Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Οι Τρεις Ιεράρχες


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στο βίο και το έργο των Τριών Ιεραρχών, αυτών των φωτεινών οροσήμων του παγκοσμίου πολιτισμού, μέσα από το κέιμενο του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου Καθηγητού.

Ἡ ἑλληνικὴ παιδεία καὶ ὁ πολιτισμὸς ἔχουν τὴ δική τους ἑορτή. Στὶς 30 Ἰανουαρίου ἑορτάζουν μαζὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία μας τὴ μνήμη τριῶν ξεχωριστῶν προσωπικοτήτων τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, τῶν ἰσάριθμων Ἱεραρχῶν, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ καὶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.




Τιμώντας ἐκείνους, τιμοῦμε μαζὶ ὅλα τὰ εὐγενῆ ἀνθρώπινα ἐπιτεύγματα καὶ τὸν πολιτισμό, διότι αὐτοὶ τὰ βίωσαν καὶ τὰ καλλιέργησαν στὸ ἔπακρο καὶ γι’ αὐτὸ δικαίως καθιερώθηκαν προστάτες τους.


Βασίλειος ο Μέγας


Ὁ Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε στὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας τὸ 330. Οἱ γονεῖς του Βασίλειος καὶ Ἐμμέλεια, μαζὶ μὲ τὴ γιαγιά του Μακρίνα, φρόντισαν νὰ γεμίσουν τὴν ψυχή του μὲ εὐσέβεια καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Σπούδασε στὶς πιὸ ὀνομαστὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς του, μὲ ἀποκορύφωμα τὶς φιλοσοφικὲς σχολὲς τῶν Ἀθηνῶν. Ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὸ φίλο του Γρηγόριο τὸ Ναζιανζηνό, σπούδασε τέσσερα χρόνια (351- 355) φιλοσοφία, νομικά, ρητορική, γεωμετρία, ἀστρονομία, μουσικὴ καὶ ἰατρική. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ ἐργάστηκε ὡς δικηγόρος καὶ δάσκαλος τῆς ρητορικῆς. Παράλληλα ἐπισκέφτηκε διάφορα ὀνομαστὰ μονα- στικὰ κέντρα προκειμένου νὰ γνωρίσει τὴν μοναχικὴ ζωή. Τὸ 360 ἀποσύρθηκε μαζὶ μὲ τὸ φίλο του Γρηγόριο σὲ ἐρημικὴ τοποθεσία, κοντὰ στὸν Ἴρη ποταμὸ τοῦ Πόντου, ὅπου μόνασε ὣς τὸ 363 μελετώντας καὶ συγγράφοντας. Τὸ 363 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴν Καισαρεία, ἀναπτύσσοντας τεράστια φιλανθρωπικὴ δράση. Τὸ 370 ἐκλέχτηκε ἀρχιεπίσκοπος Καισάρειας τῆς Καππαδοκίας. Τότε ἀρχίζει ἕνα καταπληκτικὸ κοινωνικὸ ἔργο. Ἵδρυσε τὴν περίφημη «Βασιλειάδα», ἕνα τεράστιο συγκρότημα εὐποιΐας, τὸ ὁποῖο περιελάμβανε νοσοκομεῖο, ὀρφανοτροφεῖο, πτωχοκομεῖο, ἐπαγγελματικὲς σχολές, κ.λ.π. Μέσα σὲ αὐτὸ ἔβρισκαν καταφύγιο καὶ βοήθεια χιλιάδες ἄνθρωποι. Κατὰ τὸν φοβερὸ λιμὸ τοῦ 367 - 368 ἔσωσε ἀπὸ βέβαιο θάνατο ὅλους τοὺς φτωχοὺς τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Καισάρειας. Ταυτόχρονα ἀνέπτυξε τεράστια ποιμαντικὴ καὶ συγγραφικὴ δράση. Ὑπῆρξε δεινὸς θεολόγος, μέγας συγγραφέας, τοῦ ὁποίου τὸ ἔργο εἶναι μέχρι σήμερα πρωτοπόρο. Ἐξαιτίας τοῦ φιλάσθενου ὀργανισμοῦ του καὶ τοῦ ἀφάνταστου κόπου τοῦ ἔργου του πέθανε νέος 49 ἐτῶν στὶς 31 Δεκεμβρίου τοῦ 378. Ἡ κηδεία του ἔγινε τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 379 μὲ πρωτοφανεῖς ἐκδηλώσεις σεβασμοῦ καὶ τιμῆς ἀπὸ ἐχθροὺς καὶ φίλους. Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἡμέρα αὐτὴ τιμᾶ τὴν μνήμη του.


Γρηγόριος ο Θεολόγος
Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γεννήθηκε τὸ 329 στὴν Ναζιανζὸ τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας του Γρηγόριος καὶ ἡ μητέρα του Νόννα, εὔποροι ὄντες, ἔδωσαν μεγάλη μόρφωση μὰ καὶ εὐσέβεια στὸ παιδί τους. Φοίτησε στὶς ὀνομαστὲς σχολὲς τῆς Καισά- ρειας τῆς Καππαδοκίας, τῆς Καισάρειας τῆς Παλαιστίνης, τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ τῶν Ἀθηνῶν. Ὅπως ἀναφέραμε, ἐκεῖ γνωρίστηκε μὲ τὸν Βασίλειο. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του γύρισε στὴν Ναζιανζὸ καὶ προτίμησε νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Μόνασε γιὰ ἕνα χρόνο μαζὶ μὲ τὸ Βασίλειο στὸν Ἴρη ποταμὸ τοῦ Πόντου καὶ στὴ συνέχεια χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Σασίμων. Τὸ 379 σύνοδος ἐπισκόπων τῆς Ἀντιόχειας ἀποφάσισε νὰ μεταβεῖ ὁ Γρηγό- ριος στὴν Κωνσταντινούπολη προκειμένου νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἡ ἀρειανικὴ λαίλαπα στὴν Βασιλεύουσα. Μὲ ὁρμητήριο ἕνα μικρὸ ναὸ κήρυττε στὰ πλήθη καὶ σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα κατόρθωσε νὰ ἀναχαιτίσει τὴν αἵρεση. Τὸ 380 ἀναδείχτηκε ἀρχιεπίσκοπος τῆς Κωνσταντινούπολης χωρὶς οὐσιαστικὰ νὰ τὸ ἐπιθυμεῖ. Ὅταν κάποιοι ἀμφισβήτησαν τὴν ἐκλογή του γιὰ τυπικοὺς λόγους παραιτήθηκε καὶ ἐπέστρεψε στὴν Καππαδοκία, ζώντας τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ προσευχή, ἄσκηση, φιλανθρωπία καὶ ἡσυχία. Συνέγραψε τεράστιο θεολογικὸ καὶ ποιητικὸ ἔργο. Πέθανε στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 390. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴ μνήμη του.


Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια τὸ 354. Ὁ πατέρας του ἦταν εἰδωλολάτρης, τὸν ὁποῖο μετέστρεψε στὸν Χριστιανισμὸ ἡ σύζυγός του καὶ μητέρα τοῦ Ἰωάννη ὑπέροχη Ἀνθοῦσα. Ἀφοῦ ὁλοκλή- ρωσε τὴν ἐγκύκλιο μόρφωσή του, προ- σκολλήθηκε στὸν ὀνομαστὸ εἰδωλολάτρη Λιβάνιο ὥστε νὰ συμπληρώσει τὶς σπουδές του στὴ ρητορικὴ καὶ στὴ φιλοσοφία. Ἡ ἐπίδοσή του ἦταν τέτοια ὥστε ὁ Λιβάνιος τὸν προόριζε γιὰ διάδοχό του στὴ Σχολή! Ἀμέσως μετὰ σπούδασε Θεολογία στὴν ὀνομαστὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Ἀντιόχειας. Ἄσκησε γιὰ λίγο χρόνο τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ρήτορα, στὸ ὁποῖο σημείωσε μεγάλη ἐπι- τυχία. Ὅμως πολὺ γρήγορα ἐγκατέλειψε τὴν κοσμικὴ δόξα, τὸ προσοδοφόρο ἐπάγγελμα καὶ τὶς ἰαχὲς τοῦ πλήθους καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς ἐκκλησίας. Τὸ 380 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 385 πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Γιὰ δεκατρία ὁλόκληρα χρόνια ἐργάστηκε δραστήρια καὶ ἀναδείχθηκε πρότυπο ποιμένα, διδασκάλου καὶ κοινωνικοῦ ἐργάτη. Πλῆθος ἀναξιοπαθούντων ἔβρισκαν κοντά του πνευματικὴ καὶ ὑλικὴ στήριξη. Τὸ 398 ὁδηγήθηκε παρὰ τὴ θέλησή του νὰ ἀναλάβει τὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὡς Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Βασιλεύουσας ἀνέλαβε ἕναν τιτάνιο ἀγώνα κατὰ τῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς ἀκολασίας ποὺ εἶχε ἐπικρατήσει στὴν πλούσια πρωτεύουσα τοῦ κράτους. Ξεκίνησε τὸ ξεκαθάρισμα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἔφτασε μέχρι τὰ ἀνάκτορα καὶ ἰδιαίτερα στηλίτευσε τὴν διεφθαρμένη αὐτοκράτειρα Εὐδοξία. Ἦρθε σὲ ρήξη μὲ τοὺς ἰσχυροὺς τοῦ χρήματος καὶ τῆς κρατικῆς ἐξουσίας. Ὅλοι αὐτοὶ κατόρθωσαν ἀκόμα καὶ μὲ ἀπόφαση ψευδοσυνόδου (Ἱέρειας τοῦ 407) νὰ ἐξοριστεῖ δυὸ φορὲς στὸν Πόντο. Στὶς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 407 δὲν ἄντεξε τὶς κακουχίες καὶ πέθανε καθ’ ὁδὸν στὰ βάθη τῆς Ἀρμενίας.

Τὸ ἔργο τοῦ Ἰωάννη ὑπῆρξε τεράστιο. Τὸ συγγραφικό του ἔργο κολοσσιαῖο. Ἡ κοινωνική του προσφορὰ ἀνεκτίμητη. Ἡ Ἐκκλησία μας τοῦ προσέδωσε τὸν τίτλο Χρυσόστομος, διότι ὑπῆρξε πραγματικὰ ὁ μεγαλύτερος Πατέρας ρήτορας, τὸ γλυκόλαλο ἀηδόνι τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως παρατηρεῖ σύγχρονος στοχαστής.

Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 13 Νοεμβρίου.


Η κορυφαία τριάς των Ιεραρχών

Ἡ τριάδα τῶν κορυφαίων αὐτῶν ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλη- σίας μας, ἔχει καθιερωθεῖ στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ὡς οἱ φωτεινὲς ἐκεῖνες προσωπικότητες οἱ ὁποῖες ἔπαιξαν καθοριστικὸ ρόλο στὴ διαμόρφωση τοῦ πολιτισμοῦ σε παγκόσμιο επίπεδο.

Εἶναι οἱ ἐκπρόσωποι μιᾶς πλειάδας φωτόμορφων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο διέσωσαν ὅ,τι πολύτιμο εἶχε δημιουργήσει ἡ ἀνθρώπινη διάνοια ὣς τότε, κυρίως τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ μέσα στὸ πνεῦμα τοῦ φωτός, τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀγάπης τῆς ἀπαράμιλλης διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, συνέθεσαν τὸν νέο πολιτισμὸ τοῦ κόσμου, τὸν ἑλληνοχριστιανικό.

Οἱ τρεῖς ἱεράρχες ἔχουν καθιερωθεῖ ὡς οἱ προστάτες τῶν γραμμάτων καὶ τοῦ πολιτισμοῦ ἀπὸ τὸν 10ο κιόλας αἰώνα ἀπὸ τὸν φωτισμένο ἐπίσκοπο Εὐχαΐτων Ἰωάννη Μαυρόποδα. Ἐκεῖνος εἶχε βάλει τέλος στὴν ἱερὴ διαμάχη στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ ποιός ἀπὸ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες ὑπῆρξε ὁ πιὸ σπουδαῖος. Τέτοια ἦταν ἡ ἐπίδραση τῶν μεγάλων αὐτῶν προσωπικοτήτων στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν! Ἔτσι ἀπὸ τότε στὴν ἱερὴ κοινὴ μνήμη τους (30 Ἰανουαρίου) μαζὶ μὲ αὐτοὺς τιμῶνται τὰ γράμματα καὶ ἑορτάζουν οἱ παράγοντες τῆς παιδείας, διδάσκοντες καὶ διδασκόμενοι.

Οἱ ὑπέροχες φωτεινὲς αὐτὲς προσωπικότητες ἀποτελοῦν τὴν ἠχηρὴ ἀπάντηση σὲ ὅσους εἴτε ἀπὸ ἄγνοια, εἴτε ἀπὸ σκόπιμη ἐμπάθεια συκοφαντοῦν τὸν Χριστιανισμὸ ὡς δῆθεν σκοταδιστικὸ σύστημα, τὸ ὁποῖο κατάστρεψε τὸν ἀρχαῖο πολιτισμὸ καὶ ὁδήγησε τὴν ἀνθρωπότητα στὸ σκοτεινὸ μεσαίωνα. Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες, καὶ τὸ σύνολο σχεδὸν τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπῆρξαν φορεῖς ὑψηλῆς μορφωτικῆς στάθμης. Ὁ Μέγας Βασίλειος κατεῖχε ὅλη σχεδὸν τὴ γνώση τῆς ἐποχῆς του, ἦταν θεολόγος, φιλόλογος, ἰατρός, γεωμέτρης, φυσιοδίφης, νομικός, ρήτορας, μουσικὸς κ.λ.π. Ὁ Γρηγόριος ὑπῆρξε μέγας θεολόγος, ἀπαράμιλλος ποιητὴς ἀρχαϊκῶν στίχων, ρήτορας καὶ φιλόσοφος. Χάρη στὴν κολοσσιαία μόρφωσή του διετέλεσε καθηγητὴς τῶν ὀνομαστῶν φιλοσοφικῶν σχολῶν τῶν Ἀθηνῶν! Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὑπῆρξε ὀνομαστὸς ρήτορας, νομικός, θεολόγος, ἄριστος φιλόλογος καὶ ἀπαράμιλλος χειριστὴς τοῦ λόγου, γι’ αὐτὸ ὀνομάστηκε καὶ Χρυσόστομος. Ὁ ὀνομαστὸς ἐθνικὸς δάσκαλός του Λιβάνιος εἶχε πεῖ μὲ πίκρα πὼς τὸν ὑπέροχο αὐτὸ μαθητή του τὸν κέρδισε ὁ Χριστιανισμὸς καὶ ἔτσι ὁ ἐθνισμὸς ἔχασε μία σπάνια πνευματικὴ προσωπικότητα!

