεται μόνος του καὶ νὰ μπαίνει στὴν ἴδια τὴ λάρνακα.

Τρομαγμένος γυρίζει στὸ κελλί του καὶ ἀναφέρει τοῦτο στοὺς πατέρες. Ὅλοι ἐδόξασαν τὸν Θεὸν καὶ στερεώθηκαν στὴν πίστη, ὅτι ὁ Ἅγιος συνευφραίνεται μὲ τοὺς λοιποὺς Ἁγίους στὸν Οὐρανό. Ζητώντας κατόπιν συγνώμη γιὰ τὴν ὀλιγοπιστία του ὁ Ἡγούμενος, ἔγινε στὸ ἑξῆς θερμότατος κήρυκας τῆς ἁγιότητος καὶ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου Διονυσίου.


Ἀνέστησε τὸ νεκρὸ παιδί

Κάποιο ἀνδρόγυνο ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο εἶχε παντρευτεῖ πρὸ δέκα ἐτῶν καὶ δὲν εἶχαν ἀποκτήσει παιδί. Γι᾿ αὐτὸ παρεκάλεσαν τὸν Ἅγιον νὰ τοὺς δώσῃ παιδί, μὲ τὴν ὑπόσχεση νὰ τὸ βαφτίσουν στὴν Ἐκκλησία του, στὴ Ζάκυνθο. Τότε δὲ εἶδε στὸ ὄνειρό της ἡ γυναίκα τὸν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος τῆς εἶπε:

- Τί θέλεις ἀπὸ μένα; Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή σου καὶ αὐτὸ ποὺ ποθεῖς θὰ σοῦ δοθῇ γρήγορα.

Πράγματι, ἡ γυναίκα ἀπέκτησε ἕνα γυιὸ χαριτωμένον. Μὲ αὐτὸ οἱ γονεῖς ἔγιναν πολὺ εὐτυχισμένοι καὶ ὅλοι οἱ συγγενεῖς τους ἐδόξασαν τὸν Θεὸν καὶ τὸν Ἅγιον Διονύσιον.

Ἔπειτα ὅμως ἀπὸ πέντε μῆνες ἀπὸ τὴ γέννησι τοῦ παιδιοῦ, ἐτοιμάσθησαν νὰ πᾶνε στὴ Ζάκυνθο, γιὰ νὰ κάνουν τὸ τάμα τους. Ἀλλὰ δυστυχῶς ὁ ἄνεμος ἦταν ἀντίθετος καὶ τὸ πλοῖον ἐμποδίστηκε νὰ ἀναχωρήσῃ. Ἐν τῷ μεταξὺ ὅμως ἀρρώστησε βαρειὰ τὸ παιδί τους. Ἂλλ᾿ αὐτὸ δὲν τοὺς ἐσταμάτησε καὶ ἀνεχώρησαν, μόλις σταμάτησε ἡ κακοκαιρία. Ἀλλὰ δυστυχῶς, ὅταν ἦσαν λίγο μακρυὰ ἀπὸ τὴ Ζάκυνθο ἕως τρία μίλια, τὸ ἀγαπημένο τους παιδὶ ἀπέθανε. Μπορεῖ νὰ φαντασθῇ κάθε ἕνας τὰ κλάματα καὶ τὰ δάκρυα ποὺ ἔχυσαν οἱ δυστυχεῖς αὐτοὶ γονεῖς. Ὁ δὲ ἀέρας ἀντηχοῦσε ἀπὸ τὶς πένθιμες φωνές τους.

Ἐπὶ τέλους ἀγκυροβόλησε τὸ πλοῖο στὸ λιμάνι κατὰ τὸ ἀπόγευμα. Τὴν ἑπομένη δὲ ἡμέρα τὸ πρωί, παρ᾿ ὅλον ποὺ ἦσαν ἀποθαμένο τὸ παιδί τους, θέλησαν νὰ τὸ προσφέρουν στὸν Ἅγιο οἱ ἀγαθοὶ καὶ ἀτυχεῖς ἐκεῖνοι γονεῖς.

