Σε αυτή την ανάρτηση θα μάθουμε για τον Μεγάλο Κανόνα, ένα υμνογραφικό αριστούργημα που συνέγραψε ο Άγιος Ανδρέας Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, μέσα από ένα κείμενο του πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Φιοράκη.
Την πέμπτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής την ονομάζουμε και εβδομάδα του Μεγάλου Κανόνα...
...εξαιτίας της ψαλμωδίας του αριστουργηματικού υμνογραφήματος, του Αγίου Ανδρέου επισκόπου Κρήτης, που ψάλλεται στους μεν ενοριακούς Ναούς την Τετάρτη το απόγευμα, στις δε ιερές Μονές κατά τον όρθρο της Πέμπτης, όπου και η κανονική του θέση. Η ψαλμωδία του το εσπέρας της Τετάρτης στους ενοριακούς Ναούς γίνεται για εξοικονόμηση χρόνου, και επισυνάπτεται με την ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου.
Για το εκτενέστατο αυτό υμνογράφημα έχουν γραφτεί από αρμοδιοτέρους τα πρέποντα και μια επιπλέον καταγραφή αποτελεί μια πλεοναστική κατάχρηση, έτσι εδώ δεν θα πούμε κάτι καινούργιο, που είναι άλλωστε και αρμοδιότητα των ασχολουμένων με τα της υμνογραφίας, αλλά παίρνοντας αφορμή από την ψαλμωδία του κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστης, θα κάνουμε κάποιες απλές νύξεις, από εκείνα που τόσο απλόχερα παραθέτει η πλουσιώτατη βιβλιογραφία.
Χρειάζεται εξαρχής να σημειωθεί, ότι ο Κανόνας είναι ένα υμνογραφικό είδος, που αποτελείται από εννέα ωδές κατά το πρότυπο των βιβλικών ωδών. Κάθε ωδή αποτελείται από ομόηχα τροπάρια, που έχουν επικεφαλίδα τους τον ειρμό (από το ρήμα είρω = συνδέω, συνάπτω). Ο ειρμός αποτελεί το πρότυπο του ρυθμού, του μέτρου, και φυσικά του ήχου των τροπαρίων που συναπτονται σ' αυτον. Κάποιες φορές δεν τηρείται απόλυτα ούτε η ρυθμική, ούτε η μετρική προσαρμογή των τροπαρίων προς τον ειρμό και αυτές οι διαφοροποιήσεις αναπληρώνονται από τον νόμο της τονικότητος, δηλαδή της επεκτάσεως ή συμπτύξεως συλλαβών με τη μουσική. Τα τροπάρια του Κανόνα σαν θέμα τους έχουν κάποιο γεγονός ή πρόσωπο. Συχνά με το αρχικό γράμμα των τροπαρίων δημιουργείται η ακροστιχίδα, που αποτελεί το κλειδί για να ελεγχθεί η ακεραιότητα του κανόνα, και παράλληλα προσφέρει τη δυνατότητα να καθορισθεί η πατρότητα του ύμνου. Στην ακροστιχίδα πολλές φορές εκφράζεται και κάποια θεμελιώδης δογματική αλήθεια. Στον πρώτο κανόνα των Χριστουγέννων, ο ποιητής Κοσμάς Μαϊουμά έχει την εξής ακροστιχίδα: «Χριστος βροτωθείς ήν όπερ Θεός μένη». Και για να μην επεκταθούμε σε επιμέρους ζητήματα των κανόνων, που είναι πολλά και τα οποία εξετάζονται στα ειδικά συγγράμματα της υμνογραφίας, πληροφοριακά λέμε, ότι στους κανόνες της Παρακλητικής, του Πεντηκοσταρίου, των Μηναίων και του Θεοτοκαρίου, παραλείπεται η β' ωδή, η οποία υπάρχει μόνο στους κανόνες των καθημερινών του Τριωδίου.
Οι κανόνες είναι πολλοί και ανάλογα με το περιεχόμενο που εκφράζουν διακρίνονται σε διάφορα είδη, έτσι έχουμε τριαδικούς, αναστάσιμους σταυροαναστάσιμους, σταυρώσιμους, θεομητορικούς, παρακλητικούς ή ικετηρίους, κατανυκτικούς και κανόνες αγίων κ.ο.κ. Οι κανόνες που προαναφέραμε συνδέονται κυρίως με δύο μεγάλες υμνογραφικές προσωπικότητες, τον Άγιο Ανδρέα Κρήτης και τον όσιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.
Του Μεγάλου Κανόνα δημιουργός είναι ο Άγιος Ανδρέας Κρήτης. Ο Κανόνας αυτός αποτελείται από 250 τροπάρια, στα οποία αργότερα προσετέθησαν και μερικά άλλα προς τιμήν της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και του δημιουργού του Κανόνα Αγίου Ανδρέα, και έτσι φθάνει τα 280. Ο Άγιος Ανδρέας αρχικά είχε συνθέσει τόσα τροπάρια, όσοι είναι και οι στίχοι των εννέα βιβλικών ωδών, ώστε κάθε στίχος να αντιστοιχεί και σ' ένα τροπάριο. Τα ακριβή περιστατικά της συγγραφής του Μεγάλου Κανόνα δεν είναι γνωστά. Το πλούσιο θεματολόγιό του το αντλεί από την Παλαιά κυρίως Διαθήκη, και λιγότερο από την Καινή και προσπαθεί μέσα απ' αυτα να διατυπώσει διδάγματα και προτροπές για μετάνοια, κύριο μέλημα του κάθε χριστιανού.