Ἡ συγκεκριμένη ἱστορικὴ περίοδος ποὺ ἔζησαν ἦταν ἐποχὴ μεταβατική, ἔντονων πνευματικῶν συγκρούσεων. Ὁ ἀρχαῖος κόσμος ἔδυε κάτω ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ ἀναγκαιότητα καὶ μία νέα πραγματικότητα ἔπαιρνε τὴ θέση του στὸ πνευματικὸ στερέωμα, ὁ Χριστιανισμός. Αὐτὴ ἡ μετάβαση δὲν ἔγινε χωρὶς συγκρούσεις καὶ τριβές. Ὁ θνήσκων ἐθνισμὸς ἀνθίστατο μὲ ὅσες δυνάμεις τοῦ εἶχαν ἀπομείνει. Ἡ θλιβερὴ περίπτωση τοῦ ψευτορομαντικοῦ Ἰουλιανοῦ (361-363) νὰ νεκραναστήσει τὴν εἰδωλολατρία μὲ τὴ βία καὶ τοὺς διωγμοὺς κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ, χωρὶς φυσικὰ ἀποτέλεσμα, ἀποτελεῖ μία φανερὴ πτυχὴ τῆς ταραγμένης ἐκείνης ἐποχῆς. Οἱ ἐν λόγῳ πατέρες ὅμως ὄχι μόνο εἶδαν τήν, χωρὶς πισωγύρισμα, ροὴ τῶν ἱστορικῶν πραγμάτων ἀλλὰ συνέβαλαν θετικὰ σ’ αὐτό. Παράλληλα κράτησαν συνετὴ στάση μπροστὰ στὶς βαρβαρότητες τοῦ ἐθνισμοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Γρηγορίου πρὸς τὸν φίλο του καὶ πρώην συμμαθητή του Ἰουλιανό. Προέτρεπε τὸν φανατικὸ αὐτοκράτορα νὰ μελετήσει καλλίτερα τὸν ἑλληνισμὸ ὥστε νὰ διδαχθεῖ μέσα ἀπὸ αὐτὸν ὅτι δὲν δικαιολογοῦνται διωγμοὶ καὶ κακουργίες στὸ ὄνομα αὐτοῦ. «Τὸ ἑλληνίζειν ἐστὶ πολυσή μαντον», τόνιζε ὁ σοφὸς ἱεράρχης. Μετὰ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ θηριώδης αὐτοκράτορας ἄρχισε νὰ ἀλλάζει στάση κατὰ τῶν Χριστιανῶν.

Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες δὲν ἦταν μόνο θιασῶτες τοῦ λόγου, ἀλλὰ καὶ ἀκάματοι ἐργάτες τοῦ ἔργου. Μιὰ σύντομη ματιὰ στὸ βίο τους, μᾶς βεβαιώνει γιὰ τὸ πολύπλευρο ποιμαντικό, κοινωνικὸ καὶ πνευματικό τους ἔργο. Ὅπως προαναφέραμε ἡ περίφημη καὶ μοναδικὴ «Βασιλειάδα» τοῦ Μ. Βασιλείου στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, οἱ τιτάνιοι ἀγῶνες κατὰ τῶν ἀρειανῶν τῆς Κωνσταντινούπολης τοῦ Γρηγορίου καὶ τὸ θαυμαστὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τοῦ Χρυσοστόμου στὴν Ἀντιόχεια καὶ μετὰ στὴν Κωνσταντινούπολη, εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς δραστηριότητές τους. Παράλληλα μᾶς ἄφησαν ἕνα ἀπέραντο συγγραφικὸ ἔργο, στὸ ὁποῖο διασώζεται ὄχι μόνο ὁ μοναδικὸς ἑλληνικὸς λόγος ἀλλὰ καὶ ὅ,τι καλὸ εἶχε δημιουργήσει ἡ ἀρχαιότητα. Ἀναφέρω γιὰ παράδειγμα τοὺς 17.000 ποιητικοὺς στίχους τοῦ Γρηγορίου οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐφάμιλλοι τῶν ἔργων τῶν μεγάλων ποιητῶν τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας. Ἀναφέρω ἀκόμα καὶ τὶς προτροπὲς τοῦ Βασιλείου ὥστε νὰ ὠφεληθοῦν οἱ νέοι μελετώντας ἐπιλεκτικὰ τοὺςἝλληνες σοφοὺς καὶ συγγραφεῖς.

Οἱ μεγάλοι αὐτοὶ πατέρες δὲν καλλιέργησαν στὰ πρόσωπά τους μόνο τὸ πνεῦμα ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρετή. Τὰ ἱερὰ συναξάριά τους ἀναφέρονται μὲ λεπτομέρειες στὴν καλλιέργεια καὶ τὴ βίωση τῶν ἀρετῶν στὴν καθημερινή τους ζωή. Παροιμιώδης ὑπῆρξε, γιὰ παράδειγμα, ἡ ἀκτημοσύνη τοῦ Βασιλείου, ἡ γλυκύτητα καὶ ἡ εὐγένεια τοῦ χαρακτήρα τοῦ Γρηγορίου καὶ ἡ συμπόνια πρὸς τοὺς ἐνδεεῖς τοῦ Χρυσοστόμου. Τὰ γνήσια ἀνθρώπινα πρότυπα, ποὺ σκιαγραφοῦσαν στὰ συγγράμματά τους, μιμοῦνταν πρῶτοι αὐτοί.

Οἱ τρεῖς αὐτοὶ μεγάλοι «φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος» πρέπει νὰ εἶναι καὶ στὶς ἀσέληνες σκοτεινὲς μέρες μας φωτεινὰ ὁρόσημα καὶ πνευματικοὶ δεῖκτες τόσο ὅλων τῶν παραγόντων τῆς παιδείας ὅσο καὶ ὅλων τῶν σκεπτόμενων ἀνθρώπων. Ὁ πνευματικὸς ἀποπροσανατολισμὸς καὶ ἡ πολιτιστικὴ πενία τῆς ἐποχῆς μας ἐπιβάλλει νὰ στραφοῦμε στὶς καθάριες πνευματικὲς πηγὲς τῶν προγόνων μας, νὰ ἐνστερνιστοῦμε τὶς διαχρονικὲς ἰδέες τους ὅπως αὐτὲς καλλιεργήθηκαν μέσα στὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸ πνευματικὸ τέλμα ποὺ μᾶς ἐγκλώβισε ἡ σύγχρονη ἀπολυτοποίηση τῆς τεχνολογίας σὲ βάρος τοῦ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α' 

Τοὺς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου Θεότητος, τοὺς τὴν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας∙ τοὺς μελιῤῥύτους ποταμοὺς τῆς σοφίας, τούς τὴν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας∙ Βασίλειον τὸν μέγαν, καὶ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον, σὺν τῷ κλεινῷ Ἰωάννῃ, τῷ τὴν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι∙ πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν∙ αὐτοὶ γὰρ τῇ Τριάδι, ὑπὲρ ὑμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσιν.
Περισσότερα...

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος - Αιωνία η μνήμη

Ξημερώματα της 28/01/2008. Ένας Μεγάλος Άνδρας της νεότερης Ελλάδος, ένας Σπουδαίος Άνθρωπος, ένας Σημαντικός Ιεράρχης φεύγει... Είμαστε από τους τυχερούς που καταφέρ-νουμε να προσκυνήσουμε το σκήνωμά του στη Μητρόπολη Αθηνών. Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Η ζωή, το έργο του και η εξόδιος ακολουθία, στα βίντεο που ακολουθούν. Αιωνία του η Μνήμη…




Περισσότερα...

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2015

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος



Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε το βίο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας εορτάζει στις 25 Ιανουαρίου.

Ο μέγας αυτός Άγιος Γρηγόριος ο Τριαδικός Θεολόγος και ιεράρχης γεννήθηκε στη Αριανζώ το 329 μ.Χ, ένα μικρό χωριό της Καππαδοκίας, κοντά στη κωμόπολη Ναζιανζώ, εξ ου αναφέρεται και ως Ναζιανζηνός.



Οι γονείς του ήταν ευγενείς και δίκαιοι, Γρηγόριος και Νόννα ονόματι, σεβόμενοι εξ αγνοίας τα είδωλα. Αφ'ότου δε εγέννησαν τον Γρηγόριο, ανεγεννήθησαν και αυτοί και εβαπτίσθησαν Χριστιανοί. Ο πατέρας του μάλιστα έγινε αρχιερεύς της Ναζιανζού. Έτσι, ο νεαρός Γρηγόριος ανατρέφεται, μέσα σε χριστιανικό περιβάλλον. Από την παιδική του ηλικία φανέρωσε τα σπάνια χαρίσματα του. Αγάπησε με πάθος τα γράμματα και λόγω της καλής οικονομικής κατάστασης των γονιών του μπόρεσε και σπούδασε στα καλύτερα σχολεία της εποχής του.

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην Αθήνα γνώρισε το Μέγα Βασίλειο και στην Αλεξάνδρεια συνάντησε για πρώτη φορά το Μέγα Αθανάσιο και το Μέγα Αντώνιο. Το 365 μ.Χ., ο Βασίλειος έφυγε από την Αθήνα, αλλά ο Γρηγόριος έμεινε και δίδασκε ρητορική για ένα χρόνο. Μετά άφησε κι αυτός την Αθήνα και επέστρεψε στη Ναζιανζώ. Όταν επέστρεψε, βαπτίστηκε χριστιανός από τον πατέρα του και έγραψε για το μυστήριο του βαπτίσματος. Ο Γρηγόριος συνιστά το νηπιοβαπτισμό και διδάσκει στους νέους της Ναζιανζού τη χριστιανική διδασκαλία. Ο πόθος του ήταν να ασκητέψει στον Πόντο κοντά στο φίλο του Βασίλειο, όπου και πήγε. Εκεί με το Βασίλειο έγραψε πολλά συγγράμματα.

Περί τα τέλη του 360 μ.Χ., μετά από παράκληση του πατέρα του αφήνει την έρημο του Πόντου και πηγαίνει στην πατρίδα του. Εκεί κατατάσσεται στις τάξεις του κλήρου, αλλά και πάλι φεύγει στην έρημο με σκοπό να προσευχηθεί, να δυναμώσει πνευματικά και να μπορέσει να φέρει σε πέρας το δύσκολο έργο του κληρικού. Ώριμος πλέον επιστρέφει και υπηρετεί το λαό ως ιερέας βοηθώντας τους φτωχούς και τους αρρώστους. Την περίοδο αυτή ο Ιουλιανός ο Παραβάτης κήρυξε σφοδρό διωγμό εναντίον των χριστιανών. Εναντίον του Ιουλιανού αντέδρασαν οι δύο αγωνιστές της εποχής, ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος. Οι λόγοι του Γρηγορίου χτυπούν σκληρά τον παραβάτη και χριστιανομάχο αυτοκράτορα, αλλά το αίμα των χριστιανών χύνεται αλύπητα.

Όταν πέθανε ο Ιουλιανός και σταμάτησε ο διωγμός, ο Γρηγόριος εργάζεται δίπλα στον πατέρα του και τον βοηθά με ζήλο στο κοινωνικό του έργο. Έτσι, η φήμη του Γρηγόριου απλώθηκε σε όλο το χριστιανικό κόσμο. Όταν πέθανε ο πατέρας του, φεύγει πάλι ο Γρηγόριος και πηγαίνει στο μοναστήρι της Αγίας Θέκλας με μοναδικό έργο την προσευχή και τη συγγραφή. Όταν κινδύνευε η Κωνσταντινούπολη από τις αιρέσεις, κάλεσαν το Γρηγόριο να πάει εκεί και να βοηθήσει την εκκλησία. Δεν μπορούσε ν’ αρνηθεί μπροστά στον κίνδυνο της ορθόδοξης πίστης. Πήγε εκεί και με τους πύρινους λόγους του και τα επιχειρήματα του έφερε σε δύσκολη θέση τους αιρετικούς και μετά από σκληρό αγώνα ελευθερώθηκε η εκκλησία. Εκείνο που ανέδειξε το Γρηγόριο μεγάλο δάσκαλο και ποιμένα της εκκλησίας ήταν η υπεράσπιση της ορθοδοξίας, που πέρναγε δύσκολες μέρες, από τον κίνδυνο των Αρειανών.

Στην Κωνσταντινούπολη, μόνο ένας μικρός ναός είχε απομείνει στους ορθοδόξους, που τον ονόμαζαν συμβολικά Αγία Αναστασία, ελπίζοντας πως εκεί θα αναστηθεί ξανά η Ορθοδοξία. Σ’ αυτόν το ναό ο Γρηγόριος εκφώνησε τους περίφημους πέντε λόγους για τη θεότητα του «Υιού και Λόγου του Θεού», με θαυμαστά αποτελέσματα. Η εκκλησία μας με βάση τα υψηλά θεολογικά του κηρύγματα και συγγράμματα τον τίμησε με τον τίτλο του Θεολόγου. Σε λίγο στέφθηκε αυτοκράτορας ο Μέγας Θεοδόσιος καθιερώνοντας με διάταγμα την ορθοδοξία. Τότε αναδείχτηκε ο Γρηγόριος, Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντι- νουπόλεως και Πρόεδρος της Β’ Οικουμενικής Συνόδου. Από αυτή τη θέση, το 381μ.Χ., μαζί με άλλους άρχοντες της εκκλησίας στερέωσαν την πίστη και την ορθοδοξία συμπληρώνοντας το Σύμβολο της Πίστεως που άρχισε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος. Όμως η κακία και ο φθόνος δεν άφησαν για πολύ καιρό το Γρηγόριο στον πατριαρχικό θρόνο, επειδή μερικοί επίσκοποι από φθόνο αντέδρασαν στην εκλογή του. Η ευαίσθητη ψυχή του δεν το ανέχθηκε αυτό και για να εξασφαλίσει όμως την ειρήνη της εκκλησίας, με μια ηρωική πράξη, παραιτήθηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο και την προεδρία της συνόδου και επέστρεψε στον τόπο του, τη Ναζιανζό και πρόσφερε τις υπηρεσίες του από το βαθμό του επισκόπου περνώντας την υπόλοιπη ζωή του με προσευχή, διάβασμα και συγγραφή βιβλίων.

Ένα πρωινό, στις 25 Ιανουαρίου το 391 μ.Χ., άφησε τα γήινα, για να πάει αιώνια κοντά στον αγαπημένο του Κύριο. Η αγία κάρα του βρίσκεται στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου στο Άγιον Όρος. Ο Γρηγόριος διακρίθηκε για τον αγνό του χαρακτήρα και τις πολλές αρετές καθώς και για το τεράστιο συγγραφικό του έργο, που περιλαμβάνει λόγους, επιστολές και ποιήματα. Η Εκκλησία μας τον κατέταξε ανάμεσα στους αγίους της και τον τιμά ξεχωριστά στίς 25 Ιανουαρίου καθώς και στις 30 του ίδιου μήνα, γιορτή των Τριών Ιεραρχών.

Ἀπολυτίκιον - Ἦχος α'

Ὁ ποιμενικὸς αὐλὸς τῆς θεολογίας σου, τὰς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας· ὡς γὰρ τὰ βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καὶ τὰ κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι. Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Αναδημοσίευση κειμένου από: orthodoxfathers.com
Περισσότερα...

Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

Ο Άγιος Ευθύμιος


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε το βίο του Αγίου Ευθυμίου του Μεγάλου, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας εορτάζει στις 20 Ιανουαρίου.

Ο Άγιος Ευθύμιος ο Μέγας γεννήθηκε στη Μελιτηνή της Αρμενίας το 377 μ.Χ. κατά τους χρόνους της βασιλείας του Γρατιανού (375-383 μ.Χ.). Οι γονείς του Παύλος και Διονυσία, είχαν επιφανή καταγωγή. Μετά το γάμο τους παρέμειναν για καιρό άτεκνοι και για το λόγο αυτό προ- σεύχονταν διαρκώς στο Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί.


Η προσευχή τους εισακούσθηκε και αξιώθηκαν να αποκτήσουν ένα παιδί, το οποίο αφιέρωσαν στη συνέχεια στη διακονία του Θεού. Στο παιδί μετά από θεία επιταγή έδωσαν το όνομα Ευθύμιος, αφού με την γέννησή του τους χάρισε την ευθυμία, τη χαρά και την αγαλλίαση.

Ο πατέρας του Ευθυμίου απεβίωσε, όταν αυτός ήταν μόλις τριών ετών. Τότε η χήρα μητέρα του τον παρέδωσε στον ευλαβή Επίσκοπο της Μελιτηνής Ευτρώιο, ο οποίος, μαζί με τους αναγνώστες Ακάκιο και Συνόδιο που έγιναν αργότερα Επίσκοποι Μελιτηνής, τον εκπαίδευσε καλά και, αφού τον χειροτότησε διάκονο και στη συνέχεια πρεσβύτερο, τον τοποθέτησε έξαρχο των μοναστηριών.

Από τη Μελιτηνή ο Άγιος μετέβη, περί το 406 μ.Χ., στα Ιεροσόλυμα και κλείσθηκε στο σπήλαιο του Αγίου Θεοκτίστου, όπου και ασκήτευε με αυστηρότητα και αναδείχθηκε μοναζόντων κανόνας και καύχημα. Τόσο δε πολύ πρόκοψε στην αρετή, ώστε πολλοί από τους Σαρακηνούς πίστεψαν στον Χριστό. Τα μεγάλα πνευματικά του χαρίσματα γρήγορα τον ανέδειξαν και η φήμη του ως Αγίου απλώθηκε παντού. Γύρω του συγκεντρώθηκαν πάμπολλοι μοναχοί, οι οποίοι τον εξέλεξαν ηγούμενό τους.

Ο Μέγας Ευθύμιος με την αγιότητα του βίου του συνετέλεσε στο να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια πολυάριθμοι αιρετικοί, όπως Μανιχαίοι, Νεστοριανοί και Ευτυχιανοί, που απέρριπταν τις αποφάσεις της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου. Παντού, στην Αίγυπτο και τη Συρία, επικρατούσαν οι Μονοφυσίτες. Στην Παλαιστίνη όμως, χάρη στην παρουσία του Αγίου Ευθυμίου και των μαθητών του, επικράτησε η Ορθοδοξία. Και όταν ο Άγιος συνάντησε την βασίλισσα Ευδοκία, η οποία είχε περιπέσει στα δίκτυα της αίρεσης των Μονοφυσιτών, τόσο πειστικά και ακαταμάχητα μίλησε προς αυτήν, ώστε κατάφερε να την μεταστρέψει στην Ορθοδοξία.

Ο Άγιος Ευθύμιος ο Μέγας είχε λάβει από τον Θεό το προορατικό χάρισμα και τη δύναμη της θαυματουργίας. Με ελάχιστα ψωμιά κατόρθωσε να χορτάσει τετρακόσιους ανθρώπους, που κάποτε την ίδια μέρα τον επισκέφθηκαν στο κελί του. Πολλές γυναίκες που ήταν στείρες, όπως και η δική του μητέρα, με τις προσευχές του Αγίου απέκτησαν παιδί και έζησαν την χαρά της τεκνογονίας. Και όπως ο Προφήτης Ηλίας, έτσι και αυτός προσευχήθηκε στον Θεό και άνοιξε τις πύλες του ουρανού και πότισε με πολύ βροχή τη διψασμένη γη, η οποία και αναζωογονήθηκε και έδωσε πλούσιους τους καρπούς της.

Ενώ κάποτε τελούσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, οι πιστοί είδαν μία δέσμη φωτός που ξεκινούσε από τον ουρανό και κατερχόταν μέχρι τον Άγιο. Το ουράνιο αυτό φως, παρέμεινε μέχρι που τελείωσε η Θεία Λειτουργία και δήλωνε την εσωτερική καθαρότητα και λαμπρότητα του Αγίου. Επίσης, σημάδι της αγνότητας και της αγιότητάς του αποτελούσε και το γεγονός ότι ήταν σε θέση να γνωρίζει ποιος προσερχόταν να κοινωνήσει με καθαρή ή σπιλωμένη συνείδηση.

Ο Άγιος παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο το έτος 473 μ.Χ., σε ηλικία 97 ετών, επί βασιλείας Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ.Χ.).

Ἀπολυτίκιον - Ἦχος δ' 

Εὐφραίνου ἔρημος ἡ οὐ τίκτουσα, εὐθύμησον ἡ οὐκ ὠδίνουσα· ὅτι ἐπλήθυνέ σοι τέκνα, ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν τῶν τοῦ Πνεύματος, εὐσεβείᾳ φυτεύσας, ἐγκρατείᾳ ἐκθρέψας, εἰς ἀρετῶν τελειότητα. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, εἰρήνευσον τὴν ζωὴν ἡμῶν.

Αναδημοσίευση κειμένου από: imconstantias.org.cy
Περισσότερα...

Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός


Ένας από τους μεγάλους υπερασπιστές των Ορθών Δογμά- των της Εκκλησίας μας, ήταν και ο Άγιος Μάρκος ο Ευγε- νικός, τη μνήμη του οποίου τιμούμε στις 19 Ιανουαρίου.

Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Οι ευλαβείς γονείς του, από αρχοντική και ευγενική γενιά (εξ ου και το προσω- νύμιο Ευγενικός) Γεώργιος, Διάκονος της Μεγάλης του Χρι- στού Εκκλησίας, και η μητέρα του Μαρία, ανέθρεψαν τον μικρό Μανουήλ και τον αδελφόν του Ιωάννη χριστιανικά και φρόντισαν για την μόρφωσή του.


Ο Άγιος Μάρκος διεκρίνετο από την ευρυμάθεια και την αγιότητα του βίου του. Σε ηλικία 25 ετών εκάρη μοναχός στην Μονή Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων, και χειροτονήθη ιερέας.

Μορφωμένος με την θύραθεν φιλοσοφική και χριστιανική παιδεία ο Άγιος Μάρκος διεκρίθη ως διδάσκαλος της ρητορικής, Διευθυντής στο Πατριαρχικό Φροντιστήριο, και απολάμβανε της εκτιμήσεως των εκκλησιαστικών κύκλων και του ιδίου του Αυτοκράτορος Ιωάννου Παλαιολόγου. Ο τελευταίος, προ της στρατιωτικής απειλής των Οθωμανών, εστράφη στην Δύση επιδιώκοντας διάλογο με τον Πάπα με απώτερο σκοπό να εξασφαλίσει την πολιτική και στρατιωτική βοήθεια των Δυτικών. Συμφώνησε να συμμετάσχει πολυπληθής βυζαντινή αντιπροσωπία στην Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας που συνεκάλεσε ο Πάπας με σκοπό να συζητηθεί και να υπογραφεί η Ένωση των Δύο Εκκλησιών. Στην αυτοκρατορική συνοδεία επελέγησαν οι πιο αξιόλογοι αξιωματούχοι και εκκλησιαστικοί άνδρες για να εκπροσωπήσουν την Ορθοδοξία στην Σύνοδο, μεταξύ αυτών ο Πατριάρχης Ιωσήφ, ο Γ. Σχολάριος, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλήθων Γεμιστός, ο Νικαίας Βησσαρίων και ο Μάρκος ο Ευγενικός κατόπιν της επιμονής του αυτοκράτορος ο οποίος λίγο πριν αναχωρήσουν για την Δύση, ζήτησε από το πατριαρχείο να εκλέξουν τον Άγιο Μάρκο ως μητροπολίτη Εφέσου.

Οι συζητήσεις στην Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας (1438-1439) επρόκειτο να ασχοληθούν με τα θεολογικά ζητήματα που χώριζαν τις εκκλησίες Δύσεως και Αναστολής, κυρίως η αξίωση του Πάπα για το Πρωτείο, το Φιλιόκβε, το Καθαρτήριο Πύρ κ.ά. Ο Άγιος Μάρκος επέμενε ο θεολογικός διάλογος να διεξαχθεί με αγάπη και ειλικρίνεια και επί τη βάσει των αποφάσεων των Επτά Οικουμενικών Συνόδων, των οποίων τα Πρακτικά και οι όροι εζήτησε να αναγνωσθούν πριν την έναρξη των συζητήσεων. Ήθελε ο Άγιος Μάρκος η Ένωση να στηριχθεί στην ακαινοτόμητη ευαγγελική και αποστολική πίστη, όπως αυτή εκφράσθηκε από τους Αγίους Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων. Οι Δυτικοί αρνήθησαν και απεκαλύφθη ότι τα χωρία των Πατέρων της Εκκλησίας που παρέθεταν στις συζητήσεις ήταν νοθευμένα και αλλοιωμένα. Αυτό το κατήγγειλε ο Άγιος Μάρκος.

Επειδή οι θεολογικές συζητήσεις απεδείχθησαν μακροχρόνιες, ο αυτοκράτωρ και ο Πάπας πίεζαν για την επίσπευση της υπογραφής της Ενώσεως, η κάθε πλευρά για τους δικούς της λόγους. Ο Πάπας αλλά και ο αυτοκράτωρ χρησιμοποίησαν απειλές, πολιτικούς εκβιασμούς, χρηματικά δώρα και υποσχέσεις. Μόνον ο Άγιος Μάρκος παρέμεινε συνεπής στις ορθόδοξες θέσεις και παρ’ όλες τις πιέσεις και τις απειλές ακόμη και κατά της ζωής του, δεν υπέγραψε. Όταν το έμαθε ο Πάπας Ευγένιος, είπε την χαρακτηριστική φράση: "Μάρκος ουχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαμεν!".

Στην επιστροφή για την πατρίδα τα νέα για την Ένωση έγιναν γνωστά και ο ορθόδοξος λαός δεν απεδείχθη μία ένωση που ουσιαστικώς υπαγορεύθηκε από πολιτικούς και διπλωματικούς υπολογισμούς, δεν ήταν γνήσια και ειλικρινής. Ο ορθόδοξος λαός χαρακτήρισε την Ένωση ως ψευδή, την Σύνοδο ως ληστρική και τους υπογράψαντες ως προδότες της πίστεως και εξωνημένους, ενώ τον Άγιο Μάρκο τον υπεδέχοντο ως τον στύλο της ορθοδοξίας και τον γενναίο υπερασπιστή της πίστεως των Αγίων Πατέρων. Το Διάταγμα για την Ένωση ο αυτοκράτωρ δεν τόλμησε να το δημοσιοποιήσει στην Κωνσταντινούπολη, ούτε έλαβε μέτρα για να στηρίξει ή να επιβάλει την εφαρμογή της Ενώσεως. Όπου λειτουργούσαν φιλενωτικοί κληρικοί ή ο λατινίζων Πατριάρχης Μητροφάνης, ο πιστός λαός αποχωρούσε.

Ο Άγιος Μάρκος ανέλαβε νέους αγώνες για να ενημερώσει τους ορθοδόξους πιστούς για την επαίσχυντη Ένωση που υπεγράφη, ετέθη κεφαλή της ανθενωτικής κινήσεως, και όταν επί διετία με εντολή του αυτοκράτορος ετέθη σε περιορισμό στην Λήμνο, συνέγραψε την περίφημο ‘’Εγκύκλιο προς τους απανταχού ορθοδόξους χριστιανούς΄΄. Σε ηλικία 52 ετών, εκοιμήθη στις 23 Ιουνίου 1444 ή 1445, αφού προηγουμένως ανέθεσε την συνέχιση της ανθενωτικής προσπάθειας στον μαθητή του Γεννάδιο Σχολάριο, τον μετέπειτα πρώτον Πατριάρχη του Γένους μετά την Άλωση.

Η Σύνοδος Φερράρας Φλωρεντίας αποδοκιμάσθηκε ως ληστρική Σύνοδος και επισήμως καταδικάστηκε από τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Ανατολής σε δύο Συνόδους (Ιεροσολύμων το 1443 και Κων/πόλεως το 1482), οι αποφάσεις κηρύχθησαν άκυρες, ενώ ο Άγιος Μάρκος Ευγενικός ανακηρύχθηκε Άγιος της Εκκλησίας μας, Στύλος και Υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Ο Πατριάρχης Σχολάριος με Πατριαρχική και Συνοδική απόφαση του 1456 ώρισε την μνήμη του αγίου την 19ην Ιανουαρίου να ψάλλεται η ακολουθία του, και νέα Πατριαρχική και Συνοδική Απόφαση του 1734 επανεβεβαίωσε την ανακήρυξη του Μάρκου του Ευγενικού σε Άγιο της Εκκλησίας. Με τα εξής λόγια: "η καθ’ ημάς αγία του Χριστού Ανατολική Εκκλησία τον ιερόν τούτον Μάρκου Εφέσου τον Ευγενικόν και οίδε και τιμά και αποδέχεται άγιον άνδρα και θεοφόρον και όσιον και ζηλωτήν της ευσεβείας διάπυρον, και των καθ’ ημάς ιερών δογμάτων και του ορθού λόγου της ευσεβείας πρόμαχον και προασπιστήν γενναιότατον και των προηγησαμένων εν τοις αρχαίοις χρόνοις ιερών θεολόγων και κοσμητόρων της Εκκλησίας μιμητήν και εφάμιλλον".

Με τους αγώνες του Αγίου Μάρκου η ορθόδοξος πίστη έμεινε καθαρά και γνησία, η Ορθόδοξος Εκκλησία διεσώθη. Ο Άγιος Μάρκος πίστευε ότι η διατήρηση της Ορθοδοξίας θα διατηρούσε ζωντανό και το Γένος των Ελλήνων και οι ιστορικές εξελίξεις τον δικαίωσαν.

Ἀπολυτίκιον - Ἦχος γ’ - Θείας πίστεως

Θείας πίστεως, ὁμολογίᾳ, μέγαν εὕρατο, ἡ Ἐκκλησία, ζηλωτήν σε θεῖε Μᾶρκε πανεύφημε, ὑπερμαχοῦντα πατρῴου φρονήματος, καὶ καθαιροῦντα τοῦ σκότους ὑψώματα. Ὅθεν ἄφεσιν, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τοῖς σὲ γεραίρουσι.

Αναδημοσίευση κειμένου από: agiosmarkoseugenikos.gr
Περισσότερα...

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

Ο Άγιος Αθανάσιος


Σε αυτή την ανάρτηση θα δούμε το βίο του Μεγάλου Αθανασίου, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας εορτάζει στις 18 Ιανουαρίου.

Ο Άγιος Αθανάσιος εγεννήθη στα τέλη του 3ου αιώνα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, αφού κατά τον ιστορικό Σωκράτη τον Σχολαστικό, εκεί είχε πατρικό και οικογενειακό τάφο. Οι γονείς του ήταν Χριστιανοί και από μικρή ηλικία έδειξε την ιερατική κλίση του, αφού παρίστανε τον ιερέα που βάπτιζε πιστούς.


Από τα συγγράμματα του και τις περιγραφές του Γρηγορίου Θεολόγου συμπεραίνουμε, ότι ανατράφηκε θεολογικά και πως απέκτησε και εγκύκλιες γνώσεις, ενώ τη θεολογική του μόρφωση την απέκτησε στη θεολογική Κατηχητική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Μεγάλη επίδραση για τη διαμόρφωση του ήθους του και της πορείας του, συνέβαλε η γνωριμία του με τον Μέγα Αντώνιο του οποίου και συνέγραψε τον «Βίο και Πολιτεία».

Κατά τη δεύτερη δεκαετία του 4ου αιώνα όταν προκλήθηκε η μεγάλη Αρειανική διαμάχη στην Εκκλησία, λίγο καιρό μετά την κατάπαυση του κύματος διωγμών από τους Ρωμαίους Αυτοκράτορες, ο Αθανάσιος ως λαϊκός ακόμα συμμετείχε στην προσπάθεια καταπολέμησης των θέσεων που προασπιζόταν ο Άρειος, συγγράφοντας κείμενα όπως το Κατά Ειδώλων και το Περί Ενανθρωπήσεως του Λόγου. Το 325 πληροφορούμαστε ότι ήδη έχει χειροτονηθεί διάκονος όπου και συμμετέχει ενεργώς ως γραμματέας στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία είχε συγκληθεί από το Μέγα Κωνσταντίνο με σκοπό τη διευθέτηση των θεολογικών συγκρούσεων που ταλάνιζαν τις χριστιανικές εκκλησίες.

Το 328 μετά την κοίμηση του πνευματικού του Πατέρα και επισκόπου Αλεξανδρείας Αλεξάνδρου, με σύμφωνη απόφαση κλήρου και λαού, χειροτονήθηκε επίσκοπος, ένεκα του μεγάλου ζήλου και της φήμης που είχε αποκτήσει ως «ανυποχώρητου μαχητή». Χειροτονήθηκε σε ηλικία 33 ετών, στις 8 Ιουλίου του 328. Μετά την εκλογή του, άρχισε σημαντικό ποιμαντικό έργο, μελέτησε τις ανάγκες μοναχών, κληρικών και λαϊκών για τη καλύτερη δυνατή συμβίωση και εναρμόνιση των ρόλων τους στο εκκλησιαστικό πλαίσιο. Επίσης ανέπτυξε έντονη αντιαιρετική δράση, με κύριο στόχο την διάδοση του ορθού δόγματος της ομοουσιότητας του Πατρός και του Υιού, ενώ υπήρξε και προεξάρχων μεγάλου φιλανθρωπικού έργου στη περιοχή της Αλεξάνδρειας.

Ο Μέγας Αθανάσιος, ο επονομαζόμενος και «στύλος της ορθοδοξίας», διετέλεσε Επίσκοπος για 46 έτη, εκ των οποίων τα 17 τα πέρασε στην εξορία. Μετά την καταδίκη του από την Α' Οικουμενική Σύνοδο, ο Άρειος δεν συμμορφώθηκε προς τις αποφάσεις της, μολονότι καθαιρέθηκε και εξορίστηκε. Την ομολογία της πίστεως του Αρείου την έκανε δεκτή και ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, επηρεασμένος από τον πρωτοστάτη των απόψεων του αρειανισμού, τον Ευσέβιο Νικομήδειας, διατάσσοντας ο Άρειος να γίνει δεκτός στην εκκλησιαστική κοινωνία. Ο Αθανάσιος εναντιώθηκε, διότι ερχόταν σε σύγκρουση με τα επιχειρήματα και τις αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας. Αυτό είχε αποτέλεσμα την μήνη των αρειανιστών επισκόπων, οι οποίοι βρήκαν την ευκαιρία να εκδιώξουν τον Αθανάσιο λόγω της μαχητικότητας και της αποτελεσματικότητάς του εναντίον τους.

Οι επίσκοποι που συντάχθηκαν με τις θέσεις του Αρείου συνασπίστηκαν με άλλους επισκόπους, τους λεγόμενους Μελιτιανούς, στέλνοντας αντιπροσωπεία στον αυτοκράτορα, κατηγορώντας τον Αθανάσιο για επιβολή φόρων υπέρ της εκκλησίας, για μαγεία και πορνεία. Αρχικά συγκλήθηκε σύνοδος στην Καισάρεια, την οποία και δεν παραβρέθηκε, γνωρίζοντας ότι ήταν προμελετημένη σκευωρία των αντιπάλων επισκόπων. Ο Αυτοκράτορας όμως συγκάλεσε και δεύτερη σύνοδο στην Τύρο, διαμηνύοντάς του, ότι αν δεν παρευρισκόταν, θα ασκούνταν βία προκειμένου να παραστεί. Έτσι εμφανίστηκε, καταρρίπτοντας όλες τις κατηγορίες.
Ο Αθανάσιος βρέθηκε μετά τη σύνοδο, σε δύσκολη θέση παίρνοντας μηνύματα σε βάρος της ζωής του. Γι' αυτό το λόγο πήρε το δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη, να δει τον Αυτοκράτορα και να του ζητήσει την προστασία του. Οι αντίπαλοί του όμως πέτυχαν όχι μόνο να μην ακροασθεί, αλλά και να εξοριστεί στη Γαλατία, πείθοντας τον Αυτοκράτορα με ψευδής κατηγορίες. O ίδιος δε, φαίνεται να ήταν δυσαρεστημένος σε βάρος του Αθανασίου για τη έντονη κριτική που του ασκούσε. Αυτή ήταν η πρώτη του εξορία που διήρκεσε 2 έτη και 4 μήνες, επιστρέφοντας το 337 μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Η επιστροφή του Αθανασίου, συνεχίστηκε με πολλές συκοφαντίες, και στη προσπάθεια να τους αντικρούσει συγκάλεσε σύνοδο, όπου παρευρέθηκαν 100 επίσκοποι, που διακήρυξαν την αθωότητα του.

Το ίδιο και Αρειανοί, πράττοντας το ακριβώς αντίθετο και πείθοντας το νέο φιλοαρειανό Αυτοκράτορα Κωνστάντιο. Έτσι εξορίζεται στη Ρώμη που ο Ιούλιος επίσκοπος Ρώμης, συγκαλεί σύνοδο και κηρύσσει την αθωότητα του. Ο Αυτοκράτορας Κωνστάντιος πιέζει τον αδερφό του Κώνστα να παρατείνει την εξορία του, παρά τη συνοδική απόφαση, η οποία γίνεται δεκτή από τους ορθοδόξους επισκόπους. Αποτέλεσμα ήταν η επιστροφή του, το 346, 6 έτη μετά την εξορία του. Ο Αθανάσιος λόγω του ποιμαντικού έργου που διενήργησε, αγαπήθηκε και αγκαλιάστηκε από τους Χριστιανούς της Ρώμης.

Το 356, ο Κώνστας δολοφονείται, ο Κωνστάντιος γίνεται αυτοκράτορας του Δυτικού και του Ανατολικού μέρους της Αυτοκρατορίας και οι αντίπαλοι εκμεταλλευόμενοι τα φιλοαρειανά αισθήματα του, κινούνται αποφασιστικά. Καλούν σύνοδο, καθαιρούν τον Αθανάσιο και στέλνουν άγημα 5000 στρατιωτών με τον στρατηλάτη Συριανό, με σκοπό να τον εξοντώσουν οριστικά . Την ώρα που τελεί την παννυχίδα σε ναό, με πλήθος πιστών, ο ίδιος φυγαδεύεται στη έρημο, που παραμένει για άλλα έξι έτη.

Στην επιστροφή του, μετά το θάνατο του Κωνστάντιου, στο θρόνο ανεβαίνει ο Ιουλιανός. Η σύγκρουση μεταξύ των δύο θέλω των ανδρών εμφανίζεται άμεσα. Ο Ιουλιανός θέλει να επαναφέρει το καθεστώς του πανθέου, από την άλλη ο Αθανάσιος μάχεται με όλες του τις δυνάμεις για την αποκατάσταση της εκκλησίας. Ο Ιουλιανός πληροφορείται για τη δράση του Αθανασίου και διατάσσει νέα εξορία. Το 362 εξορίζεται στη Θηβαΐδα μέχρι το θάνατο του Ιουλιανού. Όμως έμελλε να εξοριστεί ακόμα μια φορά ο Αθανάσιος. Ενώ επέστρεψε και αρχικά προχώρησε απρόσκοπτα το έργο του, επί εποχής Ιοβιανού μέχρι το 364 και το θάνατό του, τον διαδέχεται ο Ουαλεντινιανός Α΄, ο οποίος ήταν οπαδός του Αρείου και εκδιώκει τον Αθανάσιο. Ο Αθανάσιος πληροφορούμαστε ότι αυτή την εποχή κρυβόταν «εν πατρώο μνήματι». Μέσα σε τέσσερις μήνες όμως φοβούμενος εξέγερση από την αγανάκτηση των κατοίκων της Αλεξάνδρειας, ανακάλεσε από την εξορία τον Αθανάσιο. Έκτοτε μέχρι και τον θάνατο του, παρέμεινε στο θρόνο του, χωρίς άλλους διωγμούς.

Περίπου το 319 όταν ο Αθανάσιος ήταν διάκονος, ένας πρεσβύτερος που ονομαζόταν Άρειος άρχισε να διδάσκει ότι υπήρχε χρονική περίοδος πριν γεννήσει ο Πατήρ τον Υιό. Μάλιστα διάνθιζε τις διδασκαλίες του με περαιτέρω νεωτερισμούς, αφού πέραν από το ότι θεωρούσε το Λόγο κτίσμα, μιλούσε περί γεννήσεως δύο Λόγων, περί ανυπαρξίας ψυχής στον Ιησού, περί της μη σταυρικής θυσίας Του, αλλά μάλιστα προσέθετε και άλλες θεολογικές απόψεις οι οποίες ακρωτηρίαζαν την θεότητα και τη σωτηριολογική προοπτική του ενσαρκωμένου Λόγου. Ο Αθανάσιος διάκονος ακόμα συνόδευσε τον Αλέξανδρο, επίσκοπο Αλεξανδρείας στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, στην οποία είχε το ρόλο του γραμματέως, από την οποία προέκυψε το Σύμβολο της Πίστεως και κατά την οποία αναθεματίστηκε ο Άρειος και οι ακολουθούντες αυτόν.

Στις 8 Ιουλίου 328, ο Αθανάσιος διαδέχθηκε τον Αλέξανδρο ως επίσκοπος Αλεξανδρείας. Ως αποτέλεσμα της δυναμικής απόκρουσης του Αρειανισμού, της ισχυρής θεολογικής θεμελίωσης κατά των αιρετικών διδασκαλιών αλλά και μείωσης της επιρροής του, εξορίστηκε αρχικά από την Αλεξάνδρεια στην Τύρο, από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Α' για να επανέλθει μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου πέντε ακόμα φορές. Η κατάσταση αυτή γέννησε την έκφραση "Athanasius contra mundum" ή "Ο Αθανάσιος εναντίον του κόσμου", η οποία του αποδόθηκε από τους αντιπάλους του. Κατά τη διάρκεια μερικών εξοριών του, έμεινε κοντά σε Πατέρες της Ερήμου, μοναχούς και ερημίτες που ζούσαν σε απομακρυσμένες περιοχές της Αιγύπτου. Παρά όμως τη δογματική του σταθερότητα, επέδειξε υψηλή διπλωματία, υπερασπιζόμενος την Ορθοδοξία στη Σύνοδο της Αλεξανδρείας το 362.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Ἔργοις λάμψαντες Ὀρθοδοξίας, πᾶσαν σβέσαντες, κακοδοξίαν, νικηταὶ τροπαιοφόροι γεγόνατε• τῇ εὐσεβείᾳ τὰ πάντα πλουτήσαντες, τὴν Ἐκκλησίαν μεγάλως κοσμήσαντες, ἀξίως εὕρατε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν, δωρούμενον πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.

Αναδημοσίευση κειμένου από: voiotosp.blogspot.com
Περισσότερα...

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Ο Άγιος Αντώνιος


Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στο βίο του Αγίου Αντωνίου, του μεγάλου αυτού ασκητού της ερήμου.

Ο Μέγας Αντώνιος γεννήθηκε περί το 251 μ.Χ. στην πόλη Κομά της Άνω Αιγύπτου, κοντά στη Μέμφιδα, από γονείς ευλαβείς και εύπορους. Έζησε στα χρόνια των αυτο- κρατόρων Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) και Μαξιμιανού (285-305 μ.Χ.) μέχρι και την εποχή του ευσεβούς αυτο- κράτορα Κωνσταντίνου και των παιδιών του.



Από την παιδική του ηλικία ήταν ολιγαρκής και αυτάρκης. Σε νεαρή ηλικία, περίπου 20 ετών, έχασε τους γονείς του. Έξι μήνες μετά την κοίμηση των γονέων του, άκουσε στην εκκλησία την Ευαγγελική περικοπή του πλουσίου νεανίσκου, στην οποία αναφέρεται, ότι ο Χριστός είπε στον πλούσιο νέο: «πώλησον τα υπάρχοντά σου και δος πτωχοίς».

Τόση μεγάλη εντύπωση προξένησε η ευαγγελική αυτή προτροπή στην ψυχή του Αντωνίου, ώστε αμέσως μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς, αφού φύλαξε τα απολύτως αναγκαία για την συντήρηση αυτού και της μικρής του αδελφής, την οποία φρόντισε να παραδώσει σε νέες που είχαν αφιερωθεί στη χριστιανική αρετή, βέβαιος ότι κοντά τους θα είναι πάντα ασφαλής. Από τότε ο Άγιος Αντώνιος άρχισε να ζει ασκητικό βίο, εργαζόμενος αδιάκοπα και υποβαλλόμενος σε αυστηρή νηστεία, για να κατανικήσει τους πειρασμούς της σάρκας, αγρυπνώντας ολόκληρη τη νύχτα και τρώγοντας ελάχιστα.

Στη συνέχεια απήλθε σε τόπο έρημο και μακρινό όπου η τροφή του ήταν ελάχιστη. Εκεί υπερνίκησε, με τη χάρη του Θεού, νέους πειρασμούς. Αργότερα πήγε κοντά στα ερείπια ενός φρουρίου και κατοίκησε σε σπήλαιο χωρίς να τον βλέπει κανένας και χωρίς να δέχεται κανέναν παρά μόνο έναν γνωστό του, ο οποίος του έφερνε κάθε έξι μήνες ψωμί για ολόκληρο το εξάμηνο. Νύχτα και ημέρα έκανε ασκητικούς αγώνες με τους οποίους νέκρωσε τα σκιρτήματα των παθών, έφτασε στο βαθμό της απάθειας, υπερβαίνοντας τα όρια της ανθρώπινης φύσης.

Μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια ασκήσεως και αφού έφθασε σε ύψη πνευματικής τελειώσεως, εμφανίσθηκε στον κόσμο και τότε άρχισαν να συρρέουν περί αυτόν πολλοί που τον θαύμαζαν ως ασκητή και θαυματουργό. Μαρτυρείται ότι, ενώ ο Άγιος βρισκόταν ακόμα στη ζωή, έβλεπε τις ψυχές των ανθρώπων που εξέρχονταν από το σώμα τους, καθώς και τους δαίμονες που τις οδηγούσαν. Το γεγονός αυτό είναι πολύ θαυμαστό, αφού μια τέτοια δυνατότητα είναι γνώρισμα μόνο νοερής και ασώματης φύσεως. Το έτος 311 μ.Χ., κατά τον διωγμό του αυτοκράτορα Μαξιμίνου (307-313 μ.Χ.), κατήλθε στην Αλεξάνδρεια, για να ενθαρρύνει και να βοηθήσει τους πιστούς, τους Ομολογητές και τους Μάρτυρες. Όταν έπαυσε ο διωγμός, ο Όσιος επανήλθε στην έρημο, αλλά επειδή αισθανόταν ενοχλημένος από την παρουσία πολλών, που πήγαιναν για να τον συναντήσουν, έφυγε από εκεί και ήλθε σε τόπο έρημο, ο οποίος βρισκόταν σε ψηλό βουνό, κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα. Και εκεί όμως προσέρχονταν πολλοί για να λάβουν την ευλογία του, να διδαχθούν και να θεραπευθούν. Θεράπευσε δε τους ασθενείς «ου προστάζων, αλλά ευχόμενος και τον Χριστόν ονομάζων».

Οι ενάρετες πράξεις του έγιναν γνωστές και έφεραν πλήθος μιμητών, ώστε η έρημος μεταμορφώθηκε σε «πόλη». Σ’αυτήν την «πόλη» ο Μέγας Αντώνιος ήταν ο νομοθέτης και ιδρυτής του μοναχικού βίου. Στην έρημο γνώρισαν τον Άγιο Αντώνιο, ο Μέγας Βασίλειος και ο Μέγας Αθανάσιος. Ο Μέγας Αθανάσιος μάλιστα, έγραψε τον βίο του.

Η φήμη του Οσίου Αντωνίου έφθασε μέχρι τους βασιλείς, τόσο ώστε ο Μέγας Κωνσταντίνος και οι υιοί του, Κωνστάντιος και Κώνστας, έγραφαν σε αυτόν, σαν να ήταν πατέρας τους και τον παρακαλούσαν να τους απαντήσει. Κατά την διάρκεια του ασκητικού του βίου ποτέ δεν άλλαξε ένδυμα και ποτέ δεν ένιψε το σώμα ή τα πόδια του με νερό. Ο Όσιος, αν και αγράμματος στην ανθρώπινη σοφία, ήταν σοφός κατά Θεόν.

Δίδασκε στους μαθητές του να μην θεωρούν τίποτε ανώτερο από την αγάπη του Χριστού και να μη νομίζουν ότι, επειδή απέχουν από τα κοσμικά αγαθά, στερούνται κάτι αξιόλογο. Δεν πρέπει, έλεγε, να λησμονάμε ότι ο ανθρώπινος βίος είναι πρόσκαιρος, συγκρινόμενος προς το μέλλοντα αιώνα. Για αυτό δεν πρέπει να κοπιάζουμε για την απόκτηση πρόσκαιρων αγαθών, τα οποία δεν μπορούμε να πάρουμε μαζί μας, αλλά για την απόκτηση αιώνιων αγαθών, δηλαδή της φρονήσεως, της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης, της ανδρείας, της συνέσεως, της αγάπης.

Ο Μέγας Αντώνιος, αφού έζησε εκατόν πέντε έτη, κοιμήθηκε το 356 μ.Χ. Αν και, όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος, μία από τις τελευταίες επιθυμίες του Οσίου Αντωνίου ήταν να μείνει κρυφός ο τόπος της ταφής του, οι μοναχοί που μόναζαν κοντά του, έλεγαν ότι κατείχαν το ιερό λείψανό του, το οποίο επί Ιουστινιανού (561 μ.Χ.), κατατέθηκε στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια και από εκεί αργότερα, το 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄.

Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν τοῖς τρόποις μιμούμενος, τῷ Βαπτιστῇ εὐθείαις ταῖς τρίβοις ἑπόμενος, Πάτερ Ἀντώνιε, τῆς ἐρήμου γέγονας οἰκιστής, καὶ τὴν οἰκουμένην ἐστήριξας 
εὐχαῖς σου, διὸ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Αναδημοσίευση κειμένου από: adonios.wordpress.com
Περισσότερα...

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Οι εν Σινά και Ραϊθώ αναιρεθέντες


Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στους Αγίους Τριάντα Οκτώ Αββάδες τους εν τω όρει Σινά αναιρεθέντας και στους Αγίους Τριάντα Τρεις Πατέρες Αββάδες τους εν τη Ραϊθώ αναιρεθέντας, τη μνήμη των οποίων η Εκκλησία μας τιμά κάθε χρόνο στις 14 Ιανουαρίου.

Ο βίος λοιπόν και το μαρτύριό τους, όπως τα διαβάζουμε στο συναξάρι της Εκκλησίας μας, έχουν ως εξής:



Οι Άγιοι Τριάντα Οκτώ Αββάδες οι εν τω όρει Σινά αναιρεθέντες.


Η ιερότητα του όρους Σινά ήταν επόμενο να ελκύσει ψυχές Οσίων και Αναχωρητών, οι οποίοι κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, ζητούσαν την ελεύθερη λατρεία, την ησυχία και την προσευχή σε ερημικούς τόπους. Ο τόπος εκείνος χωρίς να δίνει ανέσεις ήταν κατάλληλος για την πνευματική ανύψωση της ψυχής. Επιπλέον δε οι εντυπώσεις που έρχονταν στο νου από τις διηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης για το όρος Σινά ενίσχυαν την ησυχία του τόπου και την ολόψυχη αφοσίωση προς τον Θεό.

Επειδή τότε δεν υπήρχε κτισμένο μοναστήρι, οι παλαιοί εκείνοι Αναχωρητές και Ασκητές χρησιμοποιούσαν ως κελιά τους, σπήλαια ή καλύβες, τις οποίες έκτιζαν σε μικρή απόσταση τη μία από την άλλη.

Οι Άγιοι αυτοί Πατέρες εφονεύθησαν από τους Βλέμμυες, βάρβαρο λαό που κατοικούσε σε όλη την έρημο, από την Αραβία μέχρι την Αίγυπτο και την Ερυθρά Θάλασσα και άρχισε τις επιδρομές το 373 μ.Χ.

Αλλά και πριν από πολλά χρόνια, επί της εποχής της βασιλείας του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ) και όταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ήταν ο Πέτρος (300-311 μ.Χ.), εφονεύθησαν και άλλοι Όσιοι Πατέρες που ησύχαζαν στο όρος Σινά. Συγκεκριμένα, στο όρος Σινά κατοικούσαν και Σαρακηνοί. Αυτοί, όταν πέθανε ο αρχηγός τους, ξεσηκώθηκαν και σκότωσαν πολλούς ασκητές. Όσοι από αυτούς διέφυγαν το θάνατο κατέφυγαν σε ένα οχύρωμα. Τότε, κατά θεία πρόνοια, φάνηκε την νύχτα στους Σαρακηνούς μια φλόγα που κατάκαιγε όλο το όρος Σινά και έφθανε ως τον ουρανό. Μόλις είδαν την φλόγα αυτή οι Σαρακηνοί, φοβήθηκαν πολύ, άφησαν κάτω τα όπλα τους και έφυγαν.

Οι Ασκητές που εφονεύθησαν ήταν τριάντα οκτώ και είχαν διάφορες πληγές στα σώματά τους. Άλλων δηλαδή είχαν αποκοπεί οι κεφαλές, ενώ άλλων μόλις κρατούνταν από ένα μικρό τμήμα δέρματος. Κάποιους μάλιστα, οι βάρβαροι τους έκοψαν στη μέση και χώρισαν τα σώματά τους σε δύο μέρη.

Από τα φονικά σπαθιά διεσώθησαν δύο Άγιοι, ο Σάββας και ο Ησαΐας, οι οποίοι και έθαψαν τους φονευθέντες και διηγήθηκαν τα σχετικά με αυτούς.


Οι Άγιοι Τριάντα τρεις Πατέρες Αββάδες οι εν τη Ραϊθώ αναιρεθέντες.

Έως δύο μέρες μακριά από το όρος Σινά, προς την Ερυθρά Θάλασσα, ήταν η έρημος Ραϊθώ, στο εσωτερικό της οποίας ζούσαν Χριστιανοί Αναχωρητές και Ασκητές. Αυτοί οι μακαριστοί Πατέρες διένυαν τον ασκητικό αγώνα εκεί που είναι οι δώδεκα πηγές των υδάτων και εβδομήντα στέλεχοι των φοινίκων. Οι μοναχοί αυτοί πραγματοποιούσαν παράλληλα προς το ασκητικό τους έργο και τη μεγάλη εντολή του κηρύγματος του Ευαγγελίου στους αλλοεθνής. Αλλά την ίδια ημέρα κατά την οποία έγινε η σφαγή των Πατέρων στο Σινά, οι βάρβαροι αποφάσισαν να εξολοθρεύσουν και τους Πατέρες της Ραϊθώ.

Οι τριακόσιοι Βλέμμυες πήραν αιχμαλώτους τις γυναίκες και τα παιδιά των Φαρανιτών και πήγαν στο Κάστρο, όπου είχαν την εκκλησία τους ο Άγιοι Πατέρες. Εκείνοι, μόλις αντελήφθησαν τους βαρβάρους, έκλεισαν την πόρτα του Ναού και περίμεναν τον θάνατο. Ο προεστός της μονής, Παύλος, ο οποίος θεωρείται ότι καταγόταν από την πόλη των Πατρών, θύμισε στους αδελφούς ότι ο σκοπός της ζωής τους είναι ο Χριστός και η βασιλεία Του και ότι υπέρ αυτής ήσαν η προσευχή τους, η μελέτη τους, οι πόθοι και τα έργα τους και τώρα παρουσιάζεται λαμπρή ευκαιρία να αποκτήσουν τον στέφανο του μαρτυρίου, χύνοντας και αυτό το αίμα τους υπέρ του Κυρίου και μισθαποδότου τους. Τους παρακίνησε δε, να ευχηθούν υπέρ των φονέων τους, οι οποίοι ήταν πραγματικά δυστυχείς και εξέφρασε την ελπίδα ότι η θυσία αυτή θα συντελέσει στην αύξηση του δένδρου της πίστεως. Οι Πατέρες επικρότησαν τα λόγια αυτά και προσευχήθηκαν. Οι Βλέμμυες τότε, έσπασαν την πόρτα, εισήλθαν μέσα και έσπειραν τον θάνατο κατά διαφόρους τρόπους.

Τις σφαγές αυτές και τις αναιρέσεις διηγούνται ο μακάριος Νείλος ο Ασκητής, ο οποίος είχε διατελέσει έπαρχος Κωνσταντινουπόλεως, ο Αμμώνιος μοναχός στη Διήγησή του, καθώς και ο Αναστάσιος μοναχός ο Σιναΐτης κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Αρχικά η μνήμη τους εορταζόταν στις 28 Δεκεμβρίου, επικράτησε όμως να εορτάζεται στις 14 Ιανουαρίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Ὡς ἁγιόλεκτος τοῦ Λόγου χορεία, ἐν τῷ Σινᾷ καὶ Ῥαϊθῷ οἱ Ἀββάδες, ἀγγελικῶς ἠρίστευσαν ἀγῶσιν ἱεροῖς· ἱδρῶσι γὰρ ἀσκήσεως, τῶν αἱμάτων τοὺς ὄμβρους, μυστικῶς κεράσαντες, χαρισμάτων κρατῆρα, πνευματικῶς προτίθενται ἡμῖν, ἐξ οὗ τρυφῶντες, αὐτοὺς μακαρίσωμεν.

Αναδημοσίευση κειμένου από: synaxarion.gr
Περισσότερα...

Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης


Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας εορτάζει στις 10 Ιανουαρίου, μέσα από κέιμενα του Πρωτ. π. Γεωρ- γίου Παπαβαρνάβα και του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.κ. Ιεροθέου.

Ο Άγιος Γρηγόριος ήταν Επίσκοπος Νύσσης, μιας μικρής Επισκοπής, την οποία όμως ανέδειξε μεγάλη και περιφανή με την αγιότητα της πολιτείας του.



Γεννήθηκε στην Νεοκαισάρεια του Πόντου το 335 μ. Χ. από γονείς ευσεβείς, τον Βασίλειο και την Εμμέλεια. Σπούδασε στην Νεοκαισάρεια ή την Καισάρεια. Λόγω του θανάτου του πατέρα του δεν μπόρεσε να συνεχίσει τις σπουδές του σε Σχολές εκτός της πατρίδας του, όπως ο αδελφός του Μέγας Βασίλειος. Μαθήτευσε κοντά στον σοφιστή Λιβάνιο, αλλά την συστηματικότερη παιδεία την έλαβε από τον αδελφό του Μέγα Βασίλειο, την μητέρα του Εμμέλεια, την αδελφή του Μακρίνα, και την γιαγιά του Μακρίνα, η οποία ήταν μαθήτρια του Αγίου Γρηγορίου του θαυματουργού, ο οποίος φανερώθηκε «εν οράματι» στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης και του απήγγειλε το Σύμβολον της πίστεως που συνέταξε.

Νυμφεύθηκε την Θεοσεβεία, την πρόωρη κοίμηση της οποίας αντιμετώπισε με μεγάλη ανδρεία.

Εξορίσθηκε από τους αρειανούς, αλλά μετά τον θάνατο του αρειανού αυτοκράτορα Ουάλη, το 378, και την ανάληψη της εξουσίας από τον Ορθόδοξο αυτοκράτορα Γρατιανό, επέστρεψε και πάλι στην Επισκοπή του. Την χαρά του όμως αυτή διαδέχθηκε η θλίψη για την κοίμηση του αδελφού του Μεγάλου Βασιλείου.

Κατέλιπε πλούσιο συγγραφικό έργο με κείμενα ερμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά, λόγους ηθικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικούς, επιταφίους και επιμνημόσυνο λόγο στον αδελφό του Βασίλειο. Όταν διαβάζει κανείς τα έργα του, χαίρεται την ευρύτητα της σκέψεώς του, την γονιμότητα της διδασκαλίας του, αλλά, κυρίως και προ παντός, την μεγάλη του ευαισθησία. Ασχολείται με θέματα πολύ δύσκολα, και όμως δεν αφίσταται της Ορθοδόξου Παραδόσεως.

Στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης συναντούμε την διδασκαλία ότι το βαθύτερο έργο της Εκκλησίας είναι η θεραπεία του ανθρώπου, που επιτυγχάνεται μέσα από την κάθαρση, και ότι σκοπός του ανθρώπου είναι η θέωση. Βέβαια, και άλλοι Πατέρες αναλύουν αυτήν την πραγματικότητα, αλλά ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης επιχειρεί λεπτομερή ανάλυση. Στο έργο του “εις τον βίον Μωϋσέως”, το οποίο είναι υπόδειγμα θεολογικού λόγου, κάνει θαυμάσιες προεκτάσεις και παρατηρήσεις.

Γενικά, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, αδελφός του Μ. Βασιλείου, ασχολήθηκε με θέματα τα οποία ήταν δυσεπίλυτα για το ανθρώπινο πνεύμα. Η μεγάλη του ευαισθησία, που φαίνεται στις συνομιλίες που είχε με την αδελφή του Μακρίνα, πριν εκείνη κοιμηθεί, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει τον θάνατό της, όπως και η στάση του απέναντι στον χωρισμό από την αδελφή του, κάνει τρομερή εντύπωση. Ήταν πραγματικά μεγάλος θεολόγος, αλλά και αρκετά ευαίσθητος πνευματικός πατέρας.

Η αξία της μεγάλης του προσωπικότητος αναγνωρίστηκε από όλη την Εκκλησία. Μετά τον θάνατο του αδελφού του, Μ. Βασιλείου, που έγινε το 379, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης ανέλαβε διάφορες εκκλησιαστικές πρωτοβουλίες για την κατοχύρωση της ορθοδόξου πίστεως έναντι των Χριστολογικών αιρέσεων της εποχής του. Δυναμική ήταν η παρουσία του στην Σύνοδο της Αντιοχείας το 379 μ.Χ. καθώς επίσης και η αποστολή του στον Πόντο και την Αραβία για την ειρήνευση της Εκκλησίας. Γενικά, ο Άγιος Γρηγόριος απέκτησε μεγάλο κύρος, και γι’ αυτό ενδιαφερόταν για την ρύθμιση διαφόρων εκκλησιαστικών υποθέσεων, κυρίως σε δογματικά ζητήματα.

Σημαντική ήταν η παρουσία του στην Β’ Οικουμενική Σύνοδο, στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ. Βέβαια, στην Σύνοδο αυτή επικράτησε η θεολογία του αδελφού του, Μ. Βασιλείου, που είχε κοιμηθεί δύο χρόνια πριν από την σύγκληση της Συνόδου, αλλά ο Άγιος Γρηγόριος αποδείχθηκε ο θεολογικός εκφραστής της Συνόδου.

Κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου, ο Άγιος Γρηγόριος ανέγνωσε μπροστά στον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο μελέτη του, που αντέκρουε τις απόψεις του Ευνομίου, ο οποίος (Ευνόμιος) είχε καταφερθεί εναντίον του Μ. Βασιλείου. Συγκεκριμένα ο Μ. Βασίλειος έγραψε εναντίον των αιρετικών θέσεων του Ευνομίου. Η επιχειρηματολογία του Μ. Βασιλείου τόσο πολύ εξέπληξε τον Ευνόμιο, ώστε απήντησε μετά δεκατέσσερα χρόνια με το έργο του “απολογία υπέρ απολογίας”. Τότε, όμως, δεν ήταν δυνατόν να απαντήσει ο Μ. Βασίλειος, γιατί βρισκόταν προς το τέλος της ζωής του. Την αποστολή αυτή εξεπλήρωσε με επιτυχία ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Με τρία βιβλία του κονιορτοποίησε στην κυριολεξία τις απόψεις του Ευνομίου, υπερασπιζόμενος τόσο την ορθόδοξη πίστη, όσο και την μνήμη του αδελφού του. Τα συγγράμματα αυτά συγκαταλέγονται στα άριστα αντιαιρετικά κείμενα.

Στην Β’ Οικουμενική Σύνοδο αναγνωρίστηκε από όλους ως ο κατ’ εξοχήν θεολόγος. Αυτός διάβασε την εισηγητική ομιλία στην Σύνοδο, εξεφώνησε τον επικήδειο λόγο στον Μελέτιο Αντιοχείας, που ήταν Πρόεδρος της Συνόδου, εξεφώνησε την ομιλία κατά την ενθρόνιση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, και όπως πιστεύεται, αυτός έδωσε την τελική μορφή στο Σύμβολο της Πίστεως, αυτός συνέταξε το άρθρο περί του Αγίου Πνεύματος: “Και εις το Πνεύμα το άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το σύν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον το λαλήσαν δια των Προφητών”. Μάλιστα, λέγεται ότι στην εικονογράφηση της Β’ Οικουμενικής Συνόδου ο Άγιος Γρηγόριος παρουσιάζεται ως ο πρακτικογράφος της Συνόδου.

Πριν από την λήξη των εργασιών της Συνόδου αυτής ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος εξέδωσε διάταγμα, δια του οποίου ο Άγιος Γρηγόριος ορίστηκε ως ένας από τους τρεις επισκόπους, που θα είναι πρότυπο πίστεως για τους επισκόπους του Πόντου, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι όσοι δεν συμφωνούσαν με την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου και δεν είχαν κοινωνία μαζί του, ήταν αιρετικοί.

Μετά την Σύνοδο ανέλαβε περιοδείες στην Συρία, την Παλαιστίνη και την Αραβία για την λύση διαφόρων εκκλησιαστικών προβλημάτων, καθώς επίσης συμμετέσχε σε συνόδους για την κατοχύρωση της ορθοδόξου πίστεως. Όλα αυτά δείχνουν ότι είχε μεγάλο κύρος στον ορθόδοξο χώρο. Μάλιστα, σε αυτόν ανατέθηκε να εκφωνήσει τους επικηδείους λόγους στην βασιλόπαιδα Πουλχερία και την Βασίλισσα Πλακίλλα.

Πέρα από αυτά τα γεγονότα, που είναι γνωστά στην εκκλησιαστική ιστορία από τις εκκλησιαστικές δραστηριότητες του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, υπάρχουν και συνοδικά κείμενα που τον θεωρούν μεγάλο οικουμενικό πατέρα της Εκκλησίας. Η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος, αναγνωρίζοντας την αξία της προσωπικότητος και της θεολογίας του, τον ονόμασε “άνδρα μετά τον αδελφόν δεύτερον έν τε λόγοις και εν τρόποις”. Η φράση αυτή εννοεί ότι ήταν δεύτερος μετά τον αδελφό του τον Μ. Βασίλειο. Αλλά και η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος, τετρακόσια χρόνια μετά την κοίμησή του, του έδωσε τον μοναδικό τίτλο που δόθηκε σε θεολόγους της Εκκλησίας τον ονόμασε “πατέρα πατέρων”. Μάλιστα, είναι γνωστή η απάντηση που έδωσε ο Μ. Βασίλειος, όταν εκφράσθηκαν απορίες, γιατί έναν τέτοιον μεγάλης αξίας άνθρωπο τον έκανε επίσκοπο της ασήμου πόλεως Νύσσης, που φαίνεται ότι αναφέρεται στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης και όχι στον Άγιο Γρηγόριο Θεολόγο, επειδή υπάρχει η λέξη “αδελφός”: “Έστω Επίσκοπος μη εκ του τόπου σεμνυνόμενος, αλλά τον τόπον σεμνύνων αφ’ εαυτού”.

«Ετελειώθη εν ειρήνη» το έτος 395 μ. Χ.
Περισσότερα...

Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015

Σύναξις Ιωάννου Προδρόμου


Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στη Σύναξη του Τιμίου, Ενδόξου, Προφήτου, Προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου, μέσα από τον «Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας», του Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, τ. Ιανουαρίου, σελ. 99-102.

Από πολύ παλιά έχει καθορισθεί να εορτάζουμε κατά την επομένη ημέρα των Αγίων Θεοφανείων την Σύναξη του Προφήτου, Προδρόμου και Βαπτιστού, για το λόγο ότι αξιώθηκε να βαπτίσει τον Ιησού Χριστό.


Ο Τίμιος Πρόδρομος υπήρξε ο Όρθρος που ανήγγειλε τον ερχομό της ημέρας του Κυρίου. Ο Όρθρος που προηγήθηκε της Ανατολής του Ηλίου της δικαιοσύνης. Έτσι τον ονομάζει ένας ύμνος των Θεοφανείων .

«Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου». Ομιλεί το στόμα του Ασκητού. Ο χαρισματικός άνθρωπος που αναδείχθηκε «μείζων εν γεννητοίς γυναικών». Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος κηρύσσει προδρομικά μέσα στην έρημο το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού. Ξαναθυμίζει τα προφητικά λόγια του Ησαΐου ο Ευαγγελιστής Μάρκος, που βεβαίως αναφέρονται στον μεγάλο ερημίτη του Ιορδάνου. Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος κηρύσσει, με πέντε βαρυσήμαντες λέξεις ό,τι θα διδάξει λίγο αργότερα ο Ιησούς: «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών».

Λίγες σε αριθμό οι λέξεις του, αλλά βαριές σε δύναμη μαρτυρίας. Ο άγγελος της ερήμου προετοιμάζει τον ερχομό του Κυρίου και κηρύσσει συνοπτικά τις διαστάσεις του λυτρωτικού του έργου. Το προδρομικό αυτό έργο του Ιωάννου καθαγιάζεται και επικυρώνεται από τον εν Τριάδι Θεό στο γεγονός της βαπτίσεως του Κυρίου. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν αναμφίβολα μια ασκητική φυσιογνωμία. «Είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού, η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον ». Αυτό σημαίνει πως ο Ιωάννης ήταν συγχρόνως και πρόδρομος, αλλά και υπόσχεση όλων των Αγίων Ασκητών της χριστιανικής ερήμου. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι το βασικό έργο του Ιωάννου ήταν ν' αφυπνίσει τις συνειδήσεις των ακουόντων το κήρυγμά του και όχι να θωπεύσει τα αυτιά τους.

Το κήρυγμά του, κήρυγμα μετανοίας, σκόπευε στην συνειδητοποίηση και εξαγόρευση της ενοχής τους, των αμαρτιών τους. «Και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται, και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ' αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών».

Η μαρτυρία, η φωνή του αγγέλου της ερήμου είναι η ίδια η φωνή της Εκκλησίας που βοηθά τον άνθρωπο να αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Χριστού τον Μεσσία μέσα στην ξερή και άνυδρη έρημο του παρόντος κόσμου.

Η Εκκλησία μάς καλεί στη σημερινή εορτή να ακούσουμε την «φωνή βοώντος εν τη ερήμω...» και να προετοιμάσουμε όλοι μας «την οδόν Κυρίου», για να εξανθίσει η έρημος που ζούμε και λέγεται σύγχρονη κοινωνία και ο καθένας μας να βιώσει το βαθύτερο και πολυδύναμο νόημά της με το « απελθείν εις ερημίαν των παθών του».

Όμως, την ημέρα αυτή εορτάζουμε και το γεγονός της μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη της τιμίας Χειρός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που έγινε κατά τον ακόλουθο τρόπο:

Όταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς μετέβη στην πόλη Σεβαστή στην οποία είχε ενταφιασθεί το τίμιο λείψανο του Προδρόμου, παρέλαβε από τον τάφο τη δεξιά χείρα του Αγίου Ιωάννου και την μετέφερε στην Αντιόχεια. Δια της δεξιάς χειρός του Προδρόμου γίνονταν στην Αντιόχεια πολλά θαύματα. Λέγεται μάλιστα ότι κατά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού ο Επίσκοπος ανύψωνε και την τιμία Χείρα. Την ώρα της ανυψώσεως άλλοτε εκτεινόταν και άλλοτε συστελλόταν. Με την έκτασή της δήλωνε ευφορία καρπών, ενώ με την συστολή δήλωνε ανέχεια και φτώχεια. Για τον λόγο αυτό πολλοί αυτοκράτορες του Βυζαντίου επιθυμούσαν να την πάρουν και, κυρίως, οι Κωνσταντίνος και Ρωμανός, οι Πορφυρογέννητοι. Έτσι, λοιπόν, κατά την περίοδο που διετέλεσαν αυτοκράτορες αυτοί οι δύο, κάποιος διάκονος της Εκκλησίας των Αντιοχέων, Ιώβ ονομαζόμενος, ένα βράδυ που κατά την παράδοση οι Χριστιανοί τελούσαν την ακολουθία του Αγιασμού, άρπαξε την αγία χείρα του Προδρόμου και την μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ο φιλόχριστος αυτοκράτορας, αφού την ασπάσθηκε με πολύ σεβασμό, την τοποθέτησε στα βασιλικά ανάκτορα.

Η σύναξη των πιστών, σε ανάμνηση του γεγονότος της μετακομιδής της τιμίας Χειρός του προδρόμου στην Κωνσταντινούπολη, ετελείτο στην περιοχή του Φορακίου (ή Σφωρακίου).
Περισσότερα...

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2015

Τα Άγια Θεοφάνεια


Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στη μεγάλη εορτή των Θεοφανείων, μέσα από κείμενο του Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού.

Τα Άγια Θεοφάνεια είναι μια από τις μεγαλύτερες εορτές της Χριστιανοσύνης. Κατ’ αυτήν εορτάζεται το μεγάλο γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου στα ιορδάνεια νάματα και η θαυμαστή και σπάνια φανέρωση της Τριαδικής Θεότητος στον κόσμο.



Η σπουδαιότητα της μεγάλης εορτής φαίνεται από το γεγονός ότι αυτή, μετά το Πάσχα, είναι η αρχαιότερη χριστιανική εορτή. Ιστορικές μαρτυρίες αναφέρουν ότι καθιερώθηκε νωρίτερα από το 140 μ.Χ. από την ομάδα του αιρετικού Γνωστικού Βασιλείδη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Οι Γνωστικοί εόρταζαν τη Βάπτιση του Χριστού και ταυτόχρονα την Γέννησή του στις 6 Ιανουαρίου, διότι πίστευαν πως κατά τη βάπτιση ενώθηκε ο «αιώνας» Χριστός με τον άνθρωπο Ιησού, κακοδοξία, την οποία υιοθέτησαν αργότερα και οι αιρετικοί Νεστοριανοί. Η καθιέρωσή της δεν είναι επίσης άμοιρη με την οργιαστική ειδωλολατρική εορτή του χειμερινού ηλιοστασίου των Αιγυπτίων και των Αράβων, η οποία συνέπιπτε την ίδια ημερομηνία.

Φαίνεται πως η εορτή αυτή έτυχε μεγάλης αποδοχής τόσο από τους αιρετικούς Γνωστικούς, όσο και από πολλούς χριστιανούς, καθ’ ότι η Εκκλησία δεν είχε ως τότε καθιερώσει τέτοια εορτή. Ίσος το γεγονός αυτό οδήγησε την Εκκλησία να υιοθετήσει την εορτή αυτή και να αποτρέψει τους πιστούς να συνεορτάζουν με τους αιρετικούς Γνωστικούς. Οι πηγές μας βεβαιώνουν πως η εορτή των Θεοφανίων, κατά την οποία εορτάζονταν μαζί η Γέννηση και η Βάπτιση του Κυρίου στα τέλη του 2ου αιώνα ήταν γεγονός. Ως τα τέλη του 4ου αιώνα στη Δύση εορτάζονταν μαζί η Γέννηση και η Βάπτιση, οπότε και μεταφέρθηκε η εορτή της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου, αντικαθιστώντας την ειδωλολατρική εορτή του «Αήττητου Ηλίου». Στην Ανατολή χωρίστηκε επί ιερού Χρυσοστόμου στις αρχές του 5ου αιώνα. Στις λεγόμενες προχαλκηδόνιες εκκλησίες (Κοπτική, Αρμενική, Νεστοριανική, κλπ), κράτησαν την αρχαία παράδοση εορτάζοντας την 6η Ιανουαρίου τη Γέννηση και τη Βάπτιση μαζί.

Το γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου ενέχει τεράστια θεολογική σημασία. Σύμφωνα με την βιβλική διήγηση όταν ο Χριστός έγινε τριάντα ετών και προκειμένου να βγει στο δημόσιο βίο Του πήγε στην έρημο του Ιορδάνη προκειμένου να λάβει το τυπικό βάπτισμα της μετανοίας από τον τίμιο Πρόδρομο. Στα μέρη εκείνα ο μέγας προφήτης Ιωάννης κήρυττε με αφάνταστη τόλμη και παρρησία τη μετάνοια, ώστε να υποδεχτούν οι άνθρωποι καθαρμένοι τον ερχόμενο Σωτήρα. Συνέρεαν κοντά του μεγάλα πλήθη για να ακούσουν τον διαπρύσιο και ελπιδοφόρο κήρυκα. Αυτός τους έβαζε στα νερά του Ιορδάνη, όπου εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Ήταν μια καθαρά συμβολική πράξη. Όπως έτρεχε το γάργαρο νερό και καθάριζε τους σωματικούς ρύπους κατά τον ίδιο τρόπο η εξομολόγηση και μετάνοια καθάριζε την ψυχή του βαπτιζομένου.

Ο Κύριος προκειμένου να δείξει ως άνθρωπος σεβασμό στην ανθρώπινη παράδοση δέχτηκε να λάβει το τυπικό βάπτισμα του Ιωάννη, χωρίς ουσιαστικά να το έχει ανάγκη, διότι ήταν απόλυτα αναμάρτητος, «ο πάσης επέκεινα καθαρότητος». Αυτό θα τον διευκόλυνε στο μεγάλο δημόσιο απολυτρωτικό έργο που θα άρχιζε κατόπιν. Ο Ιωάννης θεωρούνταν μεγάλος προφήτης από το λαό. Η υπόδειξη του Ιησού από αυτόν ως «Αμνού του Θεού, του αίροντος την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν.1:29) ήταν απαραίτητη. Η μαρτυρία του Ιωάννη για τον Χριστό στάθηκε καθοριστική, τα πλήθη πείσθηκαν και αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Ιησού τον αναμενόμενο Μεσσία. Χάρη σε αυτή τη μεγάλη μαρτυρία σχηματίσθηκε ο πρώτος πυρήνας των συνεργατών του Κυρίου.

Εκτός από την μαρτυρία του Ιωάννη υπήρξε και ένα άλλο συγκλονιστικό και μοναδικό γεγονός. Τη στιγμή που ο Κύριος μπήκε στα νερά του Ιορδάνη άνοιξαν οι ουρανοί και παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως ο Τριαδικός Θεός στα παραβρισκόμενα πλήθη. Ο Ενανθρωπήσας Λόγος βρίσκονταν στα ιορδάνεια νάματα, το Άγιο Πνεύμα κατέβαινε «ωσεί περιστερά» (Ματθ.3:16) και από τον ανοιγμένο ουρανό ακούστηκε η φωνή του Πατέρα «ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» (Ματθ.3:16,17). Αυτό το συγκλονιστικό γεγονός της θεοφάνειας σημαίνει ότι το έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους είναι συλλογική απόφαση του Τριαδικού Θεού. Η φανέρωσή Του κατά την στιγμή της Βαπτίσεως του Χριστού φανερώνει την επιβεβαίωση για την ξεχωριστή επιμέλεια του Θεού για τη λύτρωση του κόσμου και την επίσημη χρίση του Χριστού ως Μεσσία και Λυτρωτή της ανθρωπότητας και ολοκλήρου της κτίσεως. Αποτέλεσμα αυτής της επιβεβαίωσης είναι η κατοπινή δυναμική πορεία του Κυρίου στον κόσμο της πτώσεως και της φθοράς και η πανηγυρική νίκη Του κατά των δυνάμεων του σκότους, η οποία θα ολοκληρωθεί με την λαμπροφόρο Ανάστασή Του! Στην ευφρόσυνη εορτή ψάλλουμε σχετικά: «Βαπτίζεται Χριστός μεθ’ ημών ο πάσης επέκεινα καθαρότητος, ενίησι τον αγιασμόν τω ύδατι και ψυχών τούτο καθάρσιον γίνεται΄ επίγειον το φαινόμενον, και υπέρ τους ουρανούς το νοούμενον…» (4ο τροπ. των Αίνων των Φώτων).

Το γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου αποτελεί φωτεινό ορόσημο στην επί γης πορεία και δράση του Σωτήρα μας, διότι «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ.4:16). Η είσοδος του Χριστού στον κόσμο διέλυσε τα πνευματικά σκοτάδια του πτωτικού παρελθόντος, διότι είναι ο Ίδιος το «φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιωάν.1:9). Κατά τα Θεοφάνια «εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάν.1:14). Γι’ αυτό οι πιστοί ονόμασαν τη μεγάλη αυτή εορτή τα Φώτα και μάλιστα η αρχαία Εκκλησία πραγματοποιούσε την ημέρα αυτή τις βαπτίσεις των κατηχουμένων, τις οποίες ονόμαζε φωτισμούς! Ο ιερός υμνογράφος της μεγάλης εορτής μας προτρέπει: «Δεύτε λάβετε πάντες Πνεύμα σοφίας, Πνεύμα συνέσεως, Πνεύμα φόβου Θεού, του επιφανέντος Χριστού» (τροπ. Μ. Αγιασμού).


Μια άλλη σημαντική παράμετρος της εορτής των Θεοφανίων είναι ο καθαγιασμός της φύσεως. Η κάθοδος του Χριστού στα ιορδάνεια ρείθρα σημαίνει τον καθαγιασμό του υγρού στοιχείου, που είναι η βάση της ζωής σε ολόκληρη τη δημιουργία και κατ’ επέκταση ο καθαγιασμός ολόκληρης της κτίσεως, η οποία εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτίας «συστενάζει και συνωδύνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8:22). Οι καταπληκτική ασματική ακολουθία της εορτής είναι γεμάτη από ύμνους, αναγνώσματα και ευχές, που αναφέρονται στον εξαγιασμό της φύσεως με προεξάρχουσες τις υπέροχες ευχές του Μεγάλου Αγιασμού. Ο ίδιος ο Μεγάλος Αγιασμός, που μεταλαμβάνουμε την ημέρα αυτή, είναι η απελευθέρωση της υλικής δημιουργίας από τη φθορά της πτώσεως και η μετουσίωσή της στην προπτωτική κατάστασή της. Ο προφήτης Ησαΐας προείδε αυτή την θαυμαστή εσχατολογική μεταμόρφωση του υλικού κόσμου ως εξής: «Τα γαρ όροι και οι βουνοί εξαλούνται, προσδεχόμενοι υμάς εν χαρά, και πάντα τα ξύλα του αγρού επικροτήσει τοις κλάδοις. Και αντί της στοιβής αναβήσεται κυπάρισσος, και αντί της κονύζης αναβήσεται μυρσίνη. Και έσται Κυρίω εις όνομα, και εις σημείον αιώνιον, και ουκ εκλείψει» (Ησ.55:12). Οι λαμπρές τελετές του καθαγιασμού των υδάτων, με τη ρίψη του Τιμίου Σταυρού σε αυτά, την αγία αυτή ημέρα, σημαίνουν τον αέναο εξαγιασμό της δημιουργίας, χάρη στην καθαρτική δύναμη του Χριστού, η οποία πηγάζει από τα ιορδάνεια ρείθρα. Η Ορθόδοξη ναυτική χώρα μας, η οποία ζει και μεγαλουργεί χάρη στο απλόχερο υγρό στοιχείο που την περιβάλλει, εορτάζει με ιδιαίτερη λαμπρότητα αυτή την εορτή και συμμετέχουν οι πιστοί πάνδημα στις λαμπρές τελετές του καθαγισμού των υδάτων.

Η μεγάλη εορτή των Θεοφανίων αποτελεί την απαρχή του επί γης απολυτρωτικού έργου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. «Αδάμ τον φθαρέντα αναπλάττει ρείθροις Ιορδάνου και δρακόντων κεφαλάς εμφωλευόντων διαθλάττει ο Βασιλεύς των αιώνων Κύριος» (2ο τροπ. Α΄ ωδής, του κανόνα των Φώτων). Αυτό μας κάνει να σκιρτούμε από χαρά και να γεμίζουμε τις πληγωμένες καρδιές μας από ανείπωτη ελπίδα για τη λύτρωσή μας από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου. Το τυπικό βάπτισμα του Κυρίου στον Ιορδάνη αποτελεί για μας παράδειγμα για το ουσιαστικό μας βάπτισμα, το οποίο είναι «λουτρόν παλλιγγενεσίας» και θάνατος του παλαιού πτωτικού εαυτού μας και αναγέννηση της νέας εν Χριστώ υπάρξεώς μας. Δια του αγίου Βαπτίσματος «ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη, ίνα καταργηθή το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία» (Ρωμ.6:5). Στην καταπληκτική ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού διαβάζουμε: «Σήμερον τα των ανθρώπων πταίσματα τοις ύδασι του Ιορδάνου απαλείφονται. Σήμερον ο παράδεισος ανέωκται τοις ανθρώποις και ο ήλιος της δικαιοσύνης καταυγάζει ημίν… Σήμερον του παλαιού θρήνου απηλλάγημεν και ως νέος Ισραήλ διασώθημεν. Σήμερον του σκότους εκλυτρούμεθα και τω φωτί της θεογνωσίας καταυγαζόμεθα. Σήμερον η αχλύς του κόσμου καθαίρεται, τη επιφανεία του Θεού ημών… Σήμερον ο Δεσπότης προς το βάπτισμα επείγεται, ίνα αναβιβάση προς ύψος το ανθρώπινον» (Ευχή Μ. Αγιασμού).

Ο Θεός της πίστεώς μας δεν είναι ένα αφηρημένο λογικό και θεωρητικό σχήμα, γέννημα ανθρώπινης φαντασίας, αλλά ο ζωντανός Τριαδικός Θεός, ο Οποίος καταδέχτηκε να εισέλθει στον κόσμο και την ανθρώπινη ιστορία, για χάρη της δική μας απολυτρώσεως. Ως σημείο δε της αέναης παρουσίας Του και της φανέρωσής Του στον κόσμο, είναι το ανεπανάληπτο γεγονός των Θεοφανείων, το οποίο εορτάζουμε με κάθε λαμπρότητα αυτή τη μεγάλη μέρα.
Περισσότερα...

Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015

Η εορτή των Θεοφανείων στην Ελλάδα


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε πώς γιορτά- ζονται τα Θεοφάνεια ή Φώτα, σε διάφορες περιοχές της πατρίδας μας.

Την ημέρα των Φώτων ολοκληρώνεται το ιερό Δωδεκαήμερο της Εκκλησίας μας.



Φώτα και εικόνες

Μετά την ρίψη του σταυρού, ανήμερα των Φώτων, υπάρχει ένα έθιμο όπου οι Χριστιανοί παίρνουν τις εικόνες που έχουν στα σπίτια τους και τις πλένουν στα ποτάμια (στις λίμνες ή στη θάλασσα). Το όμορφο αυτό έθιμο ονομάζεται πλύσιμο των εικόνων.


Φώτα και περιστέρια

Σε μερικά μέρη της Ελλάδας, ανήμερα των Φώτων, αφήνουν τρία άσπρα περιστέρια ελεύθερα να πετάξουν μόλις ρίξουν το σταυρό, που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα (τρία περιστέρια), και το Άγιο Πνεύμα που φανερώθηκε "εν είδη περιστεράς" όταν ο Ιησούς βαφτιζόταν στον Ιορδάνη Ποταμό.



Φώτα και σταυρός


Ανήμερα των Φώτων, μετά την λειτουργία των Μεγάλων Ωρών, γίνεται η Κατάδυση του Σταυρού στη θάλασσα, (ή λίμνη, ή ποτάμι). Ο ιερέας πετάει ένα σταυρό μέσα στο νερό, (συνήθως ο σταυρός είναι δεμένος πάνω σε σκοινί για να μη χαθεί), και πολλοί νέοι βουτούν για να πιάσουν τον σταυρό. Είναι εξαιρετική τιμή για όποιον βρει και πιάσει τον σταυρό.


Φώτα και φωτίτσα


Ένα έθιμο που επικρατεί μέχρι και σήμερα, είναι ότι ανήμερα των Φώτων σε κάθε σπίτι οι νοικοκυρές ζυμώνουν ψωμί το οποίο ονομάζεται φωτίτσα.


Ξεροτήγανα και Φώτα



Το γλύκισμα της ημέρας των Φώτων, που ετοιμάζουν οι νοικοκυρές είναι τα ξεροτήγανα (τύπος λουκουμάδων). Κατά το έθιμο, τα παιδιά όχι μόνο τρώνε αλλά ρίχνουν και στη στέγη του σπιτιού ξεροτήγανα για να τα βρει ο Καλι- κάντζαρος να φάει και να φύγει.





Φώτα και ουράνια


Υπάρχει μια δοξασία του λαού μας που αναφέρει ότι το βράδυ της παραμονής των Φώτων στις 12 τα μεσάνυκτα, ανοίγουν τα ουράνια και πραγματοποιούνται όλες οι ευχές των ανθρώπων.


Βράδυ παραμονής Φώτων και προσευχή


Το βράδυ της παραμονής των Φώτων στρώνεται το νηστίσιμο τραπέζι, όπως την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και την παραμονή των Χριστουγέννων. Στο τραπέζι κάθονται όλοι με τη σειρά από τον πιο μικρό της οικογένειας έως τον πιο μεγάλο. Ο πατέρας της οικογένειας έχει θυμίαμα πάνω σε ένα υνί και με αυτό θυμιατίζει το σπίτι για να φύγουν τα δαιμόνια. Ο μικρότερος της οικογένειας λέει την προσευχή και μετά όλοι κάθονται για το φαγητό στο τραπέζι.


Αγιασμός και στάχτη


Την παραμονή των Φώτων, αφού περάσει ο παπάς από το σπίτι και το αγιάσει, έρχεται η ώρα να μαζευτεί η στάχτη από την φωτιά που έκαιγε στο τζάκι το Δωδεκαήμερο, η φωτιά δηλαδή που ξεκίνησε με το Χριστόξυλο. Η στάχτη αυτή θα σκορπιστεί γύρω από το σπίτι, στους στάβλους, ακόμα και στα χωράφια, αφού πιστεύεται ότι διώχνει το κακό.


Παραμονή Φώτων και παπάς


Την Παραμονή των Φώτων, ο παπάς επισκέπτεται όλα τα σπίτια, με τον σταυρό και με αγιασμό μέσα στο σικλί, ένα χάλκινο συνήθως δοχείο, που κουβαλάει ο βοηθός του. Έπειτα αρχίζει να ραντίζει με το άγιασμα όλους τους χώρους του σπιτιού ή του καταστήματος, για να φύγουν τα δαιμόνια από το σπίτι.


Παραμονή των Φώτων και κάλαντα


Έπειτα τον εκκλησιασμό της παραμονής των Φώτων τα παιδιά θα ξεχυθούν στους δρόμους, πηγαίνοντας σε όλα τα σπίτια και τα καταστήματα, γνωστά και μη, για να ψάλλουν τα κάλαντα των Θεοφανείων.


Παραμονή των Φώτων και εκκλησιασμός

Το τριήμερο των φώτων ξεκινά με τον εκκλησιασμό των Χριστιανών το πρωί της παραμονής των Θεοφανίων. Στους ιερούς ναούς ψάλλετε η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών και κατόπιν λαμβάνεται ο Μεγάλος Αγιασμός που την ημέρα αυτή τελείται μέσα στο ναό. Οι πιστοί αφού πάρουν τον αγιασμό και λάβουν το αντίδωρο θα γυρίσουν στα σπίτια τους.
(Christmas.pathfinder.gr)

Τα ιερά πορτοκάλια - Λευκάδα

Οι πιστοί συγκεντρώνονται πλάι στην θάλασσα και ο ιερέας ρίχνει το σταυρό στο νερό, όπως συμβαίνει σε πολλές περιοχές της χώρας. Όμως στη Λευκάδα, μαζί με το σταυρό, ρίχνουν στη θάλασσα και ένα μάτσο πορτοκάλια δεμένα μεταξύ τους με σκοινί. Στη συνέχεια, τα ευλογημένα αυτά πορτοκάλια, κρεμιούνται πλάι στα εικονίσματα των εκκλησιών.


Οι ναυτικοί βουτηχτάδες - Ερμιόνη


Λίγο πριν ο σταυρός πέσει στη θάλασσα, οι βουτηχτάδες, όπως χαρακτηριστικά ονομάζονται τα παλικάρια, που πρόκειται να βουτήξουν για να πιάσουν το σταυρό, φορούν παραδοσιακές στολές παλαιών ναυτικών και γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας. Οι νοικοκύρηδες τους καλοδέχονται με ευχές και παραδοσιακά κεράσματα και τους εύχονται καλή επιτυχία στη βουτιά, που ακολουθεί.


Τα ποτάμια και το ράντισμα - Θεσσαλία


Σε πολλά χωριά της Θεσσαλίας, όπου υπάρχουν ποτάμια, οι κάτοικοι παίρνουν τα εικονίσματα από την εκκλησία και τα μεταφέρουν στο ποτάμι. Εκεί, μέσα στα παγωμένα νερά των ποταμών, ρίχνουν τον σταυρό και με αυτόν ραντίζουν τα εικονίσματα, τα οποία στη συνέχεια επιστρέφουν στην εκκλησία ενώ συνηθίζουν να ραντίζουν με το ευλογημένο νερό και τα χωράφια για να έχουν καλή σοδιά. Σε αρκετά χωριά της Θεσσαλίας, βουτούν ολόκληρη την εικόνα μέσα στο ποτάμι.


Οι βουτηχτάδες κρατούν την ανάσα τους - Δωδεκάνησα


Σε πολλά Δωδεκάνησα αλλά κυρίως στη Σύμη και την Κάλυμνο, οι βουτηχτάδες, όσοι δηλαδή βουτούν να πιάσουν το σταυρό αψηφώντας τις χαμηλές θερμοκρασίες του νερού της θάλασσας, κρατούν την ανάσα τους για να μείνουν όσο το δυνατόν περισσότερο κάτω από το κρύο νερό. Και φυσικά, όσο διαρκεί η παγωμένη βουτιά, οι ψαράδες των νησιών με τις βάρκες τους, σχηματίζουν έναν προστατευτικό κλοιό γύρω από τους βουτηχτάδες, που θεωρούνται οι τυχεροί της νέας χρονιάς που μόλις μπήκε.

(Ellinwnparadosi.blogspot.com)


Ψάλλετε μαζί μας τα

κάλαντα των Θεοφανείων,
ακούγωντάς τα εδώ.
Περισσότερα...