Ἐπῆγαν, λοιπόν, τὸ ἀποθαμένο παιδί τους στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου, ἀκολουθούμενοι ἀπὸ πολλοὺς χριστιανούς. Ἀπέθεσαν τὸ πτῶμα του κοντὰ στὴν Λάρνακα τοῦ Ἁγίου. Ἔκλαιγαν καὶ ἔλεγαν:

- Ἅγιε Διονύσιε, ἐχάσαμε τὸ παιδί μας ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας. Ἀλλὰ τὸ φέραμε, ἔστω καὶ νεκρὸ σὲ σένα. Τότε ξαφνικά, ὢ τοῦ θαύματος! τὸ παιδάκι ἄνοιξε τὰ μάτια του, ἔκλαιγε καὶ ζητοῦσε τὴ μητέρα του! Μόλις εἶδαν τὸ θαῦμα ὅλοι, ὅσοι ἦσαν ἐκεῖ, γονάτισαν καὶ ἐφώναζαν τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ἡ λυπημένη μητέρα του, βλέποντας τὸ παιδί της ξαναζωντανεμένο, ἐνῶ ἐπὶ δεκαοκτὼ ὧρες ἦταν νεκρό, λιποθύμησε καὶ ἔμεινε σὰν νεκρή. Ἔπειτα, μόλις συνῆλθε, τὸ ἐπῆρε στὴν ἀγκαλιά της. Κατόπιν τὸ ἐβάπτισε καὶ τὸ ὠνόμασε Διονύσιο. Ἔπειτα ἔφυγαν εὐχαριστημένοι καὶ χαρούμενοι οἱ εὐλαβεῖς ἐκεῖνοι γονεῖς. Ἐδόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ ἐκήρυτταν παντοῦ αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ θαῦμα. Εὐγνωμονώντας δὲ ὁ Διονύσιος δὲν ἔλειπε ποτὲ στὴ γιορτὴ τοῦ Ἁγίου, ὅπου ἔφερνε σὰν τάμα τὸ κερί του καὶ τὸ λιβάνι του.


Ἐμπόδισε τὴ δέηση γιὰ τὸν προτεστάντη

Τὸ 1820 στὶς 17 Δεκεμβρίου, ἐγίνετο ἡ περιφορὰ τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου μέσα στὴν πόλιν τῆς Ζακύνθου. Ἔπρεπε νὰ περάσῃ κοντὰ ἀπὸ τὴν πλατεία τῶν Ἁγίων Πάντων, ὅπου ὑπῆρχε τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἄγγλου ἀρμοστοῦ Θωμᾶ Μέλταν. Θὰ ἐγίνοντο τὰ ἀποκαλυπτήρια. Ἐπρόκειτο ἐκεῖ γι᾿ αὐτὸν τὸν Προτεστάντη, τὸν αἱρετικό, νὰ γίνῃ προσευχὴ καὶ δέησις. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἐπιτρέπεται. Ὁ Ἅγιος ἔκαμε τὸ θαῦμα του καὶ δὲν ἔγινε ἡ προσευχή. Διότι τὴ νύχτα ἔγινε μεγάλος σεισμὸς καὶ τὸ πρωὶ ἔπεσε μεγάλο χαλάζι καὶ φοβερὴ βροχή, ποὺ ἐμποδίζανε νὰ γίνη ἡ τελετή. Τότε ἀναγκάσθηκαν νὰ φέρουν καὶ νὰ θέσουν τὸ Ἅγιο Λείψανο στὴν Ἐκκλησία τῆς Φανερωμένης. Κατὰ τὴν περίοδον αὐτὴν ἀντιπρόσωπος τῆς Ἀγγλίας ἦτο ὁ συνταγματάρχης Ρός. Τὸν συνόδευε δὲ καὶ κάποιος Ἄγγλος ναύαρχος. Ἐπῆγε ὁ Ρὸς στὴν Ἐκκλησία τῆς Φανερωμένης καὶ διέταξε νὰ μὴ μείνῃ κανεὶς μέσα παρὰ μόνο ἐκεῖνος, ὁ ναύαρχος καὶ οἱ ἐπίτροποι. Ἔκαμε τὴν προσευχή του γονατιστὸς καὶ μὲ μεγάλην συγκίνηση ἔβαλε στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου Λειψάνου τὸ χρυσὸ ἐγκόλπιο, τὸ ὁποῖον τοῦ εἶχαν δώσει οἱ κάτοικοι τῆς Λευκάδος γιὰ τὴν καλήν του διοίκησιν καὶ γιὰ τὰ καλὰ ποὺ ἔκαμε. Ὑπάρχει ἀκόμη καὶ σήμερα αὐτὸ ἐπάνω εἰς τὸ Ἅγιο Λείψανο, ὡς ἀπόδειξις γιὰ τὸ θαῦμα, ποὺ ἔγινε.


Βλέπει ὁ τυφλὸς τσαγκάρης

Ἕνας τσαγκάρης ὀνομαζόμενος Παναγιώτης Καλουντζόπουλος, ἀπὸ τὴν Ζάκυνθο, ἔτρεφε τὴν οἰκογένειά του μὲ τὸν ἱδρώτα τοῦ προσώπου του. Ἔμεινε δὲ ἐντελῶς ἀόμματος. Ἡ γυναίκα του ὅμως τοῦ εἶπε νὰ παρακαλέσῃ τὸν Ἅγιο, γιὰ νὰ μπορέσῃ νὰ ξαναδῇ. Τότε, αὐτὸς ἔβαλε στὰ χέρια του τὴν Εἰκόνα τοῦ Ἁγίου καὶ τὴν φιλοῦσε μὲ στεναγμοὺς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του καὶ τοῦ ζητοῦσε τὴν βοήθειά του.

Τὴν 14ην ὅμως τοῦ μηνὸς Δεκεμβρίου βλέπει στὸ ὄνειρό του τὸν Ἅγιον, σὰν Δεσπότην, ντυμένο μὲ τὸν ἐπανωμανδύαν του. Ὁ Δεσπότης τὸν ἐπλησίασε, τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸ δεξὶ χέρι καὶ τοῦ λέγει:

- «Κουράγιο παιδί μου. Νὰ πιστεύῃς στὸ Θεὸ καὶ σὲ τρεῖς μέρες θὰ ἔχεις τὸ φῶς σου καὶ θὰ γίνῃς καλά, ἀλλὰ νὰ μὴ τὸ φανερώσῃς αὐτό σε κανένα, ἕως ὅτου γίνῃς ἐντελῶς καλά». Μόλις τοῦ εἶπε αὐτὰ ἔγινε ἄφαντος.

Ὅταν ξύπνησε ὁ τυφλὸς Παναγιώτης διηγήθηκε τὸ ὄνειρο στὴν γυναίκα του, μὲ τὴν διαφορὰν ὅμως νὰ μὴ τὸ πῇ σὲ κανένα. Ἐζήτησε κατόπιν τὴν Εἰκόνα τοῦ Δεσπότου Αἰγίνης Διονυσίου καὶ τὴν ἀσπάσθηκε μὲ μεγάλο σεβασμό. Στὸν ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου, μόλις ἄκουσε τὸν πρῶτον κανονιοβολισμόν, θυμήθηκε τὸ ὄνειρο, ποὺ εἶδε. Γονάτισε πάνω στὸ στρῶμα του μὲ τὴν βοήθειαν τῆς γυναίκας τοῦ παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα τὸν Ἅγιον. Ἔγινε τότε τὸ θαῦμα καὶ εἶδε ὀλίγον:

Τὴν ἄλλην ἡμέραν τὸ πρωί, τὴν δεκάτην ἑβδόμην του μηνὸς Δεκεμβρίου, γιορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου καὶ γίνεται ἡ Λιτανεία τοῦ ἁγίου Λειψάνου στὴν πόλι τῆς Ζακύνθου. Ὅταν περνοῦσε τὸ Ἅγιον Λείψανον κάτω ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀρρώστου, σηκώθηκε αὐτὸς ἀπὸ τὸ κρεβάτι βοηθούμενος καὶ ἀπὸ τὴ γυναίκα του. Τότε καὶ οἱ δύο ἐγονάτισαν καὶ ἔκαμαν θερμὴ προσευχὴ στὸν Ἅγιον. Καί, ὤ! τοῦ παραδόξου θαύματος! Δὲν εἶχε προχωρήσει οὔτε τριάντα βήματα ἡ Λιτανεία καὶ ὁ τυφλὸς εἶδε πλέον καλὰ καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεὸν καὶ τὸν Ἅγιον Διονύσιον, ποὺ τὸν ἔκαμε καλά.


Ἀνοίγει ἡ λάρνακα μόνη της γιὰ νὰ προσκυνήσουν οἱ ναυαγοί

Μία μέρα ἦταν κάποιο πλοῖο ἔξω ἀπὸ τὸ νησὶ τῆς Ζακύνθου καὶ ἐκινδύνευε νὰ βυθισθῇ ἀπὸ τὴν μεγάλην τρικυμίαν. Τρεῖς ἀπὸ τοὺς ναῦτες ρίχτηκαν μὲ ὁρμὴ μέσα στὰ κύματα καὶ παρεκάλεσαν νὰ τοὺς βοηθήσῃ ὁ Ἅγιος Διονύσιος. Πραγματικὰ τότε ὁ Ἅγιος φανερώθηκε σ᾿ αὐτούς, ἡσύχασε τὴν δύναμιν τῶν κυμάτων καὶ τοὺς ἐπῆγε κολυμβώντας στὴ Ζάκυνθο. Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸ τὸ θαῦμα ἀμέσως, παρ᾿ ὅλο ποὺ ἦταν βρεγμένοι καὶ κουρασμένοι, πήγανε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου, διὰ νὰ εὐχαριστήσουν τὸν Ἅγιο, ποὺ τοὺς ἔσωσε.

Ζήτησαν ἐκεῖ νὰ ἀνοίξουν τὴν ἱερὴ Λάρνακα, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸ Ἅγιο Λείψανο. Ἤθελαν νὰ βρέξουν μὲ τὰ δάκρυά τους ἀπὸ εὐγνωμοσύνη τὰ πόδια τοῦ Ἁγίου. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἔλειπε ὁ ἐφημέριος, ποὺ κρατοῦσε τὰ κλειδιὰ τῆς λάρνακας καὶ θὰ ἔφευγαν χωρὶς νὰ προσκυνήσουν. Τότε ἀκούγεται ἕνα τρίξιμο καί, ὢ τοῦ θαύματος! ἄνοιξε ἡ ἱερὰ Λάρναξ αὐτομάτως. Μπροστὰ στὸ θαῦμα αὐτὸ ὅλοι ποὺ ἦσαν ἐκεῖ, οἱ Ὀρθόδοξοι ἔμειναν κατάπληκτοι. Οἱ ναῦτες ἐφίλησαν τὰ πόδια τοῦ Ἁγίου μὲ μεγάλην κατάνυξιν καὶ κατόπιν ἔκλεισε πάλιν ἡ Λάρναξ αὐτομάτως. Βγῆκαν οἱ ναῦτες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ διαλαλοῦσαν τὸ θαῦμα αὐτό σε ὅλο τὸν κόσμο.


Ἡ τυφλὴ καὶ καμπουριασμένη

Κατὰ τὸ ἔτος 1841 ἀρρώστησε ἀπὸ βαρειὰ ἀρρώστεια τῶν ματιῶν ἡ κόρη τοῦ σπαρτιάτου Εὐστρατίου Ἰατρίδου. Ὀνομαζόταν Αἰκατερίνη καὶ ἔμενε στὴν Ζάκυνθο. Μεταχειρίσθηκε ὅλα τὰ μέσα τῆς ἰατρικῆς, ἀλλὰ δὲν εὑρῆκε καμμίαν γιατρειά. Τοὐναντίον ἐχειροτέρευσε τὸ κορίτσι αὐτὸ καὶ ἐκαμπούριασε ἕως τὰ γόνατα. Τότε ὁ πατέρας τῆς κοπέλας ἀπελπίσθηκε καὶ ἔτρεξε νὰ τὸν βοηθήσῃ ὁ Ἅγιος Διονύσιος. Κατὰ τὴν 17ην Δεκεμβρίου, τότε ποὺ γίνεται ἡ Λιτανεία τοῦ Ἁγίου Λειψάνου, τύλιξε μὲ ἕνα σεντόνι τὴν τυφλὴν κόρην του καὶ τὴν ἔφερε στὸν δρόμον ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ θὰ περνοῦσε ἡ Λιτανεία.

Γονατιστὸς ἐκεῖ, αὐτὸς παρακαλοῦσε τὸν Ἅγιον μὲ ζεστὰ δάκρυα. Πράγματι, πέρασε ἡ Λάρνακα μὲ τὸ Ἅγιο Λείψανο ἐπάνω ἀπὸ τὸ τυφλὸ κοριτσάκι. Τύλιξε κατόπιν πάλιν ὁ πατέρας του μὲ τὸ σεντόνι τὸ ἄρρωστο κορίτσι του καὶ τὸ ἔφερε στὸ σπίτι του. Τότε, ὢ τοῦ θαύματος! ξαναεῖδε τὸ φῶς της ἡ Αἰκατερίνη. Καὶ δὲν γιατρεύτηκαν μόνον τὰ μάτια της, ἀλλὰ καὶ ὅλον της τὸ σῶμα.


«Εὐλογημένε σήκω καὶ ἄνοιξε»

Κάποιος ἄλλος, ὀνόματι Ἰωάννης Μποφαρδιός, ποὺ ἦτο ἀπὸ τὸ προάστειον Πόχαλιν, εἶχε πιασθῆ καὶ ἐβαστάζετο ὄρθιος μὲ δύο δεκανίκια. Ὅταν ἦταν ἡ ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου, πῆγε μὲ δυσκολία τὸ ἀπόγευμα στὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου διὰ νὰ τὸν παρακαλέσῃ, νὰ τὸν λυπηθῆ, καὶ νὰ τὸν βοηθήση, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐχειροτέρευσε ἡ κατάστασίς του δὲν μπόρεσε νὰ ἀναχωρήσῃ καὶ ἐπῆρε τὴν ἀπόφασιν νὰ μείνη ὅλη τὴν νύκτα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου μοναχός του. Ὅταν τὴν νύχτα ἐκτύπησαν οἱ Καλόγεροι τὴν πόρτα καὶ αὐτὸς δὲν μποροῦσε νὰ σηκωθῇ νὰ ἀνοίξῃ, ἄκουσε νὰ βγαίνῃ μία παράξενη φωνὴ ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Λάρνακα καὶ νὰ τοῦ λέγῃ:

- «Εὐλογημένε, σήκω καὶ ἄνοιξε».

Τότε δυνάμωσε ὀλίγον καὶ ἀκουμπώντας στὰ στασίδια, ἄνοιξε τὴν πόρτα. Τὸ πρωὶ μετὰ τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας, ἀπεφάσισε μὲ τὴν βοήθεια τῶν δυὸ μπαστουνιῶν του νὰ γυρίσῃ στὸ σπίτι του στὴν Πόχαλιν. Πηγαίνοντας ὅμως, κατάλαβε ὅτι ἄρχισε νὰ ἀναλαμβάνῃ τὶς δυνάμεις του. Καὶ ὅταν ἔφθασε στὸ σπίτι του, ἦταν πιὰ τελείως καλά.


Ὁ σεληνιασμένος καπετάνιος

Κάποιος Νικόλαος Ντιρλῆς ποὺ ἤρχετο μὲ ἕνα μικρὸ πλοῖο στὴν Ζάκυνθο, ἔπασχε ἀπὸ σεληνιασμό. Ὅταν δὲ ἐπλησίασε τὸ πλοιάριο στὴν Ζάκυνθο καὶ ὁ ἄρρωστος εἶδε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου, τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν βοηθήσῃ νὰ γίνῃ καλὰ καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἔγινε ἀμέσως καλά.


Ὁ Ἄγγλος πλοίαρχος

Ἕνας Ἄγγλος πλοίαρχος εἶχε ἀγκυροβολήσει στὸν ὅρμον τοῦ Κεριοῦ τῆς νήσου Ζακύνθου, ἐπειδὴ ἦταν μεγάλη τρικυμία αὐτὴν τὴν ἡμέρα. Εἶδε ὅμως ἐκεῖ τὸν Νικόλαον Κουτσουκέλην, φύλακα τοῦ Ὑγειονομικοῦ νὰ προσεύχεται γονατιστός. Τὸν ἐρώτησε καὶ ἔμαθε, ὅτι προσεύχεται στὸν Ἅγιο Διονύσιο.

- «Μπορῶ, τοῦ εἶπε καὶ ἐγὼ νὰ τὸν παρακαλέσω γιὰ νὰ σωθοῦμε;».

- «Καὶ γιατί ὄχι; Τοῦ ἀπάντησε ἐκεῖνος.

Ἔβγαλε λοιπὸν τότε τὸ πηλίκιόν του ὁ Ἄγγλος πλοίαρχος καὶ παρεκάλεσε τὸν Ἅγιο. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἐκόπασε ἀμέσως ἡ τρικυμία καὶ ἔγινε γαλήνη. Ὅταν ἔφθασε στὴν Ζάκυνθο ἔκαμε δῶρο ἕνα ἀσημένιο κανδήλι. Ὁσάκις μάλιστα ἐρχόταν στὴν Ζάκυνθο, δὲν ἐξεχνοῦσε νὰ προσφέρῃ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου ἀρκετὲς λαμπάδες.


Ξυπνᾶ τὸν νεωκόρο

Τὸ 1849 ὁ νεωκόρος Ἰλαρίων Γκερπέσης τρεῖς φορὲς εἶδε στὸ ὄνειρόν του τὸν Ἅγιον. Τὴν δὲ τετάρτην φορὰν εἶδε τὸν Ἅγιον νὰ τὸν σύρῃ ἀπὸ τὸ μπράτσο του καὶ νὰ τοῦ λέγῃ:

- «Σήκω». Τότε ἐκεῖνος ξύπνησε, παίρνει τὰ κλειδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ἀνοίγει καὶ βλέπει νὰ καίγεται τὸ κουτὶ τῆς Ἐλεημοσύνης, στὸ ὁποῖον μετεδόθη ἡ φωτιὰ ἀπὸ μίαν λαμπάδα, ποὺ τὴν ἐξέχασαν ἀναμμένην. Ἔσβησε, ἀμέσως τὴ φωτιὰ καὶ εὐχαρίστησε τὸν Ἅγιο.


Τὸ καρκούνι

Κάποτε τὴν 16ην τοῦ Δεκεμβρίου ἐγίνετο ὁ Ἑσπερινός. Τὴν ὥρα ποὺ ἔλεγαν τὸ «Φῶς ἱλαρὸν» κροτοῦσαν τὰ καρκούνια. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ μπῆκε στὴν κοιλιὰ ἑνὸς παιδιοῦ, ὀνόματι Χρήστου Σεμιτέκλου, ἀπὸ τὸ Ποχάλειο. Ἔπειτα ἀπὸ εἴκοσι ἡμέρες αἰσθάνθηκε τὸ παιδὶ δυνατοὺς πόνους στὴν κοιλιά του καὶ ὢ τοῦ θαύματος, τὸ κακὸ ποὺ ἔπαθε βγῆκε ἀπὸ τὸ συνηθισμένο μέρος, διότι αὐτὸς παρακαλοῦσε πάντοτε τὸν Ἅγιον νὰ τὸν βοηθήσῃ. Δὲν ὑπῆρχαν τότε νοσοκομεῖα καὶ τὰ μέσα δι᾿ ἐγχειρήσεις καὶ κατέφυγαν μόνον στὸν Ἅγιο. Αὐτὸς ἦταν ὁ γιατρός τους σὲ κάθε ἀρρώστιά τους.


Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὑποδέχεται τὸν Ἅγιον Νεκτάριο

Ὅταν ἐπῆγε ὁ Ἅγιος Νεκτάριος στὴν Αἴγινα καὶ ἀνέβαινε τὸν ἀνήφορο, γιὰ νὰ πάῃ στὴ Μονή, ὅπου ἐγκατεστάθη ὁριστικῶς, τότε συνάντησε στὸ δρόμο τὸν Ἅγιο Διονύσιο Αἰγίνης. Αὐτός, ὡς γνωστόν, ὑπῆρξε ἄλλοτε Ἐπίσκοπος Αἰγίνης καὶ τώρα τὸ λείψανό του διατηρεῖται ἄθικτο στὴν Ζάκυνθο. Στὴν Αἴγινα σώζεται ἀκόμη τὸ ἐκκλησάκι καὶ τὸ κελί του. Σ᾿ αὐτὸ ἀσκήτευε, ὅταν ἤτανε Δεσπότης Αἰγίνης.

- Ἔλα Νεκτάριε, τοῦ εἶπε. Σὲ περιμένω. Πίσω του, ὅμως στεκόταν ἕνας στρατιωτικός. Ἐρωτᾶ ὁ Νεκτάριος τὸν Ἅγιο Διονύσιον:

- Καὶ ὁ Ἀδελφὸς ποιὸς εἶναι;

- Εἶναι ὁ Μηνᾶς, τοῦ ἀπαντᾷ. Καὶ αὐτὸς ἐδῶ μένει.

Αὐτὸ βέβαια διαδόθηκε κατόπιν παντοῦ. Ὁ δὲ Ἅγιος Νεκτάριος, ποὺ ἤτανε ξένος πρὸς τὴν Αἴγινα, ρώτησε τοὺς ντόπιους:

- Ἔχετε ἐδῶ κανένα Ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ;

- Ὄχι, Σεβασμιώτατε, τοῦ ἀπάντησαν. Μόνον ἕνα ἐρημοκκλήσι εἶναι κάπου πολὺ μακριά.

- Καὶ ποῦ εἶναι αὐτό; Τοὺς ρώτησε πάλιν.

- Εἶναι ἀπάνω ἀπὸ τὴν Ἁγία Μαρίνα καὶ κοντὰ στὸ Μεσαγρό. (Ἦταν κοντὰ στὸν ἀρχαῖον ναὸν τῆς Ἀφαίας).

Ἔπειτα ὅμως ἀπὸ δύο χρόνια, μετὰ τὴν ἐγκατάστασίν του, ἐπῆρε ὁ Ἅγιος δύο ἀδελφές, λιβάνι, κεριὰ καὶ λάδι. Καὶ ἕνα πρωὶ ξεκίνησαν μὲ ζῶα νὰ βροῦν τὸ ἄγνωστο ἐκκλησάκι. Πράγματι, τὸ βρῆκαν. Ἤτανε μικρούτσικο καὶ ἐγκαταλελειμμένο. Σ᾿ αὐτὸ κατέφυγαν ἐν καιρῷ βροχῆς καὶ κακοκαιρίας οἱ ποιμένες. Ἄναβαν ἐκεῖ φωτιά, ἔβαζαν καὶ τὰ ζῶα τους μέσα. Ὁ Ἅγιος μπῆκε στὸ Ἱερὸ καὶ προσευχήθηκε ἐπὶ πολλὴν ὥρα. Ὅταν τελείωσε καὶ βγῆκαν ἔξω ὁ Ἅγιος κοίταξε τὸν Οὐρανὸ καὶ κατόπιν ἔδειξε μὲ τὸ χέρι του τὴν τοποθεσία ἐκείνη καὶ εἶπεν:

- Ἐδῶ θὰ γίνῃ μία μέρα μοναστήρι γυναικῶν. Ἐπροχώρησε ἐν συνεχείᾳ, βηματίζοντας καὶ ἐπισημαίνοντας τὴν τοποθεσίαν.

Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! ἔπειτα ἀπὸ σαράντα χρόνια, ἔγινε ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ κατὰ τρόπο θαυματουργικό.



Ὁ Ἅγιος στὴν ὑμνογραφία

Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ συγκινήθηκαν καὶ ἐμπνεύσθηκαν ἀπὸ τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου. Θὰ ἦταν κουραστικὸ νὰ ἀναγράψομε ποιοὶ εἶναι καὶ πόσοι ἐφιλοπόνησαν ἐγκώμια καὶ συνέθεσαν ἱερὲς ἀκολουθίες γιὰ τὸν Ἅγιο. Θὰ ἀναφέρωμε μόνον τοῦ Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου, τοῦ Ἰωάννου Μυρέων, Συμμαχίου καὶ Ἀραβαντινοῦ. Συνηθίζεται νὰ ψάλλουν τὴν μὲν 24ην Αὐγούστου, ὅταν ἑορτάζομε τὴν ἀνακομιδὴ τῶν Ἁγίων του Λειψάνων, τὴν ἀκολουθίαν τοῦ Ἀραβαντινοῦ, τὴν δὲ 17ην Δεκεμβρίου τοῦ Συμμαχίου.

Κέντρον τῶν ὑμνογράφων εἶναι τὸ ἐπεισόδιον τῆς συγχωρήσεως τοῦ φονιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του, ἡ προστασία τῆς ἰδιαιτέρας του πατρίδας, ἡ πραότης καὶ τὸ ἄκακον τοῦ Ἁγίου.

Πολλὲς φορὲς οἱ μοναχοὶ ἀλλάζουν τὰ χρυσοκέντητα πασουμάκια τοῦ Ἁγίου, διότι κατὰ τὶς μεγάλες γιορτὲς καὶ τὶς γιορτὲς τῶν Ἁγίων Γερασίμου καὶ Σπυρίδωνος, ὅπως λέγουν, ὅτι τοὺς ἐπισκέπτεται καὶ ὅτι φθείρονται τὰ παπούτσια του ἀπὸ τὴν πορεία. Μάλιστα, στὰ παπούτσια του βρίσκουν καὶ φύκια.

Οἱ Ζακύνθιοι, ὅταν θέλουν νὰ ἐκφράσουν τὴν νοσταλγία τους γιὰ τὴν πατρίδα, ἀντὶ τοῦ «καπνὸν ἀνοθρώσκοντα νοῆσαι κ.λ.π.» τοῦ Ὀδυσσέα τῆς Ἰθάκης, εὔχονται:

«Νὰ ἰδῶ τὸ καμπαναριὸ τοῦ Ἁγίου καὶ ἂς ἀποθάνω».



Ἀπολυτίκιον - Ἦχος α'

Τῆς Ζακύνθου τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν πρόεδρον, τὸν φρουρὸν μονῆς τῶν Στροφάδων, Διονύσιον ἅπαντες, τιμήσωμεν συμφώνως οἱ πιστοί, βοῶντες πρὸς αὐτὸν εἰλικρινῶς, σαῖς λιταῖς τοὺς τὴν σὴν μνήμην ἐπιτελοῦντας σῷζε καὶ βοῶντάς σοι· Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ δωρησαμένῳ σε ἡμῖν, πρέσβυν ἀκοίμητον.
Περισσότερα...