Στο συναξάριο του όρθρου της Πέμπτης εβδομάδος των Νηστειών, ημέρα που ψάλλεται στους Ναούς ο Κανόνας, υπάρχει καταχωρημένος ο αποχρών λόγος για την παρουσία του στο υμνογραφικό πλαίσιο της ημέρας. Διαβάζουμε λοιπόν: «πάσαν γάρ της παλαιάς και νέας Διαθήκης ιστορίαν... από Αδάμ δηλαδή μέχρι και αυτής της Χριστού Αναλήψεως και του των Αποστολων κηρύγματος. Προτρέπεται γούν διά τούτου πάσαν ψυχήν, όσαν μεν αγαθά της ιστορίας ζηλούν και μιμείσθαι προς δύναμιν, όσα δε των φαύλων αποφεύγειν, και αεί πρός Θεόν ανατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων και εξομολογήσεως, και της άλλης δηλονότι ευαρεστήσεως».
Από κάποια υμνογραφικά σημεία των τροπαρίων του Κανόνα οι μελετητές θεωρούν, ότι το μελούργημα αυτό συντέθηκε, όταν ο Άγιος βρισκόταν σε μεγάλη ηλικία, ενώ ο τόπος γραφής του πρέπει να ήταν η Κωνσταντινούπολη, στην οποία είχε βρεθεί ο Άγιος Ανδρέας, όταν αυτή σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή είχε δεχθεί βαρβαρική επίθεση από την οποία διασώθηκε με την προστασία της Θεοτόκου. Αυτό και φαίνεται να είναι το έτος 717, όταν οι Άραβες την πολιόρκησαν για δεύτερη φορά, τότε πρέπει να γράφτηκε ο Κανόνας. Το σχετικό τροπάριο: «Την Πόλιν σου φύλαττε, ευλογημένη άχραντε, εν σοί γάρ αύτη, πιστώς βασιλεύουσα, εν σοί και κρατύνεται, και διά σου νικώσα, τροπούται πάντα πειρασμόν, και σκυλεύει πολεμίους, και διέπει το υπήκοον», κάτι τέτοιο υπονοεί.
Τα θέματα που διαπραγματεύεται είναι ποικίλα και τα οποία έχουν μια δραματική πρωτοτυπία, που δημιουργείται από την χρήση των πολλών βιβλικών προσώπων, που με τρόπο δραματικό εμφανίζονται μέσα από την στιχοπλοκή των τροπαρίων. Τα υποδείγματα που χρησιμοποιούνται γίνονται προτρεπικά ή αποτρεπτικά στην δράση της ανθρώπινης καρδιάς. Ο άνθρωπος εύκολα παρασύρεται από τα θέλγητρα του κόσμου, που με τρόπο απατηλό τον μαγεύουν και θυσιάζει πλειστάκις «τα του πρώτου κάλλους πρωτοτόκια», με αποτέλεσμα να παραδίνεται στα φιλήδονα πάθη, «ταίς φιλήδοναις ορμαίς», θα σημειώσει ο ποιητής. 'Ολα αυτά μας ξεστρατίζουν και οδηγούν στην επικίνδυνη τάση της αυτοειδωλοποίησης, «αυτείδωλον εγενόμην τοις πάθεσι την ψυχήν μου βλάπτων», σ' αυτούς τους «ληστές» που ενεδρεύουν σε κάθε βήμα, που αν δεν υπάρξει πνευματική εγρήγορση, μας φέρνουν πνευματική παράκρουση.
Όλα τα τροπάρια έχουν μια μοναδικότητα στην καταγραφή των πολλών και διαφόρων επιρροών, που κάνει η αμαρτία στην ανθρώπινη ύπαρξη. Δίκαια ονόμασαν τον Μεγάλο Κανόνα σαν ψυχογράφημα από το οποίο φαίνονται οι παράμετροι της προσωπικής μας πορείας στον δρόμο της μετανοίας. Εφόσον μέσα από την μελέτη και εμβάθυνση, μπορούμε να έλθουμε σε συναίσθηση της αλλοτριωτικής αμαρτωλής μας, αλλά και του μεγέθους της Θείας αγάπης. Τα πρόσωπα της μετανοίας που καταγράφονται στις γραμμές του μπορούμε να τα εκλάβουμε ως υποδείγματα για τη δική μας επιστροφή εις την τρίβον της μετανοίας «Μετανοίας ο καιρός, προσέρχομαί σοι τώ Πλαστουργώ μου, άρον τον κλοιόν απ' εμού τον βαρύν, τον της αμαρτίας...», ανακαλύπτοντας το άπειρον της ευσπλαγχνίας του Θεού: «Φιλάνθρωπε, ο πάντας θέλων σωθήναι, σύ ανεκέλεσαί με και δέξαι ως αγαθός μετανοούντα με». Η κραυγή «εν μετανοία με παράλαβε, και εν επιγνώσει ανακάλεσαι, μή γένωμαι κτήμα, μή βρώμα του αλλοτρίου, Σωτήρ, αυτός με οίκτειρον».
Κατακλείοντας τα σκόρπια αυτά σπαράγματα των σκέψεων γύρω από το εξαίσιο υμνογράφημα του Μεγάλου Κανόνος, ας σταθούμε λίγο από την έξοδό τους, στο περίφημο κοντάκιο: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τί καθεύδεις, το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι, ανάνηψόν ούν, ίνα φείσηταί σου τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι, ανάνηψον ούν, ίνα φείσηταί σου Χριστός ο Θεός...», στο οποίο και συνοψίζεται η φιλοσοφία του ύμνου. Το κοντάκιο αποτελεί μια κραυγή του είναι μας, προς το είναι της υπάρξεώς μας να ξυπνήσει από τον ζοφερό ύπνο της αμαρτίας για να ανανήψει από την πνευματική ραθυμία, ώστε «αναλαμβάνουσα τον αγώνα τον καλόν» να επιτύχει του ελέους της θείας Αγάπